ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ
Το
πληκτρολόγιο κόκαλα δεν έχει και κόκαλα (και υπολήψεις) τσακίζει
Συντάκτης: Ντίνα
Δασκαλοπούλου
Άλλοι λένε πως ο κόσμος
ήταν πάντα έτσι. Όταν βριζόταν προ αμνημονεύτων χρόνων στα μπλε και πράσινα
καφενεία.
Όταν ούρλιαζε στις εξέδρες
των γηπέδων. Όταν έκραζε τον θηλυπρεπή γείτονα.
Όταν κορόιδευε τον «λειψό»
του χωριού. Όταν γκάριζε «πλύνε κάνα πιάτο».
Άλλοι λένε πως ο κόσμος
έχει πιάσει πάτο ύστερα από επτά ολόκληρα χρόνια κρίσης και ποτέ πριν δεν
υπήρξε αγριότερος.
Στον δρόμο, στο σχολείο,
στα τηλεοπτικά στούντιο, ακόμα και μέσα στο Κοινοβούλιο οι ύβρεις, οι
προσωπικές επιθέσεις, η ειρωνεία, οι προπηλακισμοί έχουν γίνει στοιχείο της
καθημερινότητάς μας.
Οπότε γιατί να
αναρωτιόμαστε για την αρένα των μέσων κοινωνικής δικτύωσης;
Κανένας επιστήμονας δεν
έχει αποφανθεί ακόμα οριστικά (και πώς θα μπορούσε;) αν τα μέσα κοινωνικής
δικτύωσης αντανακλούν την κοινωνία ή φτιάχνουν ένα παράλληλο σύμπαν, ωστόσο
αυτό που παρατηρούν με βεβαιότητα είναι πως επηρεάζουν βαθιά τόσο την κεντρική
πολιτική σκηνή όσο και την ψυχολογία των χρηστών τους.
Αρκεί απλώς να
σταχυολογήσουμε ορισμένα περιστατικά: τις τελευταίες καμπάνιες του ΣΥΡΙΖΑ που
στηρίχτηκαν κυρίως στη δύναμη του διαδικτύου και των χρηστών του, τους ΑΝ.ΕΛΛ.
που έστησαν ευρωψηφοδέλτιο μέσω Ιντερνετ, το Κίνημα του Γιώργου Παπανδρέου που
στηρίχτηκε στο Διαδίκτυο για να προσελκύσει μέλη.
Η δύναμη των μέσων
κοινωνικής δικτύωσης είναι τέτοια που μπορούν να γκρεμίσουν είδωλα όπως η Κική
Δημουλά (όταν εκστόμισε την ξενοφοβική ατάκα για τους μετανάστες που…
καταλαμβάνουν τα παγκάκια στην Κυψέλη) ή να τρέψουν σε άτακτη φυγή από τον
ψηφιακό κόσμο καλλιτέχνες όπως ο Αρκάς (που κατέβασε τη σελίδα του μετά τον
καταιγισμό αρνητικών σχολίων που δέχτηκε για τις γελοιογραφίες του).
Πού σταματάει ακόμα και η
ανηλεής κριτική και πού αρχίζει η βία;
Τα όρια είναι ρευστά και
τα αναζητούν εναγωνίως επικοινωνιολόγοι, ψυχολόγοι, νομικοί, νομοθέτες.
Σ’ έναν κόσμο που
υποδέχεται ως νέο πλανητάρχη τον μεγαλύτερο τραμπούκο που ανέδειξε η σύγχρονη
πολιτική, μοιάζουν σχεδόν παιδιάστικα όσα πριν από λίγο καιρό μπορούσαν να μας
ανατριχιάσουν: το τουίτ του Χρήστου Χωμενίδη στη Μυρσίνη Λοΐζου όταν η κόρη του
Μάνου Λοΐζου απαγόρευσε να παίζεται σε συγκεντρώσεις του ΠΑΣΟΚ το «Καλημέρα
ήλιε» («Αν η κόρη μου μού φερθεί όπως η Μυρσίνη Λοΐζου στον μπαμπά της, θα την
καταραστώ από τον τάφο να μην ξαναχ…ποτέ») ή τα αναρίθμητα αισχρά σχόλια του…
υπεύθυνου πολιτισμού του ΠΑΣΟΚ Θανάση Χειμωνά σε αμέτρητους ανθρώπους
(ενδεικτικά έγραψε στην τηλεκριτικό Ντέπυ Γκολεμά «σε διαγράφω κι άντε γα…
κήτος»).
Στην Αμερική έχει ήδη
ξεκινήσει μια τεράστια συζήτηση για τον ρόλο που έπαιξαν τα σόσιαλ μίντια στην
εκλογή Τραμπ, αναγκάζοντας σε «απολογία» τον ιδρυτή του facebook, Μαρκ
Ζούκενμπεργκ, ενώ καταγράφεται ήδη το φαινόμενο πολλοί άνθρωποι να κλείνουν
τους λογαριασμούς τους.
Στην Ελλάδα τα σόσιαλ
μίντια έπαιξαν ρόλο σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις των τελευταίων χρόνων,
αλλά κυριολεκτικά έγιναν πεδίο πολιτικής μάχης μετά τα δραματικά γεγονότα του
καλοκαιριού του 2015 και τη διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ που ακολούθησε: χωρίς
συλλογικές διαδικασίες και με τις οργανώσεις του κόμματος ανενεργές, είδαμε για
πρώτη φορά στην ιστορία μια διάσπαση online.
Μια
μαρτυρία
Ωστόσο, δεν είναι μόνο οι
επώνυμοι που στοχοποιούνται ή τα πολιτικά πάθη που μας κάνουν να κακοποιούμε ο
ένας τον άλλο και πολλές φορές δημόσια.
Μπορεί να είναι και τα
ερωτικά. Όπως στην περίπτωση του Π.Λ. (τα στοιχεία του στη διάθεση της
εφημερίδας).
«Μπορείτε να με κρεμάσετε
όλες οι γυναίκες, αλλά δεν έκανα και κανένα πρωτοφανές έγκλημα. Ξενοπήδηξα,
αλλά δεν είμαι ούτε ο πρώτος ούτε ο τελευταίος», λέει ο Π.Λ. που πριν από
λίγους μήνες πήρε διαζύγιο όταν η ερωμένη του αποφάσισε να στείλει στη γυναίκα
του όλα τα ερωτικά μηνύματα που είχαν ανταλλάξει τους έξι μήνες της σχέσης
τους.
«Φυσικά και είμαι θύμα
μπούλινγκ κι εγώ και η πρώην σύζυγός μου. Από πού κι ως πού δημοσιοποίησε η
κυρία αυτή την προσωπική μας αλληλογραφία;»
Εντελώς διαφορετική ήταν η
επίθεση που δέχθηκε η Γ.Α. Κάποιος έφτιαξε ένα προφίλ χρησιμοποιώντας
φωτογραφίες της και πραγματικά στοιχεία από τη ζωή της, έγινε φίλος με τους
διαδικτυακούς της φίλους κι άρχισε να τους… στολίζει κανονικά.
«Ένιωσα σαν να με βιάζουν,
σαν να έχουν εισβάλει στον πιο προσωπικό μου χώρο», μας λέει η Γ.Α. «Φοβήθηκα
πάρα πολύ, δεν μπορούσα να καταλάβω γιατί κάποιος κλέβει την ταυτότητα ενός
άλλου ανθρώπου και γιατί εξαπολύει επιθέσεις σε ανθρώπους που δεν ξέρει. Δεν
ήταν τόσο η κακία που με τάραξε, αλλά το γεγονός ότι μου φαίνεται εντελώς χωρίς
νόημα».
Όλοι
οι... καλοί χωράνε
«Ο διαδικτυακός εκφοβισμός
έχει ανάλογες συνέπειες στον ψυχισμό του θύματος με αυτές του εκφοβισμού σε
φυσικό χώρο, όπως εκδήλωση φοβιών και άγχους, αίσθημα αβοήθητου και απόγνωσης,
οργή αλλά και θλίψη», μας εξηγεί η Ελεάννα Πανδιά, υποψήφια διδάκτορας στο
Πάντειο Πανεπιστήμιο που ειδικεύεται στην Ψυχολογία της Επικοινωνίας.
Η κ. Πανδιά τονίζει πως
πρόσφατες έρευνες δείχνουν ότι ενώ παλιότερα ο διαδικτυακός εκφοβισμός και η
παρενόχληση μέσω διαδικτύου ήταν συχνότερα ανάμεσα στους εφήβους και τους
νεαρούς ενηλίκους, το ποσοστό ανάλογης συμπεριφοράς αυξάνεται διαρκώς και στους
ενηλίκους, εμφανίζεται συχνά στα σύγχρονα εργασιακά περιβάλλοντα και γίνεται
ολοένα και πιο έντονο στον δημόσιο διάλογο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Οι υβριστές του Διαδικτύου
άλλοτε εμφανίζονται επώνυμα κι άλλοτε κρύβονται πίσω από ψευδώνυμα – συνήθως
έχουν και μια αγέλη που τους ακολουθεί.
Αφού η ψηφιακή περσόνα
δώσει το σύνθημα, ξεκινάει ο φραστικός λιθοβολισμός του όποιου ενοχλητικού για
όποιο λόγο.
Αν νομίζετε πως πρόκειται
για άτομα χωρίς παιδεία και χωρίς καλλιέργεια, κάνετε λάθος: μπορεί να είναι
γιατροί, καθηγητές, δημοσιογράφοι και μάλιστα εγνωσμένου κύρους στον τομέα
τους.
Τι είναι αυτό που
εξαγριώνει και εξαχρειώνει τους ανθρώπους όταν βρεθούν πίσω από μια οθόνη;
Η
Λουπάκη και η «Σούλα Τρόμπα»
Η δημοσιογράφος Ευγενία
Λουπάκη έχει πολλές φορές υποστεί «μπούλινγκ» στα σόσιαλ μίντια.
Όταν πρόσφατα
δημοσιοποίησε τις χυδαίες επιθέσεις που υπέστη από ένα «τρολ», οι ψηφιακοί της
φίλοι αντέδρασαν ποικιλοτρόπως: άλλοι την προέτρεπαν να το αγνοήσει κι άλλοι να
πάρει μέτρα.
Η κ. Λουπάκη αποφάσισε
αυτή τη φορά να κινηθεί νομικά και να τραβήξει τον φερετζέ που καλύπτει το
πραγματικό πρόσωπο της «Σούλα Τρόμπα».
Και μας εξηγεί γιατί:
«Οποιος έχει δημόσιο λόγο,
υπόκειται και σε κριτική και πρέπει να μάθει να ζει μ’ αυτό. Μερικές φορές,
πολλές φορές, η κριτική θα είναι σκληρή, θα είναι άδικη, θα είναι πολεμική.
Θα απομονώσουν κάτι που
είπες ή που έγραψες, θα το διαστρεβλώσουν, θα αποδώσουν προθέσεις που δεν
έχεις, θα γράψουν ενδεχομένως ενσυνείδητα ψεύδη για να “τεκμηριώσουν” την άποψη
που έχουν για σένα και να την παρουσιάσουν ως κριτική.
Θα προβληματιστείς, θα
θυμώσεις, θα στενοχωρηθείς, θα απαντήσεις ή όχι, ανάλογα με την ιδιοσυγκρασία
σου και τον τρόπο που έχει διατυπωθεί αυτή η κριτική.
Όλο αυτό είναι, ας πούμε,
μέσα στο “παιχνίδι”. Εκεί που η πίστα αλλάζει, είναι όταν αρχίζει η χυδαιότητα,
το χτύπημα κάτω απ’ τη ζώνη, οι υπαινιγμοί που αφορούν την προσωπική ζωή, η
κλειδαρότρυπα.
Και σ’ αυτό το “ανώτερο”
στάδιο, στην αρένα πετιούνται βασικά οι γυναίκες. Κάθε γυναίκα στοιχειωδώς
εμφανίσιμη που τολμάει να ξεχωρίζει στη δουλειά της είναι a priori ύποπτη.
“Ποιος ξέρει τι παλούκια
έχει πηδήξει αυτή”, δεν θα το πει κανείς ποτέ για έναν άντρα. Ο σεξισμός υπήρχε
ανέκαθεν, αλλά στην εποχή των social media απογειώθηκε σε ύψη απροσμέτρητα.
Δεν “φταίει το μέσο” -
κανένα πληκτρολόγιο δεν γράφει μόνο του. Απλώς η απόσταση, η ανωνυμία,
διευκολύνουν τα πιο χαμηλά, ποταπά στοιχεία ενός εκάστου να διοχετεύονται με
μεγαλύτερη ευκολία και ασφάλεια.
Αλλά πρέπει να τα έχεις
για να τα διοχετεύεις. Προσωπικά έχω υποστεί ανάλογες επιθέσεις και πριν από το
Ιντερνετ και απάντησα δικαστικά, καταδικάζοντας τους συκοφάντες («Ελεύθερος
Τύπος», Δημήτρης Ρίζος και Ανδρέας Καψαμπέλης, 1993). Το ίδιο πρόκειται να κάνω
και τώρα.
Κάπου πρέπει να μπει ένας
φραγμός στην ανθρωποφαγία και ιδιαίτερα στον κανιβαλισμό γυναικών από τους
άντρακλες του Διαδικτύου. Αφού δεν σέβονται, τουλάχιστον να φοβούνται».
Ορισμός
και τρόποι εκδήλωσης
Ο διαδικτυακός εκφοβισμός
(cyberbullying) αφορά την οποιαδήποτε φραστική επίθεση θίγει την τιμή και την
υπόληψη κάποιου, οποιαδήποτε παρενόχληση αφορά το κοινωνικό φύλο, την
εθνικότητα, την πολιτική τοποθέτηση, την εμφάνιση, τις απόψεις ή και τη
συμπεριφορά του.
Μπορεί να εκδηλωθεί με
αναρίθμητους τρόπους, όπως τους καταγράφουν οι επιστήμονες:
► Flaming (στην πυρά): διαδικτυακές διαμάχες μηνυμάτων με επιθετικό
περιεχόμενο.
► Harassment (παρενόχληση): μηνύματα με
υβριστικό περιεχόμενο.
► Cyber stalking: μηνύματα με απειλητικό
περιεχόμενο, το θύμα ανησυχεί για την ασφάλειά του.
► Denigration (δυσφήμηση): δημοσιοποίηση
ψευδών φημών ή προσωπικών πληροφοριών.
► Exclusion (εξοστρακισμός): αποκλεισμός
κάποιου από μια διαδικτυακή ομάδα ή από διαδικτυακό παιχνίδι.
► Trolling: προκλητικά μηνύματα που
προκαλούν σύγκρουση.
► Ιmpersonation (χρήση προσωπικού
λογαριασμού): είσοδος σε διαδικτυακό λογαριασμό, δημοσιοποίηση σχολίων,
προβλήματα και παρεξηγήσεις στις σχέσεις του ατόμου.
► Outing: δημοσιοποίηση στοιχείων που
αφορούν τη σεξουαλική προτίμηση.
► Τrickery (εμπαιγμός): δημοσιοποίηση
πληροφοριών χωρίς τη συγκατάθεση του ατόμου.
Όπως εξηγεί η κ. Πανδιά,
μια συμπεριφορά εκφοβισμού είτε προκύπτει σε φυσικό είτε σε δυνητικό χώρο, έχει
τα εξής κοινά χαρακτηριστικά: γίνεται στο πλαίσιο κάποιας αντιπαράθεσης -αν και
δεν είναι απίθανο να είναι απρόκλητη- όπου κάποιος χρησιμοποιεί τη φυσική του
δύναμη, τη δυσφημιστική πληροφορία ή το υποτιμητικό σχόλιο εναντίον κάποιου
άλλου με σκοπό να τον φέρει σε δύσκολη θέση, να τον κάνει να σωπάσει, να τον
απαξιώσει, εν τέλει να τον «υποτάξει».
Το ζήτημα του διαδικτυακού
εκφοβισμού μπορεί να προσεγγιστεί ως συνέπεια πολλών παραγόντων, υποστηρίζει η
κ. Πανδιά*:
(*Ελεάννα
Πανδιά, υποψήφια διδάκτορας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο που ειδικεύεται στην
Ψυχολογία της Επικοινωνίας)
«Τα μέσα μαζικής
ενημέρωσης έχουν συμβάλει στο να φυσικοποιηθούν όροι διαλόγου που περιλαμβάνουν
ύβρεις και προσωπικές προσβολές, μοντέλο συμπεριφοράς που επαναλαμβάνεται όλο
και περισσότερο ακόμα και κατά τη διάρκεια των συνεδριάσεων του ελληνικού
Κοινοβουλίου.
Η οικονομική κρίση έχει
αναμφίβολα παίξει τον ρόλο της στην όξυνση των πνευμάτων, στην ανάγκη απόδοσης
ευθυνών και δικαιοσύνης, όμως ο κοινωνικός διάλογος περιορίζεται συχνά στην
ανταλλαγή προσβολών κάτω από τα άρθρα εφημερίδων, σε ύβρεις στα διάφορα fora
στα οποία πολλές φορές έχει προαποφασιστεί τι είναι αληθινό, τι μπορεί να γίνει
αντικείμενο επερώτησης και διαπραγμάτευσης και τι είναι αποδεκτό.
Επίσης, αν αναλογιστούμε
ότι με βάση τη θεωρία της γνωστικής ασυμφωνίας (έχει προταθεί από το 1957) μάς
είναι δυσάρεστο να ερχόμαστε αντιμέτωποι με οτιδήποτε μπορεί να προκαλέσει
ασυνέπεια ανάμεσα σε αυτά που ήδη γνωρίζουμε και τις νέες πληροφορίες που
μπορεί να τα ανατρέψουν και ότι επιλέγουμε να ελαχιστοποιούμε τον χρόνο και τον
κόπο που δαπανούμε για να επεξεργαστούμε τις πληροφορίες, καταλαβαίνουμε για
ποιο λόγο, στην εποχή που μεγάλος όγκος πληροφορίας είναι διαθέσιμος και
διαδίδεται ταχύτατα, επιλέγουμε να επικοινωνούμε κυρίως με εκείνους που
συμφωνούμε ήδη!
Αν σε αυτά προσθέσουμε την
αντίληψη που έχουμε ότι η άποψή μας ανήκει στην πλειοψηφία αλλά και πως η
πλειοψηφία –μάλλον– έχει δίκιο, μειώνεται ακόμα πιο πολύ η πιθανότητα να
ανεχθούμε μια διαφορετική άποψη κι ακόμα περισσότερο να αλλάξουμε τη δική μας».
Η
γλώσσα του bullying και οι βαθύτερες διαστάσεις
Του Ανδρέα Βατσινά*
Η είδηση πως ο Sergei
Casper, ένας μαθητής στη Ρωσία, βρήκε φριχτό θάνατο κατά τον βασανισμό από τους
συμμαθητές του, περιγράφτηκε ως περιστατικό bullying.
Αυτό το ερμηνευτικό
πλαίσιο όχι μόνο καθιστά ανεξήγητα και ασήμαντα τα αίτια του συγκεκριμένου
περιστατικού, αλλά αποπολιτικοποιεί και συγκαλύπτει άμεσα την κοινωνικοπολιτική
και πολιτισμική τους διάσταση.
Η παραπάνω επίθεση
φαντάζει ακατανόητη αν δεν ληφθεί υπόψη το πατριαρχικό και θεσμικά καταπιεστικό
για τα ΛΟΑΤ άτομα πλαίσιο που έχει διαμορφωθεί στη Ρωσία κατά τα τελευταία
χρόνια.
Ενδεικτικά αυτού του
πλαισίου είναι όχι μόνο οι αντι-γκέι νόμοι του Πούτιν, αλλά και μια σειρά
επιθέσεων, περιστατικών βασανισμού, βιασμού και δολοφονιών ομοφυλόφιλων, που
ανέχεται –αν δεν στηρίζει ενεργά– σημαντικό μέρος της ρωσικής κοινωνίας.
Έτσι, το περιστατικό αυτό
δεν αποτελεί κάποια απρόσμενη παθολογική περίπτωση «bullying» που οφείλεται
στην «ψυχολογία» των «θυτών» ή του «θύματος», αλλά ένα «φυσιολογικό»
τελετουργικό επιβολής της ηγεμονικής αρρενωπότητας σε εκείνους που θεωρούνται
υποδεέστεροι εντός ενός έντονα πατριαρχικού και ομοφοβικού πλαισίου (βασική
αιτία ήταν η αγάπη του για τις τέχνες και η επιθυμία του να δίνει παραστάσεις).
Η ανεξήγητη «αδιαφορία»
της καθηγήτριας που βρισκόταν μπροστά στο περιστατικό δείχνει, αν όχι τη
συμμόρφωσή της με το συγκεκριμένο φαλλοκρατικό πλαίσιο, τότε τουλάχιστον την
ανοχή της απέναντι σε αυτό. Αντίστοιχα, στην υπόθεση του Βαγγέλη Γιακουμάκη που
πήρε πρωτοφανή δημοσιότητα, τα αίτια δεν πρέπει να αποδίδονται σε κάποια
υποτιθέμενη ψυχοπαθολογία των «θυτών» ή στα ψυχολογικά χαρακτηριστικά του
«θύματος», αλλά στη θεσμοθετημένη επιβολή μιας ορισμένης μάτσο αρρενωπότητας,
με τους διάφορους εξευτελισμούς και καψώνια να συνοδεύονται από την παρότρυνση
των Κρητικών συγκατοίκων του: «Να δείχνεις και να φέρεσαι σαν Κρητικός. Να
είσαι σκληρός άντρας, όπως όλοι οι συντοπίτες σου».
Στις παραπάνω περιπτώσεις
(όπως και σε πολύ διαφορετικές περιπτώσεις) ο λόγος του bullying μάς επιτρέπει
να νοηματοδοτήσουμε διάφορα φαινόμενα και να μιλήσουμε γι’ αυτά, εγκλωβίζοντας
όμως τη σκέψη μας σε ένα επιφανειακό επίπεδο ψυχολογίας, ψυχοπαθολογίας ή
προβληματικής οικογενειακής ανατροφής, με αποτέλεσμα να παραβλέπουμε τις
βαθύτερες κοινωνικοπολιτικές και πολιτισμικές τους διαστάσεις καθώς και τις
σχέσεις εξουσίας που διαπλέκονται με αυτά.
● Απόσπασμα από το άρθρο
με τίτλο «Ενάντια και πέρα απ’ τη ρητορική του (αντι)bullying» - (Δίκτυο
Κριτικής Ψυχολογίας)
«Μην
ταΐζετε το... τέρας των τρολ»
Αυτή είναι η βασική αρχή
αντιμετώπισης της βίας στο Διαδίκτυο, όπως λένε όλοι οι ειδικοί.
Τα σόσιαλ μίντια δεν είναι
ο πραγματικός κόσμος κι αυτό πρέπει όλοι να το έχουμε πάντα κατά νου.
Όσο πιο πολύ εμπλέκεται κανείς
σε διαδικτυακούς καβγάδες τόσο μεγαλύτερες πιθανότητες έχει να φάει λάσπη στο
ψηφιακό ριγνκ.
Ωστόσο, αν τα πράγματα
εκτραχυνθούν, υπάρχει κι άλλου είδους αντιμετώπιση, όπως μας εξηγεί η δικηγόρος
Κλειώ Παπαντολέων, που έχει χειριστεί τέτοιου είδους επιθέσεις:
«Οι προσβολές που
υφίσταται ένα πρόσωπο μέσω Διαδικτύου αντιμετωπίζονται κατ’ αρχήν όπως και όλες
οι προσβολές της προσωπικότητας και της τιμής: Ο θιγόμενος υποβάλλει μήνυση σε
βάρος του δράστη για εξύβριση ή συκοφαντική δυσφήμηση, ενεργοποιεί δηλαδή την
ποινική διαδικασία ή/και ασκεί αγωγή για προσβολή προσωπικότητας ενώπιον των
αστικών δικαστηρίων, ζητώντας την άρση της προσβολής και την παράλειψή της στο
μέλλον και χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που έχει υποστεί».
Η ιδιαιτερότητα των
προσβολών αυτών δεν έγκειται σε κάποια ειδική διαδικασία ή ειδικό ένδικο μέσο
το οποίο διαθέτει ο θιγόμενος διά του Διαδικτύου.
Η ιδιαιτερότητα έγκειται
στο γεγονός ότι συχνά ο θιγόμενος δεν γνωρίζει καν ποιος είναι αυτός που τον
προσβάλλει, τον συκοφαντεί ή τον διαπομπεύει γιατί ο χρήστης χρησιμοποιεί
ψευδώνυμο ή ανύπαρκτες ταυτότητες.
Τι γίνεται στην περίπτωση
αυτή μάς εξηγεί η κ. Παπαντολέων:
«Έχουν εκδοθεί αποφάσεις
από τα ελληνικά δικαστήρια για αναρτήσεις τόσο σε ιστολόγια όσο και σε
ιστοσελίδες κοινωνικής δικτύωσης, γι’ αυτό και όσοι θεωρούν ότι θα γλιτώσουν
επειδή υπογράφουν, για παράδειγμα, ως “λάκης πιτσιποπάκης”, θα πρέπει να το
ξανασκεφτούν.
Πρέπει κανείς να
απευθυνθεί στη Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος, υποβάλλοντας μήνυση κατ’
αγνώστων, προκειμένου η Δίωξη να αναζητήσει τα στοιχεία και την ταυτότητα του
δράστη.
Σε αυτή τη διαδικασία, η
συνεργασία αρχών και ξένων κρατών, ιδίως των ΗΠΑ, είναι απαραίτητη, αφού εκεί
εδρεύουν οι περισσότερες εταιρείες. Η συνεργασία αυτή δεν είναι πάντα δεδομένη,
ιδίως όταν αφορά ελάσσονες προσβολές.
Πρέπει πάντως να έχει
κανείς υπόψη του ότι η προσβολή που γίνεται διαδικτυακά, λόγω των
χαρακτηριστικών και των ιδιοτήτων του μέσου, ενίοτε προκαλεί βαρύτατη ή και
ανεπανόρθωτη βλάβη σε ένα πρόσωπο, ιδίως όταν λαμβάνει διαστάσεις cyber
bullying».
«Η ορθή και πολιτισμένη
χρήση του Διαδικτύου είναι και αυτή θέμα παιδείας αλλά και εκπαίδευσης»,
υποστηρίζει η κ. Πανδιά. «Είναι σημαντικό παιδαγωγοί και δημοσιογράφοι να
εργαστούν μαζί ώστε να βοηθήσουν να θυμηθούμε όλοι τις αρχές του διαλόγου τις
οποίες είχε αναλύσει ο Αριστοτέλης στη Ρητορική του. Δεν αρκεί να είναι κάποιος
έντιμος, να έχει καλές και αγαθές προθέσεις ή να έχει πειστικά επιχειρήματα που
ευσταθούν. Χρειάζονται όλα τα παραπάνω για να μάθουμε να κουβεντιάζουμε εντός
και εκτός Διαδικτύου».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου