Οι
τυχοδιωκτικές δηλώσεις Ερντογάν για τη Συνθήκη της Λωζάννης σήμα εθνικού
συναγερμού για την Ελλάδα
Γράφει
ο ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΝΕΑΡΧΟΥ Πρέσβυς ε.τ.
Υπήρχε μέχρι τώρα μια
εύλογη υποψία ότι η απότομη και απίστευτη οικονομική καταστροφή που υπέστη η
Ελλάδα, εν καιρώ ειρήνης, με αφορμή το χρέος και τα δημόσια ελλείμματα είχε στο
παρασκήνιο και γεωπολιτικές παραμέτρους. Απέβλεπε δηλαδή στον γεωπολιτικό έλεγχο
της χώρας μέσα από τον πλήρη οικονομικό έλεγχο.
Η υποψία αυτή φαίνεται να
επιβεβαιώνεται με τη μετάλλαξη της οικονομικής κρίσεως σε κρίση εθνικής
ακεραιότητας και ασφάλειας. Μετά ειδικότερα τις δηλώσεις Ερντογάν για τη
Συνθήκη της Λωζάννης, την επίσημη υιοθέτηση από το Τουρκικό υπουργείο
Εξωτερικών της θεωρίας για δήθεν «κατεχόμενα» από την Ελλάδα νησιά στο Αιγαίο
αλλά και την περίεργη ανεκτική στάση των ΗΠΑ και Ευρωπαίων εταίρων, όπως η
Γερμανία, απέναντι στους τυχοδιωκτισμούς του Ερντογάν.
Το τελευταίο είναι
ιδιαίτερα ανησυχητικό και εμβάλλει σε μια δεύτερη υποψία μήπως οι σύμμαχοι και
ορισμένοι, τουλάχιστον, Ευρωπαίοι εταίροι ερωτοτροπούν με την ιδέα γεωπολιτικών
αλλαγών στο Αιγαίο, σε βάρος της Ελλάδος. Ο στόχος σε μια τέτοια περίπτωση θα
ήταν η παροχή ανταλλαγμάτων στον Ερντογάν, προς εξυπηρέτηση δικών τους
στρατηγικών και γεωπολιτικών συμφερόντων και επιδιώξεων, που συνδέονται με την
κατάσταση στη Μέση Ανατολή και τον άκρατο γεωπολιτικό ανταγωνισμό με τη Ρωσία
στην περιοχή αυτή και την παρουσία της στην Ανατολική Μεσόγειο και τα Βαλκάνια.
Είναι γνωστό ότι η
Αμερικανική πολιτική επιδιώκει μονίμως τη σύμπλεξη της Ελλάδος με την Τουρκία
σ’ έναν ενιαίο στρατηγικό χώρο, στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, με στόχο τη δημιουργία
ενός αντι-Ρωσικού φράγματος στο Αιγαίο αλλά και την παγίωση μιας νέας
γεωπολιτικής τάξεως στα Βαλκάνια, μετά την επέμβαση του ΝΑΤΟ και τη διάλυση της
Γιουγκοσλαβίας.
Στο πλαίσιο αυτό, η Άγκυρα
βρήκε πρόσφορο έδαφος για να προωθήσει τις αμφισβητήσεις και διεκδικήσεις της,
υπολογίζοντας στην ιδιαίτερη γεωστρατηγική της σημασία και στον ρόλο της στον
Μουσουλμανικό κόσμο.
Οι καταλυτικές εξελίξεις
στη Μέση Ανατολή, μ’ επίκεντρο τη Συρία και το Ιράκ, αναρρίπισαν τις Τουρκικές
Νέο-Οθωμανικές φιλοδοξίες αλλά ταυτόχρονα και τους φόβους που προκαλούν οι
εθνικοί αγώνες των Κούρδων και οι ενδεχόμενοι σχεδιασμοί τρίτων για τον ρόλο
του Κουρδικού παράγοντα στην περιοχή.
Ο σημερινός Τούρκος
Πρόεδρος βλέπει στη γεωπολιτική ρευστότητα στην περιοχή και στην άνοδο του
Ισλαμισμού μια ιστορική ευκαιρία, την οποία πιστεύει ότι πρέπει να συναρμόσει
με τις μεγάλες φιλοδοξίες της Άγκυρας για επέκταση και Νεο-Οθωμανικά μεγαλεία.
Θεωρεί επίσης αναγκαία μια επεμβατική πολιτική για να αποτρέψει ανεπιθύμητες
εξελίξεις στο Κουρδικό και για να ενισχύσει τον γεωπολιτικό ρόλο της Τουρκίας
στην περιοχή.
Με το ίδιο πνεύμα,
αντιμετωπίζει την εξουθενωτική οικονομική κρίση στην Ελλάδα, τη δραματική
μείωση των αμυντικών δαπανών αλλά και τη σημερινή ένταση στις σχέσεις ΗΠΑ και
Ρωσίας ως μια άλλη ιστορική ευκαιρία, την οποία πρέπει να αξιοποιήσει για την
προώθηση των επεκτατικών της στόχων κατά της Ελλάδος και της Κύπρου.
Το πιο ανησυχητικό και
επικίνδυνο είναι, προφανώς, η ανοχή, αν όχι η συμπαιγνία, που μπορεί να βρει
από τους υποτιθέμενους φίλους και συμμάχους μας. Έχουμε ήδη ένα δείγμα γραφής
στο Κυπριακό.
Ο Αμερικανός Αντιπρόεδρος
Τζο Μπάιντεν, που προβάλλεται μάλιστα ως μεγάλος φίλος της Κύπρου, ο οποίος θα
ασκούσε την επιρροή του για τον μετριασμό της Τουρκικής αδιαλλαξίας, δεν βρήκε
τίποτε άλλο να κάνει, προσφάτως στη Ν. Υόρκη, από το να μεταφέρει τις Τουρκικές
προτάσεις στην Ελληνική πλευρά. Πολύ χειρότερα ακόμη, ταυτίσθηκε μ’ αυτές και
άσκησε ασφυκτικές πιέσεις στον Κύπριο Πρόεδρο να τις αποδεχθεί. Οι προτάσεις
αυτές, ούτε λίγο ούτε πολύ, ζητούν την ανανέωση των συνθηκών εγγυήσεως του 1960
και τη δημιουργία Τουρκικής αεροναυτικής βάσεως στην Κύπρο, στην οποία θα
σταθμεύουν Τουρκικές στρατιωτικές δυνάμεις και μετά τη «λύση».
Εάν συνυπολογίσει κανείς
την αξίωση αυτή της Τουρκικής πλευράς, με την συζητούμενη «λύση» διζωνικής ομοσπονδίας
με πολιτική ισότητα θα διαπιστώσει ότι, σε μια τέτοια περίπτωση, ολόκληρη η
Κύπρος θα περιερχόταν στον γεωπολιτικό έλεγχο της Άγκυρας.
Οι Τουρκικές αξιώσεις και
διεκδικήσεις στο Αιγαίο αναβαθμίσθηκαν δραματικά από τον Ταγίπ Ερντογάν με την
απροκάλυπτη αμφισβήτηση της Συνθήκης της Λωζάννης.
Η αμφισβήτηση ήρθε ως
συνέχεια μιας πιο πονηρής στρατηγικής, που αναπτύχθηκε και προεβλήθη σταδιακά
με τη μορφή της δημιουργίας γκρίζων ζωνών στο Αιγαίο και της προβολής
ισχυρισμών για δήθεν νησίδες και βραχονησίδες στο Αιγαίο, με ακαθόριστο
καθεστώς. Μια τελευταία, αποσπασματική εκδοχή της θεωρίας αυτής είναι ο
ισχυρισμός ότι η Ελλάδα «κατέλαβε» δήθεν 16 νησιά τα οποία είναι Τουρκικά!
Ο ισχυρισμός αυτός
προεβλήθη αρχικά από ακραία στοιχεία στην Τουρκική Εθνοσυνέλευση. Υιοθετήθηκε
αργότερα από το Ρεπουμπλικανικό κόμμα της αξιωματικής αντιπολιτεύσεως και έγινε
εσχάτως επίσημη θέση του Τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών. Το τελευταίο εξέδωσε
και σχετική ανακοίνωση. Η Τουρκική πλευρά έκανε επιπλέον ένα βήμα περαιτέρω, με
την έκδοση δύο ΝΟΤΑΜ, με τις οποίες αμφισβητεί στις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις
το δικαίωμα να κάνουν ασκήσεις σε μεγάλες περιοχές του Αιγαίου, με τον
ισχυρισμό ότι οι περιοχές αυτές είναι αποστρατικοποιημένες.
Η κατάσταση είναι άκρως
σοβαρή και η παρουσίασή της ως απλής διελκυστίνδας στην εσωτερική πολιτική ζωή
μεταξύ Ερντογάν και Κεμαλιστικής αντιπολιτεύσεως θα έστελνε λάθος μηνύματα. Δεν
υπάρχει αμφιβολία ότι ο Ταγίπ Ερντογάν προσπαθεί στο εσωτερικό μέτωπο να
υπερφαλαγγίσει τους πολιτικούς και ιδεολογικούς του αντιπάλους. Αυτό όμως δεν
σημαίνει ότι η πολιτική πλειοδοσία μεταξύ κυβερνήσεως και αντιπολιτεύσεως
μειώνει τους κινδύνους.
Οι σειρήνες συναγερμού
ήχησαν στην Ελλάδα, με αφορμή την άσκηση «Παρμενίων», και καλώς ήχησαν, για να
σταλεί το μήνυμα ότι υπάρχει ανάγκη εθνικού συναγερμού. Το μήνυμα όμως πρέπει
να το πάρει πρώτη η κυβέρνηση και να συμπεριφερθεί αναλόγως:
• Ελλάδα δεν έχει
περιθώρια να συνεχίσει την κατεδαφιστική οικονομική πολιτική που επιβάλλει η
«τρόικα». Χρειάζεται επειγόντως ανασύνταξη και εθνική αναπτυξιακή στρατηγική.
Θα πρέπει, στο πνεύμα αυτό, να παρθούν σύντομα γενναίες αποφάσεις.
• Η Ελλάδα δεν μπορεί να
συνεχίσει την πολιτική δρακόντειων περικοπών στις αμυντικές δαπάνες. Αντιθέτως,
έχει ανάγκη από ένα επείγον εξοπλιστικό πρόγραμμα που θα καλύψει τα κενά που
υπάρχουν στην άμυνα της χώρας.
• Η Ελλάδα δεν μπορεί να
συνεχίσει την ολέθρια πολιτική των ανοικτών συνόρων στη λαθρομετανάστευση με
πρόσχημα τους πρόσφυγες.
• Η κυβέρνηση δεν μπορεί
να υποθάλπει και να ανέχεται τον εθνομηδενισμό και την υπονόμευση της εθνικής
συνοχής και της Ελληνικής και Ορθόδοξης ταυτότητας της χώρας.
• Η Ελλάδα, τέλος, δεν
μπορεί να παραμείνει εγκλωβισμένη στις επιταγές των υποτιθέμενων συμμάχων και
εταίρων. Πρέπει να κάνει πράξη την πολυδιάστατη πολιτική και να αναζητήσει
στρατηγικά ερείσματα για την κατοχύρωση της ασφάλειας και της ακεραιότητάς της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου