Translate -TRANSLATE -

Παρασκευή 17 Ιανουαρίου 2025

Υπνωτισμός και Μαγνητισμός

 

Η πόλη της Μαγνησίας (σήμερα Μανίσα) με το όρος Σίπυλος


Υπνωτισμός και Μαγνητισμός

Γράφει η Καίτη Κουναλάκη

Το φαινόμενο του υπνωτισμού ονομάζεται συχνά και μαγνητισμός. Η ονομασία αυτή προέρχεται από τον μαγνήτη, το μέταλλο που έλκει το αντικείμενο.

Από τα αρχαία χρόνια ακόμη, οι άνθρωποι είχαν προσέξει την ιδιότητα που είχε το σιδερένιο αυτό ορυκτό να έλκει το σίδερο. Το όνομά του το οφείλει στη Μαγνησία της Λυδίας, στη Μικρά Ασία, όπου υπήρχε σε αφθονία.

Φυσικά, οι αρχαίοι πρόγονοί μας υπέθεταν πως ο μαγνήτης θα είχε υπερφυσικές θεραπευτικές ιδιότητες. Αρχικά, τον χρησιμοποιούσαν ως φυλακτό. Αργότερα, ο Γαληνός, ο Διοσκουρίδης κι ο Αβικέννας το χρησιμοποιούσαν για τη θεραπεία ορισμένων ασθενειών. Από τον 4ο μ.Χ. αιώνα κιόλας, ο θεραπευτής Μάρκελλος συμβούλευε τους πάσχοντες από πονοκεφάλους να φορούν στο λαιμό τους λίθους από μαγνήτη.

Επίσης, ο Αέτιος ο Αμιδηνός, που ήταν ο διασημότερος γιατρός του 6ου αιώνα μ.Χ., συμβούλευε τους ρευματικούς να κρατούν πάντα στο χέρι τους λίθους από μαγνήτη. Τους ίδιους λίθους χρησιμοποιούσαν ευρέως και οι τσαρλατάνοι του Μεσαίωνα στο ψευτοθεραπευτικό οπλοστάσιό τους.

Το 17ο αιώνα, ο Γάλλος γιατρός Pierre Borel συνιστούσε τον μαγνήτη για τον πονόδοντο, τον οφθαλμόπονο και τις υστερικές παθήσεις.

Τον 18ο αιώνα, ο Ούγγρος Ιησουίτης ιερέας και ξακουστός αστρονόμος, Maximilian Hell, κατασκεύασε μαγνητικές πανοπλίες από κομμάτια μαγνητισμένου σιδήρου, που εφαρμόζονταν ακριβώς στα πάσχοντα μέρη του σώματος. Οι μαγνητικές αυτές πανοπλίες αναγνωρίστηκαν ως πανάκεια και υπήρξαν πολλοί εκείνοι που θεραπεύτηκαν. Βέβαια, είναι γνωστό πως η αυθυποβολή θεραπεύει πολλές ασθένειες, όπως και τις προκαλεί.

Για κάποια χρόνια, η θεραπεία του μαγνήτη λησμονήθηκε. Όμως, τον 19ο αιώνα, ο Γερμανός γιατρός Franz Mesmer επανέφερε στην επικαιρότητα την ίαση μέσω μαγνητισμού και το σύστημα θεραπευτικής του, γνωστό ως μεσμερισμός, θεωρήθηκε πρόδρομος του υπνωτισμού. Έτσι, ξαναέφερε στο προσκήνιο τη χίμαιρα του παγκόσμιου μαγνητικού ρευστού, ανακατεμένη με δεισιδαιμονίες, κομπογιαννιτισμό και μαγεία.

 

Ο ευφυής Franz Mesmer είχε φανατικούς οπαδούς, αλλά και αντιπάλους. Οι τελευταίοι κατόρθωσαν τελικά να αποδείξουν ότι ήταν τσαρλατάνος κι ο Mesmer αναγκάστηκε να φύγει από τη Βιέννη. Αφού περιπλανήθηκε για κάμποσο καιρό στην Ευρώπη, ύστερα βρήκε καταφύγιο στο Παρίσι. Μόλις έφτασε εκεί, τον Φεβρουάριο του 1778, άρχισε αμέσως τα πειράματά του. Βρήκε πλήθος αρρώστων, που ήταν προθυμότατοι να του χρησιμεύσουν ως υλικό. Αν πιστέψουμε τις μαρτυρίες των οπαδών του, πέτυχε θαυμαστές θεραπείες, που του χάρισαν δόξα και χρήμα.

Το 1784, ο Βασιλιάς Λουδοβίκος ΙΣΤ συγκρότησε μια επιτροπή από διακεκριμένους επιστήμονες και γιατρούς, προκειμένου να διερευνήσουν τις αμφιλεγόμενες μεθόδους του Mesmer. Mεταξύ των μελών της επιτροπής ήταν ο Αμερικανός εφευρέτης και πολιτικός Benjamin Franklin και ο Γάλλος χημικός Antoine Lavoisier. Συμπέραναν ότι ο Mesmer δεν ήταν σε θέση να υποστηρίξει επιστημονικά τους ισχυρισμούς του και από τότε το μεσμεριστικό κίνημα αποδυναμώθηκε, ενώ ο ίδιος περιήλθε σε ανυποληψία κι έζησε την υπόλοιπη ζωή του στην αφάνεια.

Αλλά, οι προκαταλήψεις δεν πέθαναν τόσο εύκολα. Παρ’ όλη την επίσημη καταδίκη του, ο μεσμερισμός γνώρισε καινούριες δόξες, χάρη σε έναν Γάλλο μαρκήσιο, τον Marquis de Puysegur, ο οποίος επιδιδόταν σε πειράματα μέσα στον πανέμορφο πύργο του, το Chateau de Buzancy. Ο Μαρκήσιος ασχολήθηκε με την ύπαρξη μαγνητικού υπνοβατισμού: έφερνε τους ασθενείς σε κατάσταση υπνοβασίας, αγγίζοντάς τους απλώς με το χέρι του και τους ασκούσε μαγνητικές δυνάμεις, με σκοπό να τους θεραπεύσει.

 

Εφευρέτης του όρου “υπνωτισμός” υπήρξε ο σπουδαίος Σκώτος γιατρός και χειρουργός, James Braid. Κρατούσε ένα λαμπερό αντικείμενο σε απόσταση μερικών εκατοστών από τα μάτια του υποκειμένου του, που έπρεπε να προσελκύει το βλέμμα του σ’ αυτό και να μην σκέφτεται τίποτα άλλο. Σε λίγα λεπτά οι κόρες των ματιών του συστέλλονταν κι ύστερα, διαστέλλονταν. Τα βλέφαρα σφάλιζαν, υπνωτιζόταν και εν τέλει, αποκοιμιόταν.

Δεν υπάρχει τίποτα το μυστηριώδες στον υπνωτισμό. Απλώς, αν ο εγκέφαλος δεν τροφοδοτείται από συνεχόμενα ερεθίσματα, τότε απλά αποκοιμιέται.

Το 1878, ο Jean Martin Charcot, Γάλλος καθηγητής ανατομικής παθολογίας και θεμελιωτής της σύγχρονης νευρολογίας, ερεύνησε τη σχέση ανάμεσα στην ύπνωση και την υστερία. Ερμήνευσε, μάλιστα, την υπνοβασία, τον λήθαργο, και την καταληψία ως υστερικά φαινόμενα.

Πάνω σε αυτές τις θεωρίες στηρίχτηκε έως και ο Sigmund Freud, ο πασίγνωστος Αυστριακός νευρολόγος και ιδρυτής της Ψυχανάλυσης, για να διεισδύει στα τρίσβαθα της ανθρώπινης ψυχής.

Ο υπνωτισμός, λοιπόν, μπορεί να είναι ένα πολύτιμο επιστημονικό εργαλείο, που δε σχετίζεται καθόλου με τσαρλατάνους και μαγείες.

*Η πόλη της Μαγνησίας (σήμερα Μανίσα) με το όρος Σίπυλος

 

Κυριακή 12 Ιανουαρίου 2025

Γελώντας με τους Φασίστες

 


Γελώντας με τους Φασίστες

Δεν μπορεί να πει κάποιος πως το φασιστικό καθεστώς του Μουσολίνι είχε την αίσθηση του χιούμορ όμως το τότε φασιστικό κόμμα βρήκε την κωμωδία χρήσιμη για την επιβίωση του σε ορισμένες περιπτώσεις.

Ούτε ο Μπενίτο Μουσολίνι ούτε το φασιστικό καθεστώς που κυβέρνησε την Ιταλία από τη δεκαετία του 1920 έως και τη δεκαετία του 1940 ήταν γνωστά για την αίσθηση του χιούμορ τους. Όπως γράφει ο ιστορικός πολιτισμού Stephen Gundle, το πιο κοντινό στην κωμωδία, οι «ομάδες δράσης» του φασιστικού κινήματος, ήταν  για να κοροϊδεύουν και να εξευτελίζουν τους σοσιαλιστές και τους συνδικαλιστές κόβοντας τα γένια τους ή αναγκάζοντάς τους να πίνουν καστορέλαιο. Όμως, γράφει ο Gundle, οι ολοκληρωτικοί στόχοι των φασιστών σήμαιναν πως η ιδεολογία έπρεπε να προσπαθήσει να διαπλεχθεί με κάθε πτυχή της ζωής - συμπεριλαμβανομένης της κωμωδίας .

Ενώ η ναζιστική κυβέρνηση της Γερμανίας δεχόταν γενικά τα πολιτικά αστεία ως βαλβίδα εκτόνωσης του λαού και δεν τιμωρούσε σκληρά τους ανθρώπους που τα πρόβαλαν, οι Ιταλοί φασίστες, όταν κατέλαβαν την εξουσία, έκλεισαν αμέσως τα δημοφιλή σατιρικά έντυπα. Ακόμη και ένα αστείο που θα ακουγόταν τυχαία θα μπορούσε να θεωρηθεί ποινικό «αδίκημα κατά του αρχηγού της κυβέρνησης», και να προκαλέσει την φυλάκιση αυτού που τόλμησε να το πει. Τις περισσότερες φορές όμως ο δράστης γινόταν στόχος ξυλοδαρμού.

Από την άλλη πλευρά, γράφει ο Gundle, οι άνθρωποι εντός του καθεστώτος μπορούσαν να ξεφύγουν της λογοκρισίας κάνοντας ελαφρό χιούμορ σε βάρος των φασιστών αξιωματούχων, όπως έγινε και με την περίπτωση του γραμματέα του φασιστικού κόμματος Achille Starace που προσπάθησε να καταργήσει τη χειραψία.

Οι Ιταλοί χιουμορίστες βάδισαν στην κόψη του ξυραφιού δηλαδή στη γραμμή μεταξύ υποστήριξης και σατιρίσματος του καθεστώτος με διαφορετικούς τρόπους. Λέγεται ότι ο δημοσιογράφος Leo Longanesi επινόησε το σύνθημα «Ο Μουσολίνι έχει πάντα δίκιο» σαν αστείο που όμως τελικά το υιοθετήσει το καθεστώς, και από εκεί και πέρα ο Longanesi κινήθηκε στη δημιουργία φασιστικής προπαγάνδας.

 


Αυτή όμως η ανοχή του καθεστώτος στην σάτιρα επεκτάθηκε, επίσης τουλάχιστον εν μέρει, στους κωμικούς που τάσσονταν υπέρ του καθεστώτος. Για παράδειγμα, ο Ιταλός ερμηνευτής θεάτρου βαριετέ Ετόρε Πετρολίνι ειδικεύτηκε στην παρουσίαση μια ποικιλίας χαρακτήρων, συμπεριλαμβανομένου ενός μεγαλομανούς αυτοκράτορα Νέρωνα. Αν και αυτός ο χαρακτήρας δεν φαίνεται να βασίστηκε στον Μουσολίνι, μέλη του κοινού του Petrolini έκαναν αυτή τη σύνδεση. Ο Gundle υποστηρίζει ότι ο Petrolini κατάφερε να συνέχιση την παρουσίαση τέτοιων χαρακτήρων εν μέρει επειδή ο Μουσολίνι ήταν μεταξύ των θαυμαστών του - και το αντίστροφο. Το 1929 ο Πετρολίνι έγινε επίτιμος αξιωματικός της Φασιστικής Πολιτοφυλακής.

Ενώ οι φασίστες μιλούσαν μερικές φορές ενάντια στην επιπόλαιη ψυχαγωγία, η διάθεση ολόκληρης της κοινωνίας να την αποδέχεται και να συμμετέχει σήμανε για το καθεστώς ότι οι πολίτες του, που απλώς ήθελαν να συνεχίσουν να ζουν μια κανονική ειρηνική ζωή, δεν έπρεπε να αποξενωθούν από την ψυχαγωγία τους. Ως εκ τούτου, η φασιστική κυβέρνηση υποστήριξε τόσο την προβολή αμερικανικών κωμωδιών, όπως οι ταινίες του Three Stooges  όσο και την προβολή ταινιών με κινούμενα σχέδια που εστιάζονταν στην καθημερινή ζωή.

«Τα κινούμενα σχέδια ήταν αυτά του τύπου που προκαλούσαν χαμόγελα και αυτή η ποιότητα ήταν ιδιαίτερα πολύτιμη για το καθεστώς σε μια περίοδο που έλλειπαν τα καλά νέα», γράφει ο Gundle.

Όταν η κωμωδία έγινε κοινωνική, έτεινε να επικεντρώνεται στην κοροϊδία συγκεκριμένων κοινωνικών «τύπων», συμπεριλαμβανομένων των «μοντέρνων» γυναικών και των «μη αρρενωπών» ανδρών, καθώς και των Εβραίων, των ξένων και των αριστερών.

Καθώς ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος δεν εξελισσόταν καλά για τους φασίστες και η δύναμη του Μουσολίνι εξασθενούσε, οι Ιταλοί αποθαρρύνονταν όλο και περισσότερο να κάνουν φανερά αστεία σε βάρος του Μουσολίνι συμπεριλαμβανομένων και των βρώμικων αστείων που ψιθυρίζονταν για τη σχέση του Μουσολίνι με την Κλάρα Πετάτσι.

Κλείνοντας να πούμε πως μετά το τέλος του πολέμου, πολλοί από τους ερμηνευτές, σκιτσογράφους και άλλους χιουμορίστες που αστειεύονταν υπέρ και για λογαριασμό του φασιστικού καθεστώτος επέστρεψαν στην καριέρα τους, αλώβητοι από τη συμπαιγνία τους με τους φασίστες.

Από κείμενο της Livia Gershon   

Jstor Daily

 

Σάββατο 4 Ιανουαρίου 2025

ΜΙΣΟΣ ΚΑΙ ΑΓΝΟΙΑ

 


ΜΙΣΟΣ ΚΑΙ ΑΓΝΟΙΑ

Ο δικαστής ρώτησε τον δολοφόνο του πρώην προέδρου της Αιγύπτου Ανουάρ Σαντάτ : "Γιατί σκότωσες τον Πρόεδρο Σαντάτ;"

Ο δολοφόνος απάντησε - «Επειδή ήταν κοσμικός».

Ο δικαστής έκανε αμέσως την επόμενη ερώτηση- «Κοσμικός τι σημαίνει ";"

Ο δολοφόνος είπε: «Δεν ξέρω».

Ο άνδρας που προσπάθησε να μαχαιρώσει τον νεκρό σήμερα Αιγύπτιο συγγραφέα Ναγκίμπ Μαχφούζ (βραβείο Νόμπελ 1988) ρωτήθηκε από τον δικαστή: «Γιατί μαχαίρωσες τον κ. Ναγκίμπ;».

Ο τρομοκράτης απάντησε: «Επειδή έχει γράψει το αντιθρησκευτικό μυθιστόρημα «Τα παιδιά του Γκεμπαλάουι».

Ο δικαστής έδειξε ενδιαφέρον: «Έχεις διαβάσει το μυθιστόρημα;»

Ο εγκληματίας απάντησε - "Όχι".

Ο δικαστής ρώτησε τον δολοφόνο του Αιγύπτιου συγγραφέα/ακτιβιστή Farag Fouda - "Γιατί σκότωσες τον Farag Fouda;"

Ο δολοφόνος απάντησε: «Επειδή δεν είχε πίστη».

Ο δικαστής ήταν περίεργος να μάθει, "Πώς ήξερες ότι δεν είχε πίστη;"

Η απάντηση του τρομοκράτη ήταν : «Όλα γίνονται ξεκάθαρα διαβάζοντας τα βιβλία του».

Η περιέργεια του δικαστή αυξήθηκε περαιτέρω : "Σε ποιο βιβλίο του βρήκατε την απόδειξη της απουσίας πίστης εκ μέρους του;"

Ο δολοφόνος παραδέχτηκε: "Δεν ξέρω το όνομα του βιβλίου. Δεν το έχω διαβάσει όλο".

Ο δικαστής ξαφνιάστηκε: «Γιατί δεν το διάβασες;»

Ο δολοφόνος είπε: «Δεν ξέρω να γράφω και να διαβάζω».

Το μίσος δεν εξαπλώνεται ποτέ μέσω της γνώσης. Το μίσος εξαπλώνεται μέσω της άγνοιας. Έτσι πληρώνει η κοινωνία το τίμημα της άγνοιας, το τίμημα του να κρατάς τους ανθρώπους σε άγνοια.

QUORA

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ


Ο Ανουάρ Σαντάτ (πλήρες όνομα: Μουχάμαντ Ανουάρ ας Σαντάτ, 25 Δεκεμβρίου 1918 – 6 Οκτωβρίου 1981) ήταν ο τρίτος πρόεδρος της Αιγύπτου, από τις 15 Οκτωβρίου 1970 μέχρι τη δολοφονία του από φονταμενταλιστές συνωμότες αξιωματικούς στις 6 Οκτωβρίου 1981. Υπήρξε κύριο μέλος της Ομάδας Ελεύθερων Αξιωματικών του Νάσερ, η οποία ανέτρεψε τη βασιλική δυναστεία του Μουχάμαντ Άλι κατά την Αιγυπτιακή Επανάσταση του 1952, καθώς και δεξί χέρι του Νάσερ στο διάστημα της προεδρίας του, τον οποίο και διαδέχτηκε το 1970 μετά τον αδόκητο θάνατό του από καρδιακή προσβολή.

Στα έντεκα χρόνια της προεδρίας του, άλλαξε την κατεύθυνση της Αιγύπτου, απομακρυνόμενος από κάποιες οικονομικές και πολιτικές αρχές του Νασερισμού, επιτρέποντας, αν και με δειλά βήματα, τον πολυκομματισμό, τη στιγμή που μέχρι τότε μοναδικό και κυρίαρχο κόμμα ήταν η Αραβική Σοσιαλιστική Ένωση του Νάσερ και ακολουθώντας μια άλλη οικονομική πολιτική, όχι τόσο ασφυκτικά παρεμβατική.

Τον Οκτώβριο του 1973, με τον Πόλεμο του Γιομ Κιπούρ, οδήγησε την Αίγυπτο στην απελευθέρωση των αιγυπτιακών περιοχών που είχε καταλάβει το Ισραήλ στον Πόλεμο των Έξι Ημερών του 1967 (Χερσόνησο του Σινά και Λωρίδα της Γάζας), αναδεικνυόμενος σε ήρωα της Αιγύπτου και για ένα διάστημα, ολόκληρου του αραβικού κόσμου. Δεν αρκέστηκε όμως εκεί, κάνοντας μια γιγάντια στροφή και υπογράφοντας, μετά από μακρές συνομιλίες, την ισραηλινο-αιγυπτιακή Συνθήκη Ειρήνης, με τον ισραηλινό πρωθυπουργό Μέναχεμ Μπέγκιν. Η στροφή αυτή τού χάρισε το Νομπέλ Ειρήνης, αλλά τον κατέστησε εξαιρετικά μισητό μεταξύ των Αράβων, γεγονός που οδήγησε στην αποβολή της Αιγύπτου από την Αραβική Ένωση (νυν Αραβικό Σύνδεσμο) και στη δολοφονία του κάποια χρόνια αργότερα.

 


Ο Ναγκίμπ Μαχφούζ ήταν Αιγύπτιος λογοτέχνης, βραβευμένος με Νόμπελ Λογοτεχνίας (1988). Γεννήθηκε στις 11 Δεκεμβρίου 1911 στο Κάιρο, στην πυκνοκατοικημένη συνοικία Ελ Γκαμαλίγια και πέθανε στις 30 Αυγούστου 2006. Εργάστηκε στο δημόσιο μέχρι το 1972, οπότε και συνταξιοδοτήθηκε.

Άρχισε να γράφει στα δεκαεφτά του, και το πρώτο μυθιστόρημα, που διαδραματίζεται στην αρχαία Αίγυπτο, εκδόθηκε στα 1939. Από τότε έγραψε γύρω στα τριάντα μυθιστορήματα και περισσότερα από εκατό διηγήματα, πολλά από τα οποία έγιναν επιτυχημένες ταινίες. Πρόσφατη ανθολόγηση του έργου του έδειξε 179 μεταφράσεις των βιβλίων του, σε 25 γλώσσες.

Το 1988 η Σουηδική Ακαδημία Γραμμάτων τίμησε τον Μαχφούζ με το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας για το σύνολο του έργου του, το οποίο χαρακτήρισε πλούσιο σε αποχρώσεις, άλλοτε απόλυτα ρεαλιστικό και άλλοτε γεμάτο αμφιθυμικές αναμνήσεις. Τα παιδιά του Γκεμπελάουι θεωρείται από τους κριτικούς το καλύτερο έργο του.

Το 1994 έγινε αποτυχημένη απόπειρα δολοφονίας του, από φανατικούς ισλαμιστές

 


Ο Φαράγκ Φόντα (20 Αυγούστου 1945 – 8 Ιουνίου 1992) ήταν εξέχων Αιγύπτιος καθηγητής, συγγραφέας, αρθρογράφος, και ακτιβιστής ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Δολοφονήθηκε στις 8 Ιουνίου 1992 από μέλη της ισλαμιστικής ομάδας al-Jama'a al-Islamiyya αφού κατηγορήθηκε για βλασφημία από μια επιτροπή μελετητών (ulama) στο Πανεπιστήμιο al-Azhar.

Ο Farag Foda ήταν ένας από τους 202 ανθρώπους που σκοτώθηκαν από «επιθέσεις με ισλαμιστικά κίνητρα» στην Αίγυπτο μεταξύ Μαρτίου 1992 και Σεπτεμβρίου 1993. Τον Δεκέμβριο του 1992, τα έργα του απαγορεύτηκαν.

Ο Farag Foda έγραψε κατά τη διάρκεια μιας περιόδου ισλαμικής αναβίωσης και αυξανόμενης επιρροής του ισλαμισμού, τόσο βίαιου όσο και μη βίαιου. Στο Ιράν, οι ισλαμιστές είχαν ανατρέψει τον σάχη το 1979. Τα μακριά γένια έγιναν κοινά και το χιτζάμπ έγινε υποχρεωτικός κανόνας και όχι εξαίρεση στα πανεπιστήμια και τα κυβερνητικά γραφεία. Στις αρχές της δεκαετίας του 1980, ισλαμιστές ριζοσπάστες δολοφόνησαν τον πρόεδρο Ανουάρ Σαντάτ και από το 1992-1998, οι ισλαμιστές, συμπεριλαμβανομένης της ισλαμικής ομάδας που δολοφόνησε τον Φόντα, πολέμησαν με μια εξέγερση εναντίον της αιγυπτιακής κυβέρνησης κατά τη διάρκεια της οποίας σκοτώθηκαν τουλάχιστον 796 Αιγύπτιοι αστυνομικοί, στρατιώτες και πολίτες, συμπεριλαμβανομένων δεκάδων ξένων τουριστών.

Μεταξύ των λίγων που υπερασπίστηκαν την εκκοσμίκευση και τα «δυτικά» ανθρώπινα δικαιώματα, ήταν ο Farag Foda. Ο Φόντα ήταν γνωστός για τα κριτικά άρθρα και τις σάτιρες του για τον ισλαμικό φονταμενταλισμό στην Αίγυπτο. Σε πολλά άρθρα εφημερίδων, επεσήμανε (αυτό που πίστευε ότι ήταν) αδύναμα σημεία στην ισλαμική ιδεολογία και το αίτημά της για νόμο της Σαρία, ρωτώντας πώς θα αντιμετωπίσει συγκεκριμένα προβλήματα όπως η έλλειψη στέγης.

Αν και κατηγορήθηκε για αποστασία, ο Φόντα υποστήριξε ότι υπερασπιζόταν το Ισλάμ ενάντια στη διαστρέβλωσή του από τους ισλαμιστές, δηλώνοντας ότι «το Ισλάμ είναι θρησκεία και οι μουσουλμάνοι είναι ανθρώπινα όντα. Η θρησκεία είναι άμεμπτη, ενώ οι άνθρωποι κάνουν λάθη».

Στις 8 Ιουνίου 1992, ο Φόντα, αφού εγκατέλειψε το γραφείο του, πυροβολήθηκε και σκοτώθηκε από δύο εκτελεστές. Η τζιχαντιστική ομάδα Al-Gama'a al-Islamiyya ανέλαβε την ευθύνη και κατηγόρησε τον Foda ότι ήταν αποστάτης από το Ισλάμ, υποστηρίζοντας τον διαχωρισμό της θρησκείας από το κράτος και ευνοώντας το υπάρχον νομικό σύστημα στην Αίγυπτο παρά την εφαρμογή της Σαρία.

Ένας από τους εμπλεκόμενους στη δολοφονία του Foda, ο Abu El'Ela Abdrabu (Abu Al-'Ela Abd Rabbo), απελευθερώθηκε από τη φυλακή το 2012 έχοντας εκτίσει την ποινή του. Σε μια συνέντευξη που προβλήθηκε στο Al-Arabiya TV στις 14 Ιουνίου 2013 (όπως μεταφράστηκε από το MEMRI), ο Abdrabu υπερασπίστηκε τη δολοφονία του Foda, δηλώνοντας ότι «Η τιμωρία για έναν αποστάτη είναι θάνατος, ακόμα κι αν μετανοήσει» και ότι «... [αν] ο κυβερνήτης δεν εφαρμόσει τη σαρία, οποιοσδήποτε από τους πολίτες έχει το δικαίωμα να εκτελέσει την τιμωρία του Αλλάχ

WIKIPEDIA