Άμυνα νήσων
Η άμυνα των νήσων είναι
ένα ζήτημα μείζονος σημασίας για τη χώρα μας αλλά σε διεθνές επίπεδο θεωρείται
σπατάλη δυνάμεων, αφού η νέα μορφή πολέμου επικεντρώνεται σε οικονομικά
δεδομένα. Άλλωστε, μετά τον Β' ΠΠ, οι μεγάλες δυνάμεις εστιάζουν στις
επιθετικές επιχειρήσεις κατάληψης νήσων και όχι στην προστασία των τελευταίων,
για τον απλό λόγο ότι δεν απειλείται η εθνική τους ακεραιότητα από τη κατάληψη
νήσων από εχθρικές δυνάμεις, όπως συμβαίνει στην ελληνική περίπτωση.
Ειδικότερα, μετά το 1974
και την εισβολή στην Κύπρο, μόνο η Ταϊβάν αντιμετωπίζει το ίδιο πρόβλημα, η
οποία διαθέτει συμπλέγματα μικρών νήσων σε μικρή απόσταση από την ηπειρωτική
Κίνα και ο τρόπος προστασίας τους είναι κάποια πυραυλικά συστήματα για την
προσβολή στόχων επιφανείας.
Οι Σουηδοί και οι Νορβηγοί
έχουν ασχοληθεί με την άμυνα ακτών. Η γεωγραφική διαμόρφωση όμως των ακτών τους
είναι περίπλοκη, με πολλούς κολπίσκους (φιόρδ), και η άμυνα μπορεί να
επιτευχθεί με κινητές δυνάμεις, που περιλαμβάνουν πυραυλικά συστήματα για εξουδετέρωση
πλοίων αποβάσεως. Οι δυνάμεις αυτές μετακινούνται από ακτή σε ακτή μέσω της
ασφαλούς ενδοχώρας και με ταχύπλοα από ακτή σε ακτή. Για το σκοπό αυτό έχουν
προσαρμόσει ανάλογα και τα εξοπλιστικά τους προγράμματα. Σε κάθε περίπτωση, η
άμυνα των νήσων είναι μια ιδιάζουσα επιχειρησιακή περίπτωση, ειδικά όταν αφορά
ένα σύμπλεγμα νήσων που βρίσκονται σε μικρή απόσταση από την ηπειρωτική χώρα
του αντιπάλου.
Η κρίση των Ιμίων το 1996
ήταν η αφορμή για να αφυπνιστεί η Ελλάδα και να συνειδητοποιήσει ότι η Τουρκία
έχει στρέψει την προσοχή της από τα μεγάλα νησιά στη δημιουργία «γκρίζων ζωνών»
για τη διεκδίκηση μέρους του Αιγαίου. Για το λόγο αυτό άρχισαν να
δημιουργούνται ειδικές μονάδες για αντιμετώπιση παρόμοιων καταστάσεων (Ζ' ΜΑΚ),
ενώ το σύστημα χειρισμού κρίσεων άρχισε να εξετάζει και περιπτώσεις που στο
παρελθόν αντιμετωπίζονταν ως ρουτίνας, όπως για παράδειγμα αυτή του τουρκικού
εμπορικού πλοίου που είχε προηγηθεί των Ιμίων και ζητούσε βοήθεια μόνο από τα
τουρκικά σκάφη.
Φυσικά, η γεωπολιτική
σημασία του ελληνικού νησιωτικού συμπλέγματος στο Αιγαίο είναι γνωστή από την
αρχαιότητα. Στη σύγχρονη εποχή, και ειδικότερα κατά τη διάρκεια του Ψυχρού
Πολέμου όταν η άμυνα της χώρας ήταν προσανατολισμένη προς το Βορρά, τα ελληνικά
νησιά έδιναν βάθος στην αμυντική γραμμή των βόρειων συνόρων αλλά και στα Στενά
του Βοσπόρου. Όποιος κατείχε τα Στενά, ουσιαστικά απαγόρευε τη διέλευση των
εχθρικών πλοίων προς την Κεντρική και Ανατολική Μεσόγειο, ακόμη και αν είχαν
καταληφθεί τα Στενά.
Η Λήμνος, ακόμη και την
εποχή του Α' Π.Π., αποτελούσε για τους Συμμάχους προέκταση των Δαρδανελίων και,
στο νοτιότερο άκρο, η Κρήτη αποτελούσε τη μεγάλη αεροπορική και ναυτική βάση
που θα υποστήριζε τις επιχειρήσεις στο Αιγαίο, αλλά και την τελευταία γραμμή
άμυνας, η οποία δεν έπρεπε να καταληφθεί από τον αντίπαλο. Είναι επίσης γνωστό
ότι στις επιχειρήσεις στο Κουβέιτ και στο Ιράκ, η Κρήτη χρησιμοποιήθηκε ως ο
ενδιάμεσος σταθμός ανεφοδιασμού πλοίων και αεροσκαφών.
Μετά το 1974, που έγινε
σαφής η επεκτατική πολιτική της Τουρκίας, η οποία έχει θέσει ως κύριο στόχο την
επέκταση του ζωτικού της χώρου στο Αιγαίο, η ελληνική πλευρά αναγκάστηκε να
οργανώσει σε πρώτη φάση την άμυνα των μεγάλων και ενδιάμεσης έκτασης νήσων.
Όταν η τουρκική απειλή και οι επιδιώξεις στράφηκαν στα μικρά νησιά, η Ελλάδα έστειλε
και εκεί στρατιωτική δύναμη για να δηλώσει την παρουσία της και να τα φυλάσσει.
Τότε η τουρκική στρατιωτική απειλή στράφηκε στη διεκδίκηση του μισού Αιγαίου
(25ος μεσημβρινός) μέσω της επέκτασης των τουρκικών ενδιαφερόντων στις χιλιάδες
βραχονησίδες, οι οποίες ήταν αδύνατον να φυλαχτούν με στρατιωτική δύναμη. Αυτό
το επιδιώκει η Τουρκία με μικρότερο κόστος από αυτό της διεξαγωγής πολεμικών
επιχειρήσεων μεγάλης κλίμακας, εναντίον κάποιου μεγάλου νησιού.
Αποβατικές
ενέργειες και τακτικές άμυνας
Ως γνωστόν, το πλεονέκτημα
των αποβατικών δυνάμεων είναι ο αιφνιδιασμός και η εξαπόλυση επίθεσης στο
αδύναμο σημείο της εχθρικής άμυνας, με σκοπό να διευρύνουν το προγεφύρωμα και
να καταλάβουν την ευρύτερη περιοχή. Η βασική επιδίωξη του επιτιθέμενου είναι να
αναγκάσει τον αμυνόμενο να διασπείρει τις δυνάμεις του και να τις μετακινήσει
σε άλλη κατεύθυνση από εκείνη της ακτής απόβασης, με σκοπό να εγκλωβιστούν οι
αμυνόμενοι σε συγκεκριμένη περιοχή ώστε να μην μπορούν να κινηθούν σε άλλη
απειλούμενη περιοχή. Επιπλέον, επιδίωξη του επιτιθέμενου είναι να αναγκάσει τον
αμυνόμενο να σπαταλήσει τις δυνάμεις και τους οικονομικούς πόρους του σε μια
αναποτελεσματική άμυνα, που θα είναι ευάλωτη σε περιοχές που θα ενεργήσει ο
επιτιθέμενος. Συνήθως τέτοιας μορφής άμυνα είναι αυτή που επιδιώκει να οχυρώσει
υπερβολικά πολλές περιοχές της ακτής και παράλληλα αφήνει ακτές αφύλακτες.
Αντίθετα, η σύγχρονη
αντίληψη αφορά μια ευέλικτης μορφής άμυνα, με σύγχρονα οπλικά συστήματα, που θα
μπορούν να μεταφερθούν εύκολα στην τοποθεσία όπου θα προσανατολιστεί η
αποβατική δύναμη. Η δημιουργία προγεφυρώματος, δηλαδή η κατάληψη μιας λωρίδας
ακτής για να χρησιμοποιηθεί στη συνέχεια για αποβίβαση άλλων δυνάμεων, είναι η
προϋπόθεση για να συνεχιστεί η αποβατική ενέργεια και να καταληφθούν οι
παραπέρα αντικειμενικοί σκοποί, όπως το υπόλοιπο νησί ή ζωτικές εγκαταστάσεις
(αεροδρόμιο, λιμάνι, ραντάρ κ.λπ.). Οι αποβατικές δυνάμεις δημιουργούν το
προγεφύρωμα από το σημείο μηδέν, όπου δεν υπάρχει ούτε ένας στρατιώτης στην
ακτή, σε μια φάση όπου θα υπάρχουν βαριές δυνάμεις, με άρματα μάχης και
πυροβολικό και θα προωθούνται στο εσωτερικό της τοποθεσίας απόβασης. Σε όλη τη
διάρκεια της επιχείρησης αλλά ειδικά στη φάση που οι δυνάμεις κινούνται από τα
αποβατικά πλοία στην ακτή, ο κίνδυνος είναι μεγάλος και η όλη επιτυχία
στηρίζεται στη δυνατότητα συνεργασίας της αντιαεροπορικής άμυνας και της
ναυτικής απομόνωσης της περιοχής.
Η διεξαγωγή της αποβατικής
ενέργειας από αποστάσεις στις οποίες δεν υπάρχει η δυνατότητα οπτικής
παρατήρησης από τον αμυνόμενο ή ακόμη και η δυνατότητα εντοπισμού από παράκτια
ραντάρ (over
the horizon), είναι μια σύγχρονη
τεχνική που επιτρέπει τον αιφνιδιασμό και γίνεται με την ταχύτητα και την
ευελιξία που διαθέτουν τα σύγχρονα μέσα μεταφοράς, όπως τα αερόστρωμνα (hovercraft) ή και σε συνδυασμό με τη
μεταφορά δυνάμεων με ελικόπτερα. Η δυνατότητα αυτή προφυλάσσει τα πλοία
απόβασης και τα πλοία συνοδείας και δίνει τακτικό πλεονέκτημα σε όσες δυνάμεις
διαθέτουν αυτά τα μέσα.
Η παλαιότερη αντίληψη
διεθνώς στην τοποθέτηση των δυνάμεων για την άμυνα ακτών επέβαλλε τη γραμμική
σχεδόν διάταξη στις πιθανές ακτές απόβασης, όπως έγινε στις γαλλικές ακτές από
τους Γερμανούς. Οι δυνάμεις οργανώνονταν στατικά, με οχυρώσεις ικανές να
αντέξουν στα πυρά του ναυτικού πυροβολικού και των οπλικών συστημάτων του
πρώτου τουλάχιστον κύματος των επιτιθέμενων. Τα μικρά οχυρωματικά έργα δύναμης
συνήθως ομάδας (10 ανδρών) ή διμοιρίας (30-50 ανδρών) συμπλήρωναν το δίκτυο στο
επίπεδο του τάγματος (500 άνδρες). Επικοινωνούσαν δε μεταξύ τους με ορύγματα
συγκοινωνίας και δίκτυα επικοινωνιών. Η άμυνα ήταν «εμπροσθοβαρής», δηλαδή οι
περισσότερες δυνάμεις βρίσκονταν εμπρός και λίγες ήταν πίσω σαν εφεδρεία. Η
κύρια ευθύνη υπήρχε στους μικρούς ηγήτορες των μπροστινών κλιμακίων που είχαν
και άμεση εμπλοκή στη μάχη.
Από τη μελέτη της
γερμανικής άμυνας στις γαλλικές ακτές φαίνεται το ιδιαίτερο βάρος που δινόταν
στην οργάνωση του εδάφους, με ναρκοπέδια, παγίδες και συρματοπλέγματα στις
ακτές. Η παράκτια άμυνα περιλάμβανε βαριά πυροβόλα για χρήση εναντίον πλοίων,
αφού τότε δεν υπήρχαν κατευθυνόμενα πυραυλικά συστήματα γι' αυτό το σκοπό. Οι
διοικήσεις λόχων ήταν σε απόσταση 500 μ. περίπου από την πρώτη γραμμή, ενώ οι
διοικήσεις ταγμάτων ήταν σε βάθος 1.000 μ., κοντά στην εφεδρεία, ώστε να
επεμβαίνουν άμεσα. Τα κενά μεταξύ των πιθανών ακτών απόβασης καλύπτονταν με
αναγνωριστικές περιπόλους. Οι ισχυρές εφεδρείες βρίσκονταν σε μεγαλύτερο βάθος.
Στη σημερινή διεθνή
πρακτική τοποθετείται μια δύναμη στο κέντρο του νησιού ή την παράκτια περιοχή
και εφαρμόζεται τακτική επιτήρηση από τις ναυτικές και τις αεροπορικές δυνάμεις
της περιοχής. Σε ορισμένες περιπτώσεις, τοποθετείται μικρός αριθμός αεροσκαφών
επί του νησιού. Η τελευταία τακτική προϋποθέτει ότι υπάρχουν δυνατότητες
μετακίνησης των δυνάμεων από το κεντρικό σημείο στην απειλούμενη περιοχή. Η
δυνατότητα μεταφοράς δυνάμεων από κεντρικά σημεία σε ακτές ή από ακτή σε άλλη
ακτή ή από το ένα νησί στο άλλο ή από τον ηπειρωτικό χώρο στο απειλούμενο νησί,
γίνεται πιο αποτελεσματική με τα κατάλληλα μέσα, όπως αερόστρωμνα, ελικόπτερα
μεταφοράς, ταχύπλοα ή ακόμη με την κατασκευή βοηθητικών λιμένων ή με δρομολόγια
εγκάρσιων, τα οποία θα δώσουν τη δυνατότητα ταχείας μεταφοράς στην απειλούμενη
περιοχή. Με τον τρόπο αυτό διαφοροποιείται η αναλογία δυνάμεων στην απειλούμενη
περιοχή υπέρ του αμυνόμενου. Αυτό μπορεί επίσης να εφαρμοστεί και σε περιοχή
αεραπόβασης, που απειλείται από αεραγήματα ή αερομεταφερόμενες δυνάμεις με
ελικόπτερα. Αν η ευέλικτη αυτή άμυνα επί της νήσου συμπληρωθεί σωστά με την
«εξωτερική ασπίδα» από ναυτικές και αεροπορικές δυνάμεις, μπορεί να αποφευχθεί
ακόμη και η προσέγγιση των εχθρικών δυνάμεων.
Απόσπασμα
από άρθρο του Νικολάου Τόσκα, υποστράτηγου (ε.α.) στο περιοδικό ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ
(ΦΕΒ. 2009). Διαβάστε επίσης το Προστασία από κατάληψη νησιωτικών εδαφών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου