Ο
ΤΕΛΛΟΣ ΑΓΡΑΣ ΚΑΙ Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ
Θυμάμαι στα 1914-15
ανάμεσα σε βιβλία και περιοδικά, που μου προσέφεραν μια τροφή ακατάλληλη για την
ηλικία μου τότε, βρισκόντουσαν και φύλλα της «Διαπλάσεως των παίδων», της οποίας
υπήρξα αφοσιωμένος αναγνώστης, χωρίς να γραφτώ ποτέ συνδρομητής. Όσο κι αν
τραβούσε τις πρώιμες ανησυχίες μου το περιεχόμενο των σοβαρών βιβλίων, ένοιωθα
δυσάρεστα τη βαρειά τους ατμόσφαιρα να πιέζει την παιδικότητα μου, ενώ αντίθετα
γέμιζα χαρά ξεφυλλίζοντας ένα φυλλάδιο της «Διαπλάσεως», που αγόραζα ταχτικά απ'
τα περίπτερα. Ανάμεσα στους νέους που λάβαιναν μέρος τότε στην «Αλληλογραφία» και
στη «Σελίδα συνεργασίας συνδρομητών», συνάντησα το όνομα του Τέλλου Άγρα και
συχνά ένοιωθα τότε ένα ιδιαίτερο ρίγος από τη λεπτότατη στιχουργία του, συνυφασμένη
με θελκτικά σχεδιάσματα της υπαίθρου και της θάλασσας, με διακοσμητικά
ποικίλματα και νέους συνδυασμούς γραμμών και χρωμάτων. Η διάθεση του ήταν
περισσότερο πεσιμιστική. Μα κάποτε σχεδίαζε σκηνές βουκολικής χάρης που μύριζαν
πίσω από σύννεφα - Η «Διάπλαση» τον
απεκάλεσε «enfant sublime»— και πραγματικά το παιδί εκείνο προξενούσε μια ιδιαίτερη
καλλιτεχνική συγκίνηση, που δεν την εύρισκα ούτε στους δόκιμους, και γεννούσε
συχνά τον θαυμασμό για την πρόωρη και γερή κατάρτιση του, για τις λεπτόλογες και
οξύτατες κρίσεις του. Υστέρα από τρία χρόνια —είχαμε πια και οι δυό αφήσει τα
μαθητικά θρανία— έτυχε να γνωριστούμε στον κύκλο ενός περιοδικού νέων που
συνεργαζόμαστε. Κρατούσε ακόμη τους δεσμούς του με τη
«Διάπλαση των παίδων» κι' εξακολουθούσε να τη θεωρεί μια πολύτιμη ανάμνηση των
παιδικών του επιτυχιών και μια πηγή ψυχικής ευφροσύνης. Τον συναντούσα συχνά στο
σπίτι πού ‘μενε με τους γονείς του στην οδό 'Ηπείρου, ένα σπιτάκι της παλιάς
Αθήνας ερειπωμένο, με λίγα δέντρα στην αυλή κι’ ένα κλήμα που πλεκόταν στα
δοκάρια ξύλινου χαγιατιού.
Σ' ένα φτωχικό δωμάτιο,
γεμάτο βιβλία και περιοδικά, καθόταν ώρες κλεισμένος και μελετούσε ή έγραφε με
πρωτοφανή φιλοπονία. Κάποια χειμωνιάτικα απογεύματα πηγαίναμε να τον συναντήσουμε με τον Μήτσο
Παπανικολάου, που μόλις κι' αυτός είχε αφήσει τα θρανία του γυμνασίου, αισθαντικός
τότε και δειλός και τόσο άτυχος στο τέλος της ζωής του. Ο Άγρας διατηρώντας
πάντα έναν προσωπικό τόνο, έδειχνε ως τόσο, ιδίως την εποχή εκείνη, μια επίδραση
του Moréas, που μετέφραζε τις «Στροφές» του. Μας διάβαζε κάποιες ωραίες
αποδόσεις του πρωτότυπου ή λίγους στίχους δικούς του, που έθελγαν σαν περίεργα
πετράδια και φανταχτερά κειμήλια, που έκρυβε τη λάμψη τους ένας αβέβαιος φωτισμός.
Έξω φώναζαν τα παιδιά στην αυλή κι’ απ* τον θαμπό φεγγίτη τον φτωχικού δωματίου
άπλωνε ένα πορφυρό ριπίδι απ' τη λάμψη του δειλινού, που έκανε τα πρόσωπα μας
να κοκκινίζουν, ενώ η καρδιά μας θερμαινόταν από το μυστικό φίλτρο που στάλαζε μέσα
μας η ποίηση του φτωχού, σαν κι’ εμάς, νέον φίλου. Οι συναντήσεις αυτές
κρατούσαν λίγες ώρες, γιατί η νεανική μας διάθεση για να χαρούμε το θέαμα της
ζωής νικούσε τη γοητεία μας απ' το τάλαντο του νέου και τον καλούσαμε να μας
συντροφέψει σ’ ένα περίπατο ή στο θέατρο. Πολύ σπάνια μας ακολουθούσε. Τις
περισσότερες φορές έμενε, και καθώς περνούσα αργά απ' το σπίτι του για να πάω στο
δικό μου, κάποιες παγερές νύχτες του χειμώνα μ' ένα φεγγάρι θαμπό απ’ τους ατμούς
πίσω απ' τις καπνοδόχους της παλιάς εκείνης Ά9ηναϊκής γωνιάς και με μια διάχυτη
πνοή υγρασίας, φορτωμένη άρωμα γαζίας, τον έβλεπα μέσα απ' τις μισανοιγμένες γρίλιες
του παραθυριού σκυμμένο στα χαρτιά του να δουλεύει. Έτσι φιλόπονος, αφοσιωμένος
στην τέχνη, παράμεινε ως τα τελευταία χρόνια της ζωής του, κι' όταν τον συνάντησα
πρόπερσι προς το βράδυ κοντά στο Μουσείο, σ' ώρες σκοτεινές, περιορισμών και
στερήσεων, κατάλαβα απ' τα λόγια του πώς τίποτε δεν μπόρεσε ν' αλλάξει τη ζωή
του. Γύριζε, ύστερα από ένα μικρό περίπατο στο σπίτι του, για να εργαστεί ώρες,
πνίγοντας μέσα στην ευφροσύνη της καλλιτεχνικής ενεργείας τις πικρίες μιας
ψυχής απροσάρμοστης σε πολλά και τις αγωνίες των ήμερων που περάσαμε,
Ξαναθυμήθηκα τον ωχρό νέο των 18 χρόνων, που εργαζόταν ακαταπόνητος ως αργά τα βράδια
πίσω απ’ τις μισανοιγμένες γρίλιες του παραθυριού του, ή για την ωραία εκείνη
μετάφραση των «Στροφών» του Moréas ή για τις θαυμάσιες εκείνες «Παραφωνίες»
του, που παρ' όλη την Μορεανική επίδραση διατηρούν έναν τόνο προσωπικό και
θέλγουν με την πρωτοτυπία αγροτικών σχεδιασμάτων. Διατηρούσε το ίδιο παιδικό
βλέμμα, το ίδιο παιδικό γελοίο, αλλ' οι πτυχές εκείνες γύρω απ' το στόμα, πού
φαινόταν ότι καθρέφτιζαν μια παιδική διστακτικότητα και δειλία, είχαν αποκρυσταλλωθεί
πια σε δυό ρυτίδες πού μαρτυρούσαν κάτι περισσότερο ακόμη, τη σκιά κάποιας
θλίψης που μπορεί ν' αναζητηθεί σε πολλά, και τα χρόνια της σκλαβιάς και των
στερήσεων.
* * *
Απ’ τον νεαρό Άγρα των
«Στροφών» και των αγροτικών και θαλασσινών σχεδιασμάτων με την Μορεανική
επίδραση και τις εντυπώσεις απ' τη διαδρομή του Λαυρίου, όπου έμενε με τον
πατέρα του, καθηγητή εκεί, ως τον Άγρα των τελευταίων τραγουδιών που διαβάζαμε
στον λογοτεχνικό τύπο, μεσολαβεί μια περίοδος γεμάτη νέους σταθμούς, αναζητήσεις
προς νέους ορίζοντες με αφετηρίες πάντα νέες, επιδράσεις από τον συμβολισμό του
Verlaine ως τον συμβολισμό του Mallarmé. Το διάβασμα κάποιων τραγουδιών του μας
μπάζει ως την ψυχή των τεχνοτροπιών αυτών καλλίτερα άπα κάθε κριτική καθοδήγηση.
Ως τόσο αφομοίωνε γρήγορα κάθε επίδραση και αποκτούσε την θελκτική εκείνη
προσωπική έκφραση κάτω από κάθε νέα τεχνοτροπία. Έχουμε ένα πλήθος τραγούδια που
χαρακτηρίζουν τέτοιες περιόδους της τέχνης του, από μερικά που υπερβαίνουν την
επίδραση (Passent et n'ont rien à se dire, Moréas— Άλλο δε θάχης να μου πής,
μηδέ κι’ εγώ σ’ εσένα, Άγρας. Il pleure dans mon coeur comme il pleut sur la
ville, Verlaine— Σαν σ' ένα κλίμα βορεινό, παρόμοια στην καρδιά μου, βρέχει... Άγρας),
ως εκείνα που δείχνουν τη διαφυγή και την επικράτηση του ισχυρού του ταλέντου.
Παράλληλα, ένα πλήθος αισθητικών σημειωμάτων του δείχνουν την επίδραση νέων
καλλιτεχνικών ρευμάτων κάθε φορά. Με τη βοή9εια νέων καλλιτεχνικών αποκαλύψεων
στον κύκλο, κυρίως, της Γαλλικής ποίησης μέχρι της πιο μοντέρνας, και την
κα9οδήγηση του πλούσιου καλλιτεχνικού του ενστίκτου, βρίσκεται σε μια αέναη
εξέλιξη. Μ' όλα αυτά ο Άγρας διατηρεί μια εκφραστική διαύγεια κι’ όσο βαθειά
ψυχικά μηνύματα κι' αν εξωτερικεύει, όσο κι’ αν λεπταίνει τον χρωστήρα του για την
απόδοση λεπτότατων και ιδιότυπων γραμμών απ' τα γύρω μας πράγματα, όσο κι αν
δίνει καινούργιο τόνο στους γνώριμους χρωματισμούς των αντικειμένων, δεν
εγκαταλείπει τα γνωστά σχήματα λόγου, δεν συντρίβει τη λογική γραμμή ούτε μπροστά
στη μεγαλύτερη δυσχέρεια, για να καταφύγει στην κομματιασμένη έκφραση, στην
παράθεση ασύνδετων εικόνων, στην ασύλληπτη και αινιγματική έκφραση- Μια τέτοια εκφραστική
δεξιότητα, που δεν γινόταν ανεπαρκής ούτε μπροστά στις πιο απόκρυφες πτυχές του
εσωτερικού κόσμου και των πραγμάτων, τον έκανε ευχάριστο όχι μόνο ανάμεσα στους
ποιητές που δεν απομακρύνθηκαν πολύ απ' την παράδοση, άλλα και στους τι πιο
προοδευτικούς.
* * *
Ο ποιητής αυτός με την
ήρεμη, χωρίς μεταπτώσεις ζωή, με τη δαμασμένη ή ατροφική συναισθηματικότητα που
δεν τον έσπρωξε σε οδυνηρές περιπέτειες— όπως έναν Καρυωτάκη— ήτανε περισσότερο
διανοητικός και αισθησιακός. Κατεβαίνει ως τις ρεαλιστικότερες πτυχές της ζωής,
περιγράφει ένα ωχρό νεκρικό πρόσωπο με χαραγμένη απάνω του την πτυχή της
στερνής οδύνης, με ικανή ανελαστικότητα άλλα με ήρεμη μέθοδο, που δέν
δημιουργεί συγκίνηση άλλα διανοητική ικανοποίηση για τη λεπτή, καλλιτεχνική
επεξεργασία του θέματος.
Ξαφνίζει με την ομορφιά
των ευρέσεων του, χωρίς να ταράζει σχεδόν την ψυχή. Το λυρικό πάθος του είναι
ξένο, ίσως το θεώρει στοιχείο αντιποιητικό. Ως τόσο, με την έντονη αναπλαστικότητά
του, με την φρεσκάδα των εξαίσιων χρωμάτων του, με την ικανότητα να παίρνει την
πιο χαρακτηριστική λεπτομέρεια, δημιουργεί μια ατμόσφαιρα ονειροπολήσεων πότε
για τους μαθητικούς έρωτες της παλιάς γειτονίας, πότε για το περιβάλλον της
πρώτης νεότητας με το απροσδιόριστο βάθος και τις μυστικές φωνές. Μα και σ'
αυτές τις νοσταλγικές στιγμές του περιορίζει τη συγκίνηση του στους πιο ήρεμους
τόνους:
Ηλιόγερμα
στον ουρανό
κι'
αγέρας βουίζει στο στενό...
βουίζει
καημό, βουίζει ερημιά,
αγάπης
βουίζει αποθυμιά.
Ετούτη
η στάχτη κι’ η νοτιά
μπήκε
απ' την στράτα την πλατειά
—πέρα,
όπου πηγαίνουν μόνες
του
τηλέγραφου oι κολόνες.
Φυσάει,
φυσάει απ' τη γωνιά...
Νωρίς
αδειάζει η γειτονιά
Κι’
η θύρα κλειεί στο μαγαζί
που
συχνομπαίναμε μαζί.
Αν αγαπά κάτι με πάθος,
αυτό είναι η τέχνη του, κι’ η ζωή δεν φαίνεται να τον ματώνει ούτε να του μειώνει
τη χαρά της καλλιτεχνικής ενεργείας. Σχεδιάζει και χρωματίζει με υπομονή και
θαυμαστή δεξιότητα θέματα που δεν θα μπορούσε να τα δώσει ζωντανότερα ούτε το
χρώμα, ούτε οποιαδήποτε άλλη καλλιτεχνική ύλη.
Στο τραπέζι ασημένιος δίσκος με τα μήλα κι’ ένα φλυτζάνι
κρύο, σπιτίσιο γάλα. Τέτοιες σύντομες, φανταχτερές natures mortes συναντά κανείς συχνά στις ποιητικές
του συνθέσεις, κι’ ακόμη λεπτότατα ποικίλματα και σκαλίσματα υπομονετικά. Κάπου σχεδιάζει
σε τετράστιχα μια σειρά εικόνων με κίτρινο χρώμα. Μια «συμφωνία σε ωχρό
μείζον». Κάτι ανάλογο με την «Συμφωνία σε λευκό μείζον» του Th. Gautier.
Η τέχνη του καταντά, μερικές
φορές, ένας αυθύπαρκτος κόσμος και σ' αυτό είναι μια αντίθεση σχετικά με τον
Καρυωτάκη, που η τέχνη του ήταν συνυφασμένη μες στις ιδέες του, τις τραγικές
συγκρούσεις του με την πραγματικότητα και απηχούσε τη δική του βασανισμένη ζωή.
Παραδεχτήκαμε στον Άγρα μια
ατροφική η δαμασμένη συναισθηματικότητα. Ίσως ν’ αληθεύει το δεύτερο. Ίσως
κατόρθωνε να συγκρατεί τις συναισθηματικές του εκδηλώσεις, την πικρία των
αντιθέσεων του με το περιβάλλον, έχοντας ως αντιστάθμισμα τη λυτρωτική ισχύ της
ωραίας του τέχνης που συχνά δείχνει πως δεν είχε ρηχές ρίζες.
Συχνά παρουσιάζει ένα
λεπτό αισθησιακό ρίγος. Όχι βέβαια στα ειδυλλιακά σχεδιάσματα της πρώτης του νεότητας,
τα αβρότατα και φανταστικά, αλλά σε κάποιες σπουδές γυμνών, σε κάποιες ζωηρές
μολυβιές ηδονικών γυναικείων προσώπων. Όπως στο ποίημα «Στο λουτρό» και σε
κάποια άλλα.
Μα οι ·θερμοί αυτοί αισθησιακοί
στίχοι του Άγρα φαίνεται ότι επιβεβαιώνουν το χαρακτηρισμό του A. France για
τους θερμούς συγγραφείς ότι είναι «οι Πρίαποι του γραφείου».
*
* *
Μια λεπτομέρεια ακόμη από
την ποίηση του Άγρα είναι το νοσηρό στοιχείο. Αυτό το θεωρώ το πιο ειλικρινές,
το πιο συνυφασμένο με τη ζωή του. Ίσως ο Laforgue τον βοήθησε να βρει την
έκφραση του άλλα και σ' αυτό φάνηκε στο τέλος αρκετά προσωπικός και ιδιότυπος.
Κάτι το απόκρυφο και το παρασιτικό μέσα του, του ‘τρωγε την ψυχή του, όπως η
σκουριά και η φαρμακερή λειχήνα τον νέο κορμό. Σε πολλά τραγούδια του υπάρχει
κάτι σαν αόριστος υπαινιγμός. Ήταν η πρόωρη επίδοσή του σε σοβαρές μελέτες, ο
φόρτος της εργασίας, η υπερβολική φιλοπονία που τον κούρασε; Τον επέδρασε το
ηδονικό δηλητήριο της νεώτερης Γαλλικής ποίησης, που τάφησε να εισχωρήσει μέσα
του σε μεγάλη ποσότητα, ή φώλιαζε μέσα του μια αόριστη απειλή απ' τα βάθη των
προγόνων ;
Σε μιαν απ' τις
«Παραφωνίες» του, παιδί σχεδόν ακόμη, λέει στην υποθετική θαρρώ ερωμένη του: «Μη
μου ταράζεις της φθοράς την Ιερή γαλήνη» και στις «Καθημερινές», τις τόσο
ανθρώπινες, θλιβερές μολυβιές, λέει για τις φτωχογειτονιές —καμωμένες για τις
άταφες ψυχές — της ψυχής μου εσείς
πατρίδες μυστικές —
της
ψυχής μου πούνε κρύα και μοιάζει σα
δίσκος με σταυρό και κόλλυβα χρυσά.
Στη «Μισή Ιστορία»
τραγουδάει σκιαγραφώντας κάτι απ’ τον
εσωτερικό του κόσμο :
Ήταν
μες τον κόσμο ένα παιδί
όλο
αμηχανία και ανορεξία,
τα
έρημα δωμάτια, τη σπουδή
αγαπούσε,
και τη μοναξιά.
Νάταν απλή επίδραση η
νοσηρή αυτή πτυχή του έργου του; Πολύ νέος ακόμη μελέτησε και μετέφρασε
Baudelaire, Verlaine, Laforgue και προ παντός Moréas. Δέχτηκε απ' αυτούς μια
γόνιμη και ισχυρή επίδραση. Όμως μια ψυχή χωρίς τίποτε το ασθενικό, χωρίς ίχνος
έμφυτης πληγής, θα ξέφευγε απ' την ατμόσφαιρα αυτή χωρίς να πάθει τίποτε και θα
ξανάβγαινε στο φώς για να τινάξει την τέφρα των μαύρων κολασμένων τόπων και να
τραγουδήσει σαν τον ποιητή της θείας κωμωδίας :
Γλυκό χρώμα απ' το ζαφείρι
της ανατολής...
Μια τέτοια πλευρά του
έργου του θα γίνει, χωρίς αμφιβολία, αφετηρία για πολλές Φροϋντικές ιλαρότητες,
όπως έγινε και για τον όσο δεν φαντάζονται βαθύ και ανθρώπινο ποιητή των
«Σκιών». Εμείς δεν θα παραμερίσουμε ένα καλλιτεχνικό έργο για να καταφύγουμε
στην έρευνα του φυσικού ατόμου, με τη γνωστή προκρουστική μέθοδο εφαρμογής της
Φρουντικής θεωρίας. Η έντονη πνευματική επίδοση παρακολουθείται συχνά από
κάποια μείωση του φυσικού άτομου, γιατί, όπως έλεγε κι’ ένας παλιός·σοφός παθολόγος,
«η φύση δεν μας προόρισε για πνευματικά όντα». Ανάμεσα σ' αυτή την αλήθεια,
στην απροσάρμοστη σε πολλά ζωή του και στη γραμμή των προγόνων μπορούσε να ανευρεθεί
η αιτία κάποιων νοσηρών πτυχών που διαφαίνονται σ' αυτόν. Αλλά γιατί ν' ακολουθήσω
μια τέτοια έρευνα, αφού πλάι στο μειωμένο φυσικό άτομο διακρίνω ένα σεβαστό
καλλιτεχνικό έργο που φτάνει για να ζωντανέψει μια πνευματική προσωπογραφία,
έτσι όπως την έπλασε με το δυνατό του ταλέντο και με τον πόθο ν’ ανυψωθεί πιο
πάνω από τη μοίρα του ;
Τις εντυπώσεις από το έργο
του τις πήρα αυθόρμητα από τα δημοσιευμένα στα παλιά και νέα περιοδικά
τραγούδια του. Έτσι είχα μπροστά μου, με κάποια χρονολογική σειρά, την ποιητική
του εργασία, με πιο καταφανή τα σημεία των επιδράσεων, των διαφυγών του και των
συχνών αυτοεπαναλήψεων που τις συναντούμε άλλωστε στην ποίηση και των πιο
μεγάλων. Αν έπαιρνα τη συλλογή του «Καθημερινές» χωρίς γνώση της πορείας του, ίσως
να με παρέσυρε σε κάπως διάφορες κρίσεις η επιλογή που είναι φυσικό να ‘γινε
σύμφωνα με τις διαθέσεις και τις αντιλήψεις που τον κυριαρχούσαν την εποχή της εκδόσεως,
καθώς και τις επεμβάσεις ενός πιο ωριμασμένου κριτικού πνεύματος. Προτίμησα την
ποίηση του ολόκληρη, όπως πρωτοτυπώθηκε, χωρίς παραλείψεις, χωρίς επιλογές, με
καταφανή τα Ίχνη της επιδράσεως κυρίως του Moréas.
Ο ίδιος ο Άγρας γράφει
κάπου για τον εαυτό του ότι βγήκε μέσα από τον Moréas, «γιατί αυτός τον έμαθε να
βλέπει, να αισθάνεται, να κάνει καλύτερους στίχους». Αυτό κάθε καλός ποιητής
μας το μαθαίνει αλλά με κάποιο ιδιαίτερο τρόπο
ο καθένας. Νομίζουμε πώς μας το αποκαλύπτει
εκείνος που η ποίηση του όχι μόνο προσαρμόζεται περισσότερο με την ψυχή μας και
τις μυστικές της απαιτήσεις, αλλά κατορθώνει να πραγματοποιήσει ό,τι αόριστα
νοιώθουμε μέσα μας ως τέλεια μορφή της ποιήσεως. Αυτό συνέβη στον Άγρα. Στον
Moréas βρήκε μια νέα εκφραστική άνθηση των καλύτερων στοιχείων του Ρομαντισμού και
του Συμβολισμού, συνυφασμένων με μια ελληνική αποφθεγματικότητα. Συναρπάζεται από
την ποίηση αυτή που φαίνεται βγαλμένη από την πείρα και τις ανησυχίες ενός αιώνα
που έσβηνε, είναι γεμάτη από τις πιο λεπτές χρωματικές παραλλαγές του βορρά,
έχει τη μουσικότητα και την αποφθεγματικότητα του ελληνικού στίχου και μας
φέρνει, ίσως για τελευταία φορά, κοντά
στα ιερά κοιλώματα, που ανάμεσα σε
πυκνές δάφνες και λαμπερά ρυάκια αναπαύονται οι Μούσες. Αυτή ήταν η αφετηρία και
η πιο γόνιμη επίδραση που δέχτηκε. Αυτή διαπνέει το πιο σημαντικό μέρος του
έργου του. Είχε κι’ άλλες επιδράσεις κι’ άλλες αναζητήσεις, όπως είδαμε. Τον
θέλγει η χρωματιστική λεπτομέρεια και τη σπουδάζει ως τον Th. Gautier, άλλα την
δίνει με τη μεθοδο των impressionistes. Βρίσκει συγγένεια στο νοσηρό στοιχείο
του Laforgue, άλλα ξεφεύγει από την τεχνοτροπία του χωρίς δυσκολία, με μια
σειρά τραγουδιών γεμάτων προσωπικό τόνο. Τέλος φαίνεται ότι προσπαθεί να
παραμερίσει κάθε επίδραση και στα τελευταία τραγούδια του, που διάβασα στον
περιοδικό τύπο, δείχνει μια επιθυμία παράξενη για το Μορεανικό, τον λεπτολόγο
σκαλιστή του στίχου, να ξαναγυρίσει σε σκοπούς απλούς, εντυπώσεις της μαθητικής
ζωής και της Αθηναϊκής φτωχογειτονιάς, στη γοητεία των πρώτων αισθησιακών
φρικιάσεων, με στίχους εύκολους, γεμάτους όμως απ' τη χάρη των δικών του
σχεδιασμάτων. Η σειρά αυτή των τραγουδιών του δεν ξέρω αν είναι η καλύτερη,
είναι όμως η πιο προσωπική. Μ' όλη τη στιχουργική, λαϊκή θάλεγες, απλότητα που
συναντούμε σ’ αυτά μας θέλγει μια περίτεχνη σειρά εικόνων, ιδιότυπων, με
έντονους χρωματισμούς, παρμένη από το περιβάλλον της φτωχογειτονιάς, και μια
μυστική ακτινοβολία που μας φέρνει ως την ψυχή άλλοτε το χαμόγελο κι' άλλοτε το
κλάμα των πραγμάτων. Θαυμάζουμε τη λεπτότατη αίσθηση του ποιητή, με την οποία
ξεχωρίζει κάθε ενδιαφέρουσα απόχρωση, κάθε αόριστο μήνυμα μέσα απ' την ομίχλη του
παρελθόντος ή του ψυχικού άδυτου και την δεξιότητα, με την οποία ξαναφέρνει στα
μάτια μας τις θελκτικές πτυχές των πραγμάτων.
Κάποτε στα ιριδίζοντα νερά
ενός βάλτου, πάνω σε κάτι επιπλέοντα ξερόκλαδα, γεμάτα από πράσινα ξέφτια
σήψης, είδα ένα θαυμάσιο κολεόπτερο, της οικογενείας εκείνων που λέει ό λαός
«αλογάκια της Παναγίας». Στεκόταν, κι’ οι λεπτές, μακριές κεραίες πάνω στο
κεφάλι του έτρεμαν, θάλεγες, από ηδονική φρικίαση, καθώς δεχόντουσαν τους
χρυσαφένιους κυματισμούς του φωτός ή ξεχωρίζοντας, ποιός ξέρει, ποίους
εξαίσιους ήχους ή ποίους σπάνιους χρωματισμούς με τους μικροσκοπικούς πολυεδρικούς
αχάτες των ματιών τον ανάμεσα στους ιριδισμούς του βαλτόνερου και τα πράσινα
ξέφτια της σήψης. Είναι μια γοητευτική ποικιλία της ύλης, σκεπτόμουν χωρίς ίχνος
ευφρόσυνης αίσθησης, ή ένας λεπτεπίλεπτος δέκτης, ποιος ξέρει ποιών θαυμάσιων και
απόκρυφων για μας κόσμων; Αν για το θαυμάσιο κολεόπτερο οι ικανότητες αυτές
είναι ίσως μονάχα ποιητική υπόνοια, για τον ποιητή είναι πραγματικότης. Οι
λεπτεπίλεπτοι δέκτες του δεν ξεχωρίζουν μόνο την ανεξάντλητη χρωματική ποικιλία
του γύρω κόσμου, άλλα δέχονται μηνύματα απόκρυφα και μυστηριώδη.
Ξεφυλλίζοντας τις
θαυμάσιες ποιητικές συνθέσεις του, που πολλές θα πλουτίσουν το Νεοελληνικό Παρνασσό,
θυμήθηκα τις σκέψεις αυτές πούκανα δίπλα στο βάλτο, σε μια παλιά κυνηγετική
περιπλάνηση μου. Ο Άγρας ήτανε προικισμένος με τέτοιο λεπτεπίλεπτο δέκτη και
μπορούσε να ξεχωρίζει τις πιο λεπτές αποχρώσεις, τους πιο ανεπαίσθητους
υπαινιγμούς από το κάθε τι. Αυτά όμως τα Μορσικά σήματα που δεχόταν, ήξερε να τ’
αποδώσει στη γλώσσα μας μ’ όλη τους τη γοητεία άλλα και χωρίς να εγκαταλείπει,
παρά πολύ σπάνια, τη φραστική διαύγεια. Εφάρμοζε τη συμβουλή του Α. Franco
«Χαϊδέψετε τη φράση σας, στο τέλος θα σας χαμογελάσει». Καταλάβαινε πώς δεν
ήταν μια συμβουλή για την επιτυχία καλού ύφους μονάχα, αλλά και αποκαλυπτικής
διαυγείας.
Στις νέες ποιητικές τάσεις
όλη αύτη η θαυμάσια ύλη που μας προμηθεύει ο εξωτερικός κόσμος ή το
υποσυνείδητο, δίνεται ακατέργαστη, σκοτεινή, στη Μορσική γλώσσα που τη δέχτηκε ο
ποιητής και γεννά την εντύπωση άλλοτε αδεξιότητας και άλλοτε καλλιτεχνικής αγυρτείας.
* * *
Ο Άγρας επιβεβαιώνει την
αντίληψη ότι η μόρφωση δεν καταστρέφει άλλα ανοίγει νέους δρόμους και
τελειοποιεί το ταλέντο. Απέκτησε μια αξιόλογη μόρφωση κυρίως γύρω απ' την
'Ελληνική και Γαλλική τέχνη, κι’ όμως ο λόγιος δεν φαίνεται να ζημίωσε τον
τεχνίτη, γιατί κι’ όταν ακόμη καταπιανόταν με τη σύνταξη βιβλιογραφικών
δελτίων, όχι μόνο δεν στείρευε η έμπνευσή τον, άλλα παρουσίαζε στοιχεία
εξελίξεως προς ορίζοντες περισσότερο δικούς του. Διέθετε μια οξύτατη αντίληψη που
διαπερνούσε το φλοιό των πραγμάτων, μια πειστική μέθοδο και μια εκφραστική
διαύγεια. Φώτιζε ως το βάθος το αντικείμενο που έκρινε κι' έδινε, με κατανόηση και
απλότητα, δύσκολα θέματα. Η συμβολή του στην κατανόηση αισθητικών θεμάτων ανάμεσα
στους νέους είναι σοβαρή και η κριτική του δεν εγκαταλείπει το έδαφος της σαφήνειας
κι' όταν ακόμη καταπιάνεται με ποιητικά έργα των πιο νωπών τάσεων.
Οι νέοι οφείλουν, πολλά
στον Άγρα. Δεν είναι μόνο η επίδραση του ποιητικού του έργου που την συναντούμε
συχνά, άλλα και το ενδιαφέρον του
για τους τεχνίτες
της γενιάς του.
Πολύ νέος ακόμη
κατορθώνει— σε μια εποχή τόσο επιφυλακτική για τους νεώτερους— με δική του
σχεδόν προσπάθεια να επιτύχει μιαν έκδοση ανθολογίας των νέων 'Ελλήνων ποιητών,
που στάθηκε από τις καλλίτερες στο είδος της. Τρέχει ο ίδιος για να
συγκεντρώσει την ύλη, τα βιογραφικά στοιχεία που του χρειάζονται, παρακινεί με
γράμματα του, καταστρώνει το σχέδιο της εκδόσεως και προσπαθεί να πείσει τον
επιμελητή της βιβλιοθήκης του 'Ελευθερουδάκη, Κώστα Θεοτόκη, και μετά το θάνατο
εκείνου το διάδοχο του στη θέση αυτή Ι. Χρυσαφή, να μη περικόψουν τίποτα από την
ύλη που παρέδωσα και να εξασφαλιστεί μια θέση άνετη για την εργασία κάθε νέου
ποιητή. Η βοήθεια μου στην προσπάθεια του εκείνη υπήρξε ασήμαντη, μ' όλο που είχε
την ευγένεια ν' αναφέρει στον πρόλογο της ανθολογίας τ' όνομα μου, «για να
μοιραστούμε τον έπαινο ή την εύ9ύνη», όπως έγραφε. Από τότε δεν παύει να
ενισχύει τους νέους με κριτικά άρθρα, να ζητά μια θέση αντάξια για την εργασία
τους. Στη μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, έκτος της άλλης του εργασίας, είναι ο
κύριος συντάκτης των άρθρων για τους νέους, αγωνίζεται κι’ εκεί για να επιτύχει
μια τιμητική εμφάνιση για τον καθένα και συντελεί, με την ευρύτερη καλλιτεχνική
του αντίληψη, στην αποκάλυψη της αξίας των νέων και στην ερμηνεία των τάσεων
τους. Παράλληλα γνωρίζει σ’ όλη του την έκταση το έργο των παλιών κι’ ή εργασία
του πάνω σ' αυτούς αν δεν παρουσιάζει κάτι το άρτιο, περιέχει στοιχεία πολύτιμα
για την κατανόηση του έργου τους καθώς και χαρακτηρισμούς λεπτότατους που τους
διακρίνει πρωτοτυπία και οξύτης κριτικής αντιλήψεως. Έχω υπ’ όψει μου μια
διάλεξη του για τον Καβάφη, πού έκανε
νέος ακόμα, με πεποίθηση στην καλλιτεχνική αξία του έργου του, αψηφώντας τη
φανατική αντίδραση που δημιουργούσε τότε το όνομα εκείνο. Έπειτα ένα πλήθος
άρθρα του για τον Παπαδιαμάντη, τον Ξενόπουλο, που τόσα, όπως το ομολογούσε
άλλωστε, του χρωστούνε, τον Παλαμά, τον Παπαντωνίου, τον Μαλακάση. Σ' όλες
αυτές τις περιπτώσεις, αν δεν κατόρθωνε την συγκέντρωση όλων των
χαρακτηριστικών σημείων ενός έργου, αν δεν έδινε μια πλήρη εικόνα, επετύγχανε μια
βαθύτερη διείσδυση από τους άλλους κι' απεκάλυπτε πάντα μια άγνωστη και
ενδιαφέρουσα πλευρά για να φωτίσει.
Σ' ένα άρθρο, με προδιαγεγραμμένα
όρια δεν μπορεί να κριθεί από κάθε πλευρά ένα έργο, σκορπισμένο κατά το
πλείστον σε περιοδικά, που θα ευρύνεται, αν λάβουμε υπ’ όψει τη φιλοπονία του, από
ένα σεβαστό ανέκδοτο μέρος. Ίσως στην ποίηση του, που συνεκέντρωνε την
σοβαρώτερη προσπάθεια του και αποτελούσε το βαθύτερο πόθο του, όπως μούλεγε και
ο ίδιος, να προστεθούν ακόμη ανέκδοτα τραγούδια του με απόλυτα δικό του τόνο,
σειρές ολόκληρες καθαρώς προσωπικού χαρακτήρα, που να μην αρχίζουν όπως οι νεανικές
σειρές με στίχους επηρεασμένους από την τεχνοτροπία του Moréas των «Στροφών» ή
του Verlaine. Η ποίηση των τελευταίων χρόνων του έχει την πνοή μιας δικής του
ατμοσφαίρας και υπόσχεται μια εξέλιξη προς μια εντελώς δική του τεχνοτροπία. Μα
και χωρίς την ύπαρξη σημαντικής ανέκδοτης παραγωγής, με το δημοσιευμένο έργο
του μόνο, ο Τέλλος Άγρας
στέκει στην πιο καλή θέση ανάμεσα στους
νέους της γενιάς του και δεν είναι απλώς ο αντάξιος συνεχιστής μιας ποιητικής
παράδοσης αλλ' ο εκλεκτός τεχνίτης που την πλούτισε και που πρέπει να
τοποθετηθεί πιο πάνω από πολλούς παλιούς. Όση τέφρα κι’ αν σκορπίσει ο χρόνος, το
θέλγητρο μιας τέτοιας ποίησης δεν θ’ αφανιστεί εντελώς μα πάντα θα θερμαίνεται η
ψυχή και θα ευφραίνεται ο νους απ' το διάβασμα των τραγουδιών του, γιατί δεν θά
πάψει ποτέ η γοητεία των ωραίων πραγμάτων.
Γ. ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΣ
Σταυρόπουλος Γ., «Ο Τέλλος
Άγρας και η εποχή του», Νέα Εστία ΛΗ΄, 12/1945, αρ.44θ, σ.1080.
Τέλλος
Άγρας
(1899
– 12 Νοεμβρίου 1944)
Ο Τέλλος Άγρας
καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του Ευάγγελου Ιωάννου, ήταν Έλληνας ποιητής,
δοκιμιογράφος, μεταφραστής και κριτικός λογοτεχνίας.
Γεννήθηκε στην Καλαμπάκα, όπου
υπηρετούσε τότε ως σχολάρχης ο πατέρας του Γεώργιος Ιωάννου. Η μητέρα του
λεγόταν Ειρήνη Βλάχου, ενώ ο μικρότερος αδερφός του Χρήστος. Το 1906
μετακόμισαν οικογενειακώς στο Λαύριο, όπου ο ποιητής τελείωσε το Δημοτικό και
το Ελληνικό Σχολείο. Το 1907 πρωτοεμφανίζεται στη στήλη της αλληλογραφίας του
περιοδικού Η Διάπλασις των Παίδων και από το 1911 έγραφε τακτικά στη στήλη
συνεργασίας συνδρομητών του περιοδικού με το ψευδώνυμο Τέλλος Άγρας. Το 1916
αποφοίτησε από το Γυμνάσιο και γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου
Αθηνών, απ' όπου έλαβε το πτυχίο του το 1923. Το Μάιο του ίδιου χρόνου γράφει
στη Διάπλαση των Παίδων το πεζογράφημα «Αποχαιρετισμός». Συνεργάζεται και με
άλλα περιοδικά, όπως με τη Λύρα, τον Βωμό, τους Νέους κ.ά.
Το 1918 βραβεύεται στο Σεβαστοπούλειο
Διαγωνισμό, ενώ κερδίζει και βραβείο στο διαγωνισμό διηγήματος του περιοδικού
Εσπερία στο Λονδίνο. Το 1921 έδωσε διάλεξη για τον Καβάφη στην αίθουσα του
Ελληνικού Ωδείου. Την ίδια χρονιά μεταφράζει τις Στροφές του γαλλόφωνου Έλληνα
ποιητή Ζαν Μορεάς (Jean Moreas). Το 1924 εργάστηκε στο Υπουργείο Γεωργίας, και
Τουρισμού. Το 1927 διορίστηκε στην Εθνική Βιβλιοθήκη, θέση στην οποία παρέμεινε
έως το θάνατό του.
Έγραψε κυρίως ποίηση και
κριτική λογοτεχνίας. Συχνά έγραφε και στο περιοδικό " Νέα Εστία" ,
της οποίας διετέλεσε και αρχισυντάκτης για ένα διάστημα, ενώ δημοσιεύει κείμενά
του στα περιοδικά " Ελληνικά Γράμματα" , Νέα Ζωή, Αλεξανδρινή Τέχνη,
Δελτίο του Εκπαιδευτικού Ομίλου και σε πολλά άλλα έντυπα καθώς και στη Μεγάλη
Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια του Πυρσού.
Το 1934 κυκλοφόρησαν Τα
βουκολικά και τα εγκώμια, η πρώτη ποιητική του συλλογή και το 1939 η δεύτερη με
τίτλο Καθημερινές, που τιμήθηκε το 1940 με το " Α΄Κρατικό Βραβείο
Ποίησης".
Στη διάρκεια της
Γερμανικής Κατοχής χειροτέρεψε η ευαίσθητη κατάσταση της υγείας του. Το
Νοέμβριο του 1944, χτυπημένος από αδέσποτη σφαίρα στον αστράγαλο, μεταφέρεται
στο νοσοκομείο Ευαγγελισμός, όπου και πέθανε από σηψαιμία..
Ποιήματά του μελοποιήθηκαν
από τη " Νένα Βενετσάνου" και τον " Νότη Μαυρουδή".
Απόψεις-Κρίσεις
για το έργο του
«Ο Τέλλος Άγρας τοποθετείται στους Έλληνες
ποιητές του μεσοπολέμου, τους λεγόμενους νεορομαντικούς ή παρακμιακούς
(Καρυωτάκης, Κλέων Παράσχος, Ναπολέων Λαπαθιώτης, Κώστας Ουράνης κ.ά.). Το
ποιητικό του έργο είναι αποτέλεσμα δημιουργικής αφομοίωσης του πνεύματος του
γαλλικού συμβολισμού και αισθητισμού ( Moreas, Laforgue, Verlain, Mallarme,
Baudelaire κ.ά.), αλλά και της ελληνικής ποιητικής παράδοσης από το δημοτικό
τραγούδι ως τον Ιωάννη Πολέμη, τον Κωστή Παλαμά, το Μιλτιάδη Μαλακάση και τον
Κωνσταντίνο Καβάφη. Κινήθηκε στα πλαίσια της εσωτερικότητας, της μελαγχολίας,
της νοσηρότητας και της απαισιοδοξίας των συγχρόνων του, υιοθέτησε την
ειδυλλιακή ενατένιση του παρελθόντος, ωστόσο παράλληλα χάρη στη βαθιά
πνευματική του καλλιέργεια αρνήθηκε να παραδοθεί στην απελπισία και αγωνίστηκε
να κρατηθεί από την ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο.»
»Πρέπει τέλος να σημειωθεί η αξία του
κριτικού του έργου που χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερη οξυδέρκεια, ευαισθησία,
βαθιά γνώση της φιλοσοφίας και επαρκή ενημέρωση για τις σύγχρονές του
ευρωπαϊκές θεωρίες της λογοτεχνίας και τον τοποθετεί στην πρωτοπορία της
νεοελληνικής κριτικής σκέψης.» (www.ekebi.gr)
ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου