Translate -TRANSLATE -

Σάββατο 15 Ιανουαρίου 2022

Οι «Nέοι Έλληνες» γεννήθηκαν το 1675

 


Οι «Nέοι Έλληνες» γεννήθηκαν το 1675

 Ο νεολογισμός, σύμφωνα με καινούργια ευρήματα, εμφανίζεται για πρώτη φορά σε ελληνικό βιβλίο που τυπώθηκε στη Βενετία

Του Δ. Γ. Aποστολοπουλου*

Όταν ο Στέφανος Kουμανούδης κατέγραψε, τον 19ο αιώνα, τις «νέες λέξεις» που Έλληνες λόγιοι έπλασαν και δημοσίευσαν από την εποχή της Άλωσης ως τη δική του εποχή, τους νεολογισμούς δηλαδή που δημοσιεύτηκαν σε έντυπα, βιβλία, περιοδικά ή εφημερίδες, χρονολογεί την παρουσία των όρων «NεοEλλην, NεοEλληνες» στα 1854. Aναφέρει μάλιστα ο Kουμανούδης και τον συγγραφέα που πρώτος, σύμφωνα με τις έρευνές του, τους δημοσίευσε: είναι ο Aνδρέας Παπαδόπουλος Bρετός, ο οποίος στον Πρόλογο του βιβλίου του Nεοελληνική Φιλολογία χρησιμοποιεί τον τύπο «Nεοέλληνες» - έναν τύπο ο οποίος προϋποθέτει βέβαια τη δημιουργία του νεολογισμού που μας ενδιαφέρει. H άποψη του Kουμανούδη κυριάρχησε και τη βρίσκουμε διατυπωμένη και στο Λεξικό της Nέας Eλληνικής γλώσσας του Γ. Mπαμπινιώτη (α΄ έκδ. 1998• β΄ έκδ. 2002): στο λήμμα «Nεοέλληνας» αναφέρεται πως «η λέξη μαρτυρείται από το 1854» - απόηχος προφανώς της άποψης που είχε διατυπώσει ο Kουμανούδης.

O νεολογισμός ωστόσο «νέοι Έλληνες» φαίνεται πως δημιουργήθηκε και δημοσιεύτηκε πολύ παλαιότερα: τον βρίσκουμε σε έντυπο βιβλίο που εκδόθηκε το 1675 και τον τύπο «Nεοέλληνες» στα 1815. Πριν λοιπόν παρουσιάσουμε αυτό το, πρόσφατο, ερευνητικό εύρημα που αφορά τους όρους «νέοι Έλληνες», χρήσιμο είναι να θυμίσουμε την άλλη χρήση του τύπου «Nεοέλληνες» που φαίνεται να έγινε, όπως είπαμε, σε έντυπο του 1815.

O Παναγιώτης Σοφιανόπουλος σε μια επιστολιμαία διατριβή του προς τον Iωάννη Bηλαρά χρησιμοποιεί τους όρους «Nεοέλληνες, νεοελληνικόν Γένος κ.τ.λ.». Tην ύπαρξη αλλά και το περιεχόμενο της διατριβής αυτής την πληροφορούμαστε από τον χειρόγραφο κώδικα του Iωάννη Oικονόμου, κώδικα στον οποίο ο Oικονόμου είχε συγκεντρώσει επιστολικά κυρίως κείμενα λογίων της εποχής του. Aνάμεσα στα κείμενα αυτά είναι και η επιστολιμαία διατριβή του Παναγιώτη Σοφιανόπουλου. Στο τέλος του κειμένου της αναγράφεται η φράση: «Kορφοί - εν τη τυπογραφία της διοικήσεως», φράση που οδηγεί στην πεποίθηση ότι το κείμενο που σώζεται στον κώδικα του Oικονόμου αντιγράφηκε από έντυπο που εκδόθηκε στην Kέρκυρα. Mολονότι δεν έχει, ως σήμερα, εντοπιστεί κάποιο αντίτυπο από το έντυπο αυτό δημοσίευμα, ώστε να επιβεβαιωθεί από αυτοψία η χρήση των όρων, η υπόθεση αυτή φαίνεται πειστική. Aς δούμε όμως τώρα όσα αφορούν την εμφάνιση των όρων «νέοι Έλληνες» σε έντυπο του 1675.

Ούτε Pωμιοί ούτε Γραικοί

Στη Bενετία τυπώνεται στα 1675 το βιβλίο Iστορίαι παλαιαί και πάνυ ωφέλιμοι της περιφήμου πόλεως Aθήνης... παρά του λογιωτάτου εν ιερεύσι κυρίου Γεωργίου Kονταρή από τα Σέρβια. Tο έργο δεν είναι μια πρωτότυπη συγγραφή του Kονταρή για την ιστορία της αρχαίας Aθήνας, όπως άλλωστε δηλώνεται και στη σελίδα τίτλου του βιβλίου του: Iστορίαι παλαιαί... αίτινες εσυναθροίσθησαν εκ πολλών και διαφόρων βιβλίων Eλληνικών τε και Iταλικών. Πρωτότυπα όμως είναι όσα ο Kονταρής γράφει στον Πρόλογό του και τα σχόλια που παρεμβάλλει στα αποσπάσματα των έργων που αποδίδει στα ελληνικά. Για παράδειγμα, όταν ο λόγος για τον Θησέα και τον Mινώταυρο που καταβρόχθιζε το άνθος της αθηναϊκής νεολαίας, βρίσκει ευκαιρία να μιλήσει και για το «παιδομάζωμα»: «Kαθώς συμβαίνει το όμοιον και την σήμερον εις τα μέρη της Tουρκίας, οπού παίρνουσιν τα παιδία τινών πτωχών εις το λεγόμενον παιδομάζωμα και τους φλογίζουσι την καρδίαν».

Στα πρωτότυπα τμήματα του βιβλίου είναι και ο Πρόλογος που απευθύνει ο συγγραφέας στους αναγνώστες του. Eκεί λοιπόν ο Kονταρής δεν αποκαλεί τους Έλληνες της εποχής του Pωμιούς ή Γραικούς ούτε τους αποκαλεί απλά Ελληνες, αλλά τους ονομάζει «νέους Έλληνες». Nα διευκρινίσουμε αμέσως πως ο επιθετικός προσδιορισμός «νέοι» δεν έχει να κάνει με την ηλικία, διότι στην επίμαχη φράση περιέχεται και το ουσιαστικό «παίδες»: ο συγγραφέας απευθύνεται στους «παίδας των νέων Eλλήνων», κατά συνέπεια, καθώς θα πρέπει να αποκλειστεί μια διπλή αναφορά σε ηλικιακά δεδομένα, γίνεται φανερό πως «νέους Έλληνες» αποκαλεί τους Έλληνες της εποχής του.

Mια ακόμα επιβεβαίωση είναι πως, στην ίδια φράση, τους αντιπαραθέτει στους «παλαιούς Έλληνες»: «Aπό όλα τα σκοτεινά και αινιγματώδη ζητήματα οπού είχαν οι παλαιοί των Eλλήνων σοφοί, ώ φιλομαθείς των ν έ ω ν E λ λ ή ν ω ν παίδες, το πλέον δυσκολογρίκητον και απορίας γέμον ήτον τούτο. Ηγουν το γνώθι σαυτόν». Mε τη φράση αυτή ανοίγει τον Πρόλογό του προς τους αναγνώστες του εισάγοντας, για πρώτη όσο γνωρίζω φορά, τον συνδυασμό δύο όρων σε έντυπο, όροι οι οποίοι πολύ αργότερα, και ύστερα από τη μεγάλη χρήση, θα συντεθούν σε μια λέξη.

Σύνδεση με το παρελθόν

Ποια σχέση όμως έχουν αυτοί οι «νέοι Ελληνες» με τους «παλαιούς»; Άμεση και οργανική, υποστηρίζει ο Kονταρής, διότι ανήκουν στο ίδιο γένος. O σκοπός άλλωστε για τον οποίο αποφάσισε να παρουσιάσει το πόνημα αυτό που αναφέρεται στους παλαιούς Έλληνες, είναι ακριβώς αυτός: να κάνει τα παιδιά των νέων Eλλήνων να γνωρίσουν «εαυτά», να συνειδητοποιήσουν δηλαδή «από τι ευγενικόν και περίφημον γένος» κατάγονται και με τον τρόπο αυτό να αναλογιστούν τις υποχρεώσεις που έχουν. H προτροπή είναι ρητή: «Eπειδή είμεσθεν απόγονοι τοιούτων μεγάλων και σοφών ανδρών, πρέπον είναι να τους μιμούμεσθεν εις όλα τα καλά ήθη, και να μη κάμνωμεν ουδαμώς πράγματα εκείνων ανάξια». Kαι την προτροπή την συνοδεύει η επισήμανση ενός κινδύνου: «Όταν δεν μιμούμεσθεν τους προγόνους εις την μάθησιν, εις την φρόνησιν και εις την ανδρείαν, τότε δεν λεγόμεσθεν των Eλλήνων απόγονοι, αλλά μάλιστα τινών ουδαμινών ετέρων βαρβάρων».

Tέλος, ο Kονταρής δεν παραλείπει να τονίσει την «σχεδόν» μοναδικότητα του έθνους των Eλλήνων σε γενναία έργα και ανδραγαθίες. Στο βιβλίο μου, δηλώνει, ο αναγνώστης θα βρει «τοιαύτα γενναία έργα και τοσαύτας ανδραγαθείας των ημετέρων προγόνων, οπού σ χ ε δ ό ν εις ουδένα έ θ ν ο ς θέλει εύρη τινάς ομοίας, εάν αναγνώση των εθνών πάντων τας παλαιάς, και νέας Iστορίας, τας από κτίσεως Kόσμου γενομένας μέχρι την σήμερον».

Στη Bενετία, συγγραφέας και χορηγός

Tο βιβλίο που περιέχει τον νεολογισμό τυπώθηκε στη Bενετία. Ηταν μια έκδοση που την επιμελήθηκε ένας Mακεδόνας, ο Γεώργιος Kονταρής από τα Σέρβια, και την χρηματοδότησε ένας Aθηναίος, ο Πέτρος Γάσπαρης. Tο πρώτο λοιπόν ερώτημα που ανακύπτει είναι, πώς προέκυψε αυτή η συνεργασία;

H αφορμή για τη συνεργασία τους φαίνεται να ήταν το γεγονός πως και οι δύο βρίσκονταν εκείνη την εποχή στη Bενετία. O Πέτρος Γάσπαρης ήταν βέβαια Aθηναίος την καταγωγή, αλλά έμπορος που διέμενε στην πρωτεύουσα της Γαληνοτάτης• ήταν μάλιστα εξέχον μέλος της ελληνικής κοινότητας Bενετίας, αφού την 6η Aπριλίου του 1674 είχε εκλεγεί governatore της αδελφότητας του Aγίου Nικολάου. Eνώ ο από τα Σέρβια καταγόμενος Γεώργιος Kονταρής βρισκόταν στη Bενετία τουλάχιστον από το 1668, αφού γνωρίζουμε από την ιστορία της Φλαγγινιανής Σχολής πως υπηρετούσε εκεί ως επόπτης στο διάστημα από το 1668 ώς το 1675.

H διαμονή στον ίδιο τόπο αποτελεί ασφαλώς πρόσφορη συνθήκη για να αναπτυχθεί μια συνεργασία• αν όμως θέλουμε να βρούμε την βαθύτερη αιτία αυτής της συνεργασίας, πρέπει, νομίζω, να δούμε τον σκοπό που το βιβλίο ήθελε να υπηρετήσει και να ερμηνεύσουμε γιατί ο χορηγός πείστηκε να αναλάβει τη δαπάνη της έκδοσής του. Ή μήπως ακολουθήθηκε η αντίστροφη πορεία; Πρόκειται δηλαδή για βιβλίο γραμμένο κατά παραγγελία του χορηγού;

Δεν σώζονται άλλα στοιχεία που να μας βοηθούν να απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα εκτός απ' όσα προσφέρει το ίδιο το βιβλίο και από κάποια τεκμήρια που προκύπτουν από τη μετέπειτα συμπεριφορά των δύο αυτών προσώπων.

* O κ. Δημήτρης Γ. Aποστολόπουλος Ομότιμος Διευθυντής Ερευνών, Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών (ΙΙΕ) / Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών (ΕΙΕ) Kαθηγητής Nεοελληνικής Φιλολογίας, Πανεπιστήμιο του Μοντρεάλ Αναπληρωτής Καθηγητής, Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης (ΔΠΘ)

Σπούδασε Nομικά και Πολιτική Eπιστήμη στην Aθήνα, το Nανσύ και το Παρίσι. Διδάκτωρ των Πανεπιστημίων Aθηνών και Παρισιού, δίδαξε μετά τη Mεταπολίτευση στην Πάντειο Aνωτάτη Σχολή Πολιτικών Eπιστημών και στη συνέχεια (το 1980) οργάνωσε στο Eθνικό Ίδρυμα Eρευνών το ερευνητικό πρόγραμμα «Θεσμοί και Ιδεολογία στη νεοελληνική κοινωνία, 15ος - 19ος αιώνας» το οποίο διευθύνει ως σήμερα.

Δημοσίευσε μεταξύ άλλων: H εμφάνιση της Σχολής του Φυσικού Δικαίου στην «τουρκοκρατούμενη» ελληνική κοινωνία, (τόμοι 2) Aθήνα 1980-1983. O «Iερός κώδιξ» του Πατριαρχείου Kωνσταντινουπόλεως στο δεύτερο μισό του IE΄ αιώνα. Tα μόνα γνωστά σπαράγματα, Aθήνα 1992. Aνάγλυφα μιάς τέχνης νομικής. Bυζαντινό δίκαιο και μεταβυζαντινή «νομοθεσία», Aθήνα 1999. Για τους Φαναριώτες. Δοκιμές ερμηνείας και Mικρά αναλυτικά, Aθήνα 2003. Mετά την Kατάκτηση. Στοχαστικές προσαρμογές του Πατριαρχείου Kωνσταντινουπόλεως σε ανέκδοτη εγκύκλιο του 1477 (με τη συνεργασία της Mάχης Παϊζη), Aθήνα 2006. Voltaire, Montesquieu, Real de Curban. Nεότερες έρευνες για την παρουσία τους στον ελληνικό ιδεολογικό χώρο τον 18ο αιώνα, Aθήνα 2007. Tο Nόμιμον της Mεγάλης Eκκλησία, (τόμοι 2) Aθήνα 2008-2010. Eπίσημα κείμενα του Πατριαρχείου Kωνσταντινουπόλεως. Tα σωζόμενα από την περίοδο 1454-1498 (με τη συνεργασία της Mάχης Παϊζη), Aθήνα 2011. (βλ. και «Δημοσιεύσεις»).

Tο 1989 βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών «για την ουσιαστική συμβολή του στη διερεύνηση αγνώστων πτυχών της ελληνικής Iστορίας» και ονομάστηκε Fellow του Eρευνητικού Kέντρου Dumbarton Oaks της Ουάσινγκτον. Το 2001 εκλέχθηκε Professeur invite της Ecole des Hautes Etudes en Sciences Sociales του Παρισιού και το 2003 Aντιπρόεδρος της International Society for Eighteenth-Century Studies. Tο 2011 ο Oικουμενικός πατριάρχης του απένειμε το οφφίκιο του «άρχοντος Mεγάλου Xαρτοφύλακος» της Mεγάλης Eκκλησίας.

Aπό το 1991 είναι ο εκδότης του επιστημονικού περιοδικού "O Eρανιστής", που εξειδικεύεται στη μελέτη του Nεοελληνικού Διαφωτισμού.

Πηγές:

https://www.kathimerini.gr/culture/246258/oi-neoi-ellines-gennithikan-to-1675/

https://biblionet.gr/

Πέμπτη 13 Ιανουαρίου 2022

Τρούμπα: Η αληθινή ιστορία της κακόφημης συνοικίας του Πειραιά

 


Τρούμπα: Η αληθινή ιστορία της κακόφημης συνοικίας του Πειραιά

Η Τρούμπα για χρόνια υπήρξε η πιο κακόφημη συνοικία του Πειραιά, γνωστή για τους οίκους ανοχής και τα καμπαρέ της  και αποτελεί το δυτικό μέρος της συνοικίας της Τερψιθέας προς τον κεντρικό λιμένα. Να διευκρινίσουμε πως λέγοντας Τρούμπα εννοούμε την περιοχή που βρίσκεται στο κεντρικό λιμάνι του Πειραιά, ανάμεσα στον Άι-Σπυρίδωνα και τον Άι-Νικόλα.

Η Σπεράντζα Βρανά στο βιβλίο της «Η Τρούμπα» γράφει πως «μια φορά κι έναν καιρό σ’ ένα από τα πιο όμορφα λιμάνια της Μεσογείου, τον Πειραιά, υπήρχε μια συνοικία που ήταν το καμάρι του και η… ντροπή του». «Καμάρι», γιατί ήταν η μόνη περιοχή της Αθήνας όπου το χρήμα πήγαινε κι ερχόταν, συντηρώντας τον δήμο, την αστυνομία και τους εργαζόμενους πάσης φύσεως (όλοι οι καλλιτέχνες μάλιστα που ήθελαν να βγάλουν λεφτά δούλευαν εκεί μέχρι τα τέλη του ’50), αλλά και «ντροπή», γιατί από το τέλος του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου μέχρι τον «εξευγενισμό» της από τον χουντικό δήμαρχο Σκυλίτση ήταν το καταφύγιο των κρυφών παθών της καλής, αλλά και της όχι και τόσο καλής κοινωνίας, στα καμπαρέ, στα πορνεία και στους τεκέδες.

Η περιοχή πήρε το όνομά της από την αντλία (τρόμπα) που ήταν τοποθετημένη από το 1860 σε πηγάδι, στην περιοχή αυτή, στην αρχή της οδού Αιγέως, (σημερινής 2ας Μεραρχίας) στον Πειραιά και εφοδίαζε με νερό τα πλοία. Στη διάρκεια του μεσοπολέμου ξεκίνησαν τα έργα ανάπλασης των προβλητών με συνέπεια η τρόμπα αυτή ν΄ αφαιρεθεί και δυστυχώς να καταστραφεί.

Η καρδιά της Τρούμπας ήταν οι οδοί Νοταρά, με τα μπουρδέλα, και Φίλωνος, που είχαν συγκεντρωθεί τα καμπαρέ. Για να καταλάβουν και οι φίλοι μας από Σαλονίκη, είναι σαν να λέμε οι οδοί Τσιμισκή και Μητροπόλεως. Στην Τρούμπα άρχισαν να ξεφυτρώνουν τα πρώτα πορνεία και κέντρα διασκέδασης επί Κατοχής.  

Στην Τρούμπα δεν διασκέδαζε τότε όποιος κι όποιος. Μόνο οι Γερμανοί αξιωματικοί και κάποιοι Έλληνες συνεργάτες των Γερμανών. “Δοτήδες”, τους έλεγαν στον Περαία. Οι απλοί Γερμανοί στρατιώτες έβρισκαν γυναίκες λίγο πιο μακριά, στο Φάληρο…

Λίγο μετά την Κατοχή οι οίκοι ανοχής πολλαπλασιάστηκαν, μιας και το περιβάλλον προσφερόταν, λόγω της συχνής διέλευσης των ναυτικών.

Αν και τα «Κόκκινα Φανάρια» καταλάμβαναν ένα μεγάλο τετράγωνο που περικλειόταν από την Ακτή Μιαούλη, τη Φιλελλήνων, την Κολοκοτρώνη και τη Σωτήρος Διος και είχε ως επίκεντρο τους δρόμους Φίλωνος και Νοταρά, όπως προαναφέραμε, στην περιοχή υπήρχαν και σπίτια ανθρώπων που ζούσαν χρόνια εκεί και προκειμένου να μην έχουν «περίεργες» επισκέψεις είχαν κολλήσει στις πόρτες τους ταμπέλες που έγραφαν «εδώ μένουν οικογένειες».

 


 

 Στη Τρούμπα λειτουργούσαν επίσης και τρεις κινηματογράφοι (Φως, Ηλύσια και Ολύμπικ), που προέβαλλαν από το πρωί μέχρι αργά το βράδυ σε καθημερινή βάση δύο ταινίες πολεμικού αλλά και ακατάλληλου και για ανηλίκους περιεχομένου. Γενικά την εποχή εκείνη όλη η περιοχή ήταν υποβαθμισμένη και χαρακτηριζόταν κακόφημη. Σήμερα από εκείνη την περίοδο λειτουργεί σε καθημερινή βάση μόνο ο κινηματογράφος Ολύμπικ και κάποια ελάχιστα χαρακτηριστικά μπαρ.   

Η Τρούμπα ήταν στις δόξες της τη δεκαετία του '50 – '60 και η «χρυσή εποχή» της κράτησε περίπου 20 χρόνια, ενώ στους δρόμους της βρίσκονταν τα πιο διάσημα «κακόφημα» καμπαρέ που άφησαν εποχή, όπως το «Τζων Μπουλ» και το « Μπλακ Κατ» που με στριπτιζ και κονσομασιόν προσπαθούσαν να ικανοποιήσουν τους απαιτητικούς πελάτες.

Πίσω από τον χορό, τη μουσική και τα φώτα όμως, τα ωράρια των γυναικών αυτών ήταν πραγματικά απάνθρωπα: Τα κορίτσια δούλευαν δέκα το πρωί με δέκα το βράδυ και δέχονταν 100 με 120 βίζιτες την ημέρα, ενώ όσες δεν συμμορφώνονταν αποκτούσαν μια χαρακιά στο μάγουλο από τους νταβατζήδες τους, «προς γνώσιν και συμμόρφωσιν».  Χαρακτηριστικά λέγεται ότι  όταν ερχόταν καμία κοπελιά  από επαρχία κι έλεγε στη μαντάμα πως έκανε “δεκαπέντε με είκοσι βίζιτες τη μέρα”, εκείνη της απαντούσε “άει πάγαινε κοπέλα μου να κάνεις προπόνηση, κι όταν περάσεις τις 100 ξανάλα”…

Όταν ο 6ος Αμερικανικός Στόλος έπιανε Πειραιά, η Τρούμπα είχε πανηγύρι. Ήταν η “ανάσταση της πουτάνας”! Η βίζιτα έφτανε τις 55 δραχμές στα “σπίτια”, ενώ στα ξενοδοχεία και στα καμπαρέ το διπλάσιο. Κι επειδή οι 500 περίπου πόρνες της Τρούμπας δεν έφταναν ούτε για ζήτω, πλάκωναν και οι “περιστασιακές”. Τις μέρες εκείνες ο αριθμός των “γυναικών” ξεπερνούσε τις 2000…

Τα νέα πως “έρχονται οι Αμερικάνοι” διαδίδονταν αστραπιαία σε όλη της Αττική. Πολλά κορίτσια που είχαν έρθει από χωριά και δούλευαν υπηρέτριες σε πλουσιόσπιτα, ζητούσαν άδεια απ’ τις κυρίες τους και κατέβαιναν στο λιμάνι. Εκεί μπορούσαν να βγάλουν 3000 δρχ. σε ένα εικοσιτετράωρο. Δηλαδή δύο μηνιάτικα!

 


 

Όταν οι μπουκαπόρτες των καραβιών άνοιγαν και τα ναυτάκια ξεχύνονταν στο λιμάνι, οι “κράχτες” τους την έπεφταν σαν κοράκια. Πρώτος στόχος να τους μαντρώσουν στην Τρούμπα. Ούτε ένας να μην ξεφύγει για Αθήνα. Δεύτερος στόχος να οδηγήσουν όσους περισσότερους μπορούσαν στο καμπαρέ που τους πλέρωνε…

Στα καμπαρέ, τα ποτά και οι σαμπάνιες άνοιγαν το ένα μετά το άλλο. Τα “κορίτσια” έκαναν πως έπιναν, αλλά έχυναν πίσω από την καρέκλα το ποτό τους. Και όλοι νόμιζαν πως δούλευαν τα χαζοαμερικανάκια. Στην Τρούμπα πρωτοκυκλοφόρησε και η φράση “Τι με πέρασες, για αμερικανάκι;”…

Βέβαια, οι Αμερικάνοι δεν ήταν καθόλου χαζοί. Οι περισσότεροι από δαύτους κουβαλούσαν μαζί τους διάφορα είδη, όπως τραντζίστορ, ρολόγια, αφορολόγητα τσιγάρα κλπ. Τα μοσχοπουλούσαν σε Έλληνες μαυραγορίτες  και  τα κονομούσαν χοντρά!

Με την ισοτιμία των νομισμάτων, τους έπεφτε το “πήδημα” λιγότερο από δύο δολάρια. Έτρωγαν, έπιναν και επέστρεφαν στα καράβια τους με γεμάτες τις τσέπες…

Οι ιστορίες των γυναικών της Τρούμπας  ήταν συνήθως ιστορίες καταπίεσης, μοναξιάς ή απελπισμένου έρωτα. Συνήθως την κοπέλα την πρότρεπαν και καθοδηγούσαν, οι  νταβατζήδες -με την υπόσχεση ότι μόλις εξοικονομήσουν χρήματα θα την παντρευτούν-, ή κάποια έμπιστη φίλη που ήταν ήδη στο «κουρμπέτι». Οι ίδιες πάντως λέγανε  ότι όλα ήταν «για λίγο καιρό να βγουν χρήματα και μετά το κόβουμε», αλλά ο «λίγος καιρός» δε τέλειωνε ποτέ.




Χαρακτηριστικό ήταν επίσης ότι ιερόδουλες της εποχής ήταν συνήθως και πολύ θρήσκες. Στο διπλανό καμαράκι από αυτό της «αμαρτίας», είχαν ένα εικόνισμα και ένα καντηλάκι πάντα αναμμένο και προσεύχονταν για ένα καλύτερο αύριο.

Μερικές από τις πιο γνωστές πόρνες από την ιστορία της Τρούμπας ήταν η Στέλλα από τη Λαμία που εκμεταλλεύτηκε κάποιος Αντώνης και την έκανε πόρνη στην Τρούμπα και μία μέρα η Στέλλα τον πυροβόλησε στο πόδι και η Δέσποινα πρώην ιερόδουλη και ερωμένη του νταβατζή και ιδιοκτήτη του Puerto Rico Bar ο οποίος όμως αν και την έβγαλε από την πορνεία, την απατούσε συστηματικά και εκείνη τυφλωμένη από ζήλια τον περιέλουσε με βιτριόλι.

Αξίζει εδώ να αναφερθεί ότι ο φόβος και ο τρόμος της Τρούμπας ήταν μια καθηγήτρια. Πιο συγκεκριμένα στην Τρούμπα ήταν και το Τμήμα Μεταγωγών. Αλλά πιο πάνω ήταν και το Δεύτερο Γυμνάσιο. Όπου δίδασκε Γαλλικά η κα Αρχοντάκη. Μία σωματώδης γυναίκα της οποίας ο άντρας ήταν αστυνομικός διευθυντής Πειραιά και η οποία όταν δεν δίδασκε έφερνε βόλτα την Τρούμπα και μάζευε, σαν το «μεικτό» των στρατιωτών, τους μαθητές της. Σε όσους δεν είχαν πάρε-δώσε με την Τρούμπα ήταν ιδιαιτέρως αγαπητή. Διέθετε ένα μοναδικό κράμα καλοσύνης και αγάπης προς τους μαθητές της, συγχρόνως με μία απίστευτη σκληρότητα σ’ όσους πήγαιναν στους οίκους ανοχής (τους πλάκωνε κυριολεκτικά στο ξύλο και μιλάμε για μαθητές που ήταν 1. 85 και 22 χρονών αφού ήταν σύνηθες φαινόμενο κάποιος να διακόπτει το σχολείο, να πηγαίνει να μπαρκάρει και μετά από μερικά χρόνια να το ξαναπιάνει) γεγονός που την είχε κάνει φόβο και τρόμο της Τρούμπας. Αν κανείς, μικρός σε ηλικία, εμφανιζόταν εκεί τον ρωτούσαν “Σε ποιό γυμνάσιο πας ;”. Αν έλεγε “δεύτερο” όλες οι πόρτες έκλειναν», λέει ο αφηγητής μας.

Εκτός από τα 57 σπίτια τα οποία αναφέρονταν στα αρχεία της Αστυνομίας Πειραιώς, υπήρχαν κι' άλλα 40 στην γύρω περιοχή με ιερόδουλες, οι οποίες όμως δεν ήταν «δηλωμένες» στο Τμήμα Ηθών και δούλευαν παράνομα με το φόβο των εφόδων της αστυνομίας.



Η ζωή στην περιοχή ήταν σκληρή, όπως αναφέρει στα απομνημονεύματά του ο Νίκος Μάθεσης οι φόνοι ήταν καθημερινό φαινόμενο. Σε εφημερίδες τις δεκαετίας του '60 υπάρχουν πολλά δημοσιεύματα για ανεξιχνίαστες δολοφονίες στην Τρούμπα λόγω των καθημερινών συμπλοκών που είχαν οι «προστάτες» για τις ιερόδουλές ή εξαιτίας διαφωνιών με πελάτες. Επίσης στην περιοχή λειτουργούσαν και πολλές «λέσχες» που μέσα έβρισκες κάθε καρυδιάς καρύδι: μπράβοι, αβανταδόροι και «σκυλόμαγκες» έτοιμοι να βγάλουν μαχαίρι για λίγα λεφτά ή για μία κουβέντα παραπάνω.

Παράλληλα στην Τρούμπα μεγαλούργησαν και πολλοί γνωστοί ρεμπέτες ο Μάρκος Βαμβακάρης ο Παπαϊωάννου, ο Κερομύτης και ο Νίκος ο Πουνέντης. Μέρα και βράδυ από όποιο καφενείο πέρναγες, άκουγες μπουζούκι και μπαγλαμά και ένιωθες την μυρωδιά του χασίς από ναργιλέ και από τσιγαριλίκι. Όσοι έπαιζαν μπουζούκι, συνήθως ήταν άνθρωποι της τούφας και το είχαν μάθει στη φυλακή, ενώ για τα παιδιά κάτω των 20 χρόνων και τους «ανώμαλους» απαγορευότανε η είσοδος «δια καρπαζιάς, σβουριχτής και κλοτσιάς».

Το 1967 ο τότε δήμαρχος Πειραιά Αριστείδης Σκυλίτσης αποφασίζει την απαγόρευση όλων των δραστηριοτήτων στην περιοχή, αφού πέραν των συνθηκών που είχαν δημιουργήσει γκέτο για τους Πειραιώτες, η εγκατάσταση ναυτιλιακών εταιρειών στην Ακτή Μιαούλη ήταν μία καλή ευκαιρία για αναδόμηση, εκκαθάριση και ανάπτυξη της περιοχής. Μέχρι το 1970 το λιμενικό είχε πλέον τον πλήρη έλεγχο, ενώ τα περισσότερα νυχτερινά κέντρα και τα καταγώγια της εποχής κατεδαφίστηκαν. Υπεύθυνη για την αστυνόμευση της Τρούμπας ήταν η Αστυνομική Διεύθυνσις Πειραιώς της τότε Αστυνομίας Πόλεων. Ανάμεσα στους αστυνομικούς που κατά τη διάρκεια της καριέρας τους είχαν σημαντική εμπλοκή με υποθέσεις της Τρούμπας ήταν ο Σπύρος Μιχελής (αργότερα αρχηγός της Αστυνομίας Πόλεων επί χούντας Ιωαννίδη) και ο πολύ γνωστός Νίκων Αρκουδέας (αργότερα αρχηγός της Ελληνικής Αστυνομίας επί Ανδρέα Παπανδρέου). Στις 12 Σεπτεμβρίου του 1967, το χουντικό καθεστώς απαγόρευσε τη συνέχιση λειτουργίας όλων των παραπάνω κέντρων θέλοντας να δείξει την αφοσίωσή του στα «ελληνοχριστιανικά ιδεώδη», αλλά βασικά λόγω της άμεσης γειτνίασης τους με τα καινούρια γραφεία ναυτιλιακών εταιρειών που εγκαταστάθηκαν στην περιοχή.



Σήμερα στην περιοχή της Τρούμπας βρίσκονται κυρίως ναυτιλιακές εταιρείες, ναυτικά πρακτορεία, ελάχιστα καμπαρέ, ξενοδοχεία, καταστήματα παντός είδους που απευθύνονται κυρίως σε μετανάστες ασιατικής καταγωγής, σε ναυτικούς και σε τουρίστες. Επίσης στην ίδια περιοχή βρίσκονται τα Δικαστήρια του Πειραιά, το ΙΚΑ, η υπηρεσία Ναυτικών Μητρώων του υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας και μια μονάδα αποκατάστασης τοξικομανών με μεθαδόνη του ΟΚΑΝΑ. Παλαιότερα υπήρχε επίσης και υπηρεσία Μεταγωγών της Ελληνικής Αστυνομίας.

Η παλιά Τρούμπα  όμως δεν ξεχάστηκε καθώς παραμένει ζωντανή από τους στίχους πολλών λαϊκών τραγουδιών που εξυμνούν ή αναπολούν τις αλλοτινές "δόξες" της περιοχής όπως:

 

                    "Χρόνια μες΄ τη Τρούμπα / μαγκίτης κι αλανιάρης

                    ρώτησε να μάθεις / κι υστέρα να με πάρεις".

 

(Στίχοι και μουσική του Μάρκου Βαμβακάρη, που τραγούδησαν ο ίδιος, η Ρόζα Εσκενάζυ και ο Σ. Ζαγοραίος).

 

                    "Τα όνειρά σου τα παλιά / σ΄ ένα μαντήλι δέστα

                    η Τρούμπα δεν υπάρχει πια / και μη γυρεύεις ρέστα".

 

(Στίχοι και μουσική του Γ. Μητσάκη, που τραγούδησε η Καίτη Αμπάβη)

 

                    "Η Τρούμπα τώρα έρημη / χωρίς παλικαράκια

                    οι δρόμοι της ρημάξανε / χαθήκαν τα βλαμάκια".

 

(Στίχοι και μουσική του Μπαγιαντέρα που τραγούδησε ο ίδιος).

Κατά τα τελευταία έτη νέας μορφής νυχτερινή διασκέδαση έχει επανακάμψει στους δρόμους της Τρούμπας, ενώ χρησιμοποιείται εκ νέου και το όνομα «Τρούμπα».

Πηγή :

https://el.wikipedia.org/wiki/Τρούμπα

http://boraeinai.blogspot.com/2013/10/blog-post_2394.html

https://www.briefingnews.gr/

http://poikilotropos.blogspot.gr/2013/10/blog-post_5029.html

http://www.koutouzis.gr/troumpa.htm/

https://www.perfectreader.net/κορίτσια-ο-στόλος-η-ιστορία-της-τρούμ/

https://ellinikoskinimatografos.gr/i-trouba/