ΕΝΑ ΑΝΔΡΙΤΣΑΝΙΚΟ ΠΡΟΙΚΟΣΥΜΦΩΝΟ
ΠΡΙΝ ΕΚΑΤΟΝ ΠΕΝΗΝΤΑ ΧΡΟΝΙΑ
Τα προικοσύμφωνα υπήρξαν αναπόσπαστο κομμάτι της κοινωνικής και οικονομικής ζωής στην Ελλάδα του 19ου αιώνα. Μέσα από αυτά τα νομικά έγγραφα αποτυπώνονταν όχι μόνο οι υλικές αξίες που μεταβιβάζονταν με τον γάμο, αλλά και η νοοτροπία, οι κοινωνικές σχέσεις και οι αντιλήψεις της εποχής για τον ρόλο της γυναίκας και της οικογένειας.
Ο θεσμός της προίκας είχε βαθιές ρίζες στην ελληνική κοινωνία και αποτέλεσε ένα από τα πιο χαρακτηριστικά στοιχεία του παραδοσιακού γαμήλιου εθιμοτυπικού. Παρακάτω συνοψίζονται τα βασικά στοιχεία γύρω από την ιστορία, τις λειτουργίες και την κοινωνική σημασία του θεσμού:
Ιστορική προέλευση
Η προίκα απαντάται ήδη στην αρχαιότητα, ως περιουσία που δινόταν από την οικογένεια της νύφης στον γαμπρό για την υποστήριξη της νέας οικογένειας. Η λέξη, προερχόμενη από το αποθετικό «προΐσσομαι (ζητώ δώρο, επαιτώ) και κατά άλλους από τη σύνθεση των «προ» και «ικνέομαι-ούμαι» (έρχομαι από πριν), απαντάται ακόμη και στα ομηρικά έπη!
Στο Βυζάντιο, ο θεσμός θεσμοθετείται με αυστηρούς νομικούς όρους, κυρίως για να διασφαλιστεί η οικονομική ασφάλεια της γυναίκας.
Κατά την Οθωμανική περίοδο και στη νεότερη Ελλάδα, η προίκα παραμένει πανίσχυρη ως θεσμός, αναλαμβάνοντας σημαντικό ρόλο στον γάμο.
Η προίκα μπορούσε να είναι:
· Ακίνητη περιουσία (χωράφια, σπίτια)
· Κινητή περιουσία (χρήματα, κοσμήματα, ζώα, ρουχισμός)
· Οικιακός εξοπλισμός (σκεύη, υφαντά, ρουχισμός, προικιά όπως σεντόνια, τραπεζομάντιλα, κ.λπ.)
Η προίκα καταγραφόταν σε συμβόλαιο (προικοσύμφωνο), πολλές φορές παρουσία συμβολαιογράφου και μαρτύρων.
Αν ο γάμος διαλυόταν ή ο σύζυγος πέθαινε, η γυναίκα είχε δικαίωμα να διεκδικήσει την επιστροφή της προίκας.
Η μη ύπαρξη προίκας μπορούσε να δυσχεράνει πολύ τον γάμο μιας γυναίκας, ιδιαίτερα σε αγροτικές ή μικρές κοινότητες.
Τις εποχές εκείνες η προίκα λειτουργούσε ως κοινωνικός μηχανισμός εξισορρόπησης: φτωχότερες οικογένειες με μεγάλη προίκα μπορούσαν να αποκαταστήσουν κοινωνικά τις κόρες τους. Ήταν όμως και αιτία κοινωνικής αδικίας ή οικογενειακών συγκρούσεων, ιδίως σε περιπτώσεις διακρίσεων ανάμεσα σε κόρες και γιους.
Τελικά ο θεσμός της προίκας καταργήθηκε νομικά το 1983 στην Ελλάδα, με τον νόμο 1329/1983, στο πλαίσιο του νέου Οικογενειακού Δικαίου, ως ένα βήμα προς την ισότητα των δύο φύλων.
Ένα Ανδριτσάνικο προικοσύμφωνο 150 ετών
Παρακάτω σας παρουσιάζουμε ένα προικοσύμφωνο που συντάχθηκε στην Ανδρίτσαινα στις 23 Μαΐου 1875 και μας προσφέρει ένα σπάνιο παράθυρο στην καθημερινότητα, τις αξίες και τις συνήθειες των ανθρώπων εκείνης της εποχής. Για λόγους μάλιστα ιστορικής αναδρομής παρουσιάζεται και στην γλώσσα που συντάχτηκε τότε.
Πρόκειται για μια λεπτομερή καταγραφή της προίκας της Γεωργούλας Μιχαλοπούλου, την οποία παραχωρεί ο αδελφός της στον μελλοντικό της σύζυγο, Δημήτριο Μιχαλόπουλο. Το έγγραφο, τυπικό και αυστηρό, συντάσσεται ενώπιον συμβολαιογράφου και μαρτύρων, δείχνοντας τον επίσημο και καθοριστικό ρόλο τέτοιων συμφωνιών στη διαμόρφωση του θεσμού του γάμου.
«Ἀριθ. 30.
Ἐν Ἀνδριτσαίνῃ σήμερον τῇ εἰκοστῇ τρίτῃ τοῦ μηνὸς Μαΐου τοῦ ἔτους 1875, ἡμέρᾳ Παρασκευῇ πρὸ μεσημβρίας, ἐν τῷ δημασίῳ γραφείῳ μου, ὑπάρχοντος ἐν τῷ τρίτῳ ὁρόφῳ τοῦ κατὰ τὴν ἀγορὰν Ἀνδριτσαίνης κειμένου ἐργαστηρίου τοῦ Ἀσημάκη Λεωνίδου καὶ Γρηγορίου ἀδελφῶν Ἀσημακοπούλου, ὑπαγομένου εἰς τὴν κυριότητα Ἁγίου Νικολάου, ἐνώπιόν μου τοῦ Συμβολαιογράφου Ἀνδριτσαίνης Γεωργίου Δ. Πατσοπούλου, κατοίκου καὶ ἐδρεύοντος ἐνταῦθα, καὶ τῶν μαρτύρων κυρίων Ἐπαμεινώνδα Τσαντήλη, ἐμπόρου, καὶ Ἀνδρέου Γ. Γιαννούλη, γεωργοκτηματίου, γνωστῶν μοι ἐνηλίκων πολιτῶν Ἑλλήνων, κατοίκων Ἀνδριτσαίνης, ἀσχέτου πρὸς ἐμὲ καὶ πρὸς ἀλλήλους πάσης συγγενείας καὶ μὴ ὑποκειμένων εἰς οὐδεμίαν ἐξαίρεσιν, ἐνεφανίσθησαν οἱ πρὸς ἐμὲ καὶ ἀσχέτως συγγενείας κύριοι Νικόλαος Μιχαλόπουλος, γεωργὸς, καὶ ἡ ἀδελφὴ αὐτοῦ Γεωργούλα, ἐπαγγελομένη τὰ γυναικεῖα ἔργα, ἀφ’ ἑνὸς, καὶ ἀφ’ ἑτέρου ὁ Δημήτριος Μιχαλόπουλος, γεωργός, ἅπαντες κάτοικοι τοῦ χωρίου Ἁγίου Σώστη, καὶ ᾐτήσαντο τὴν σύνταξιν τοῦ παρόντος προικοσυμφώνου ἐγγράφου, συνοιμολογήσαντες τὰ ἑξῆς:
Ὁ πρῶτος Νικόλαος Μιχαλόπουλος ὁμολογεῖ ὅτι δίδωσι τὴν ἀδελφὴν αὐτοῦ Γεωργούλαν εἰς τὸν Δημήτριον Μιχαλόπουλον, ὡς νόμιμον σύζυγον αὐτοῦ, καὶ εἰς πρῶτον γάμον παρεχώρησε καὶ παρέδωκε πρὸς αὐτὸν ὡς προῖκα τῆς εἰρημένης αὐταδέλφης του καὶ πρὸς τελείαν ἀποζημίωσιν διὰ τὸ ἀναλογοῦν αὐτῇ μερίδιον ἐξ ὅλης τῆς πατρομητρικῆς αὐτῆς κληρονομίας, τὰ ἐξῆς πράγματα καὶ κτήματα, ἤτοι: δεκαπέντε ὑποκάμισα, δεκαπέντε φορέματα, τρία στρώματα μάλλινα, τρία προσκέφαλα ὁμοῖα, μία βελέτζα, μία ἀνδρομίδα, ἓν ἀνδρόμιδι, μία λιοπάνα, ἀξίας ἅπαντα τὰ ἀνωτέρω πράγματα δραχμῶν τετρακοσίων τριάκοντα, ἀριθ. 430, δέκα ὀκάδες χάλκωμα εἰς διάφορα ἀγγεῖα, ἀξίας δραχμῶν πεντήκοντα, ἀριθ. 50, μίαν ἀγελάδα ἀξίας δραχμῶν ἑβδομήκοντα, ἀριθ. 70, δύο κασσέλες ἀξίας δραχμῶν εἴκοσι πέντε, ἀριθ. 25, δύο γιούρντες ἀξίας δραχμῶν τριάκοντα, ἀριθ. 30, δεκαπέντε μανδήλες ἀξίας δραχμῶν δεκαπέντε, ἀριθ. 15, ἓξ σακούλια ἀξίας δραχμῶν δεκαπέντε, ἀριθ. 15, ἕνα ἀγρὸν ξηρικόν, κείμενον εἰς «Βαρυκούλια» τοῦ χωρίου Σκληροῦ, στρέμματα, ὡς ἔγγιστα, τέσσερα, συνορευόμενον γύρωθεν με ὁμοίους ἀγροὺς Φωτίου Καραχαλίου, Βασιλείου Θάνου, με ὁμοίους τοῦ ἰδίου Νικολάου Μιχαλοπούλου, διαχωριζομένους με ῥάχιν καὶ με δρόμους, ἀξίας δραχμῶν τετρακοσίων δέκα, ἀριθ. 410, καὶ μίαν ἄμπελον κειμένην εἰς θέσιν «Μούσγα» τοῦ χωρίου Ἁγίου Σώστη, μετὰ τῶν ἐν αὐτῇ δένδρων, ἐκ στρέμματος, ὡς ἔγγιστα, ἑνὸς καὶ ἡμίσεως, καὶ συνορευομένης γύρωθεν με ὁμοίους Ἀνδρέου Κανελλόπουλου, Δημητρίου Θεοδωροπούλου, Δημητρίου Κανελλοπούλου, καὶ τῶν κληρονόμων τῶν ἀδελφῶν Σιαπέρα, ἀξίας δραχμῶν ἑκατὸν πεντήκοντα, ἀριθ. 150. Τὸ ὅλον τῆς ἀξίας τῆς ἀνωτέρω προικὸς δραχμὰς χιλίας ἑκατὸν ἐνενήκοντα πέντε, ἀριθ. 1195.
Ἡ δὲ μελλόνυμφος Γεωργούλα Μιχαλοπούλου ὡμολόγησεν ὅτι λαμβάνουσα παρὰ τοῦ αὐταδέλφου της Νικολάου Μιχαλοπούλου τὰ ἄνω ρηθέντα πράγματα καὶ κτήματα διὰ προῖκα αὐτῆς, τὰ ὁποῖα παρέλαβε, ὁ μελλόγαμβρός της Δημήτριος Μιχαλόπουλος θεωρεῖ ἑαυτὴν ἐντελῶς ἱκανοποιημένην διὰ τὸ ἐπιβάλλον αὐτῇ μέρος ἐκ τῆς πατρομητρικῆς αὐτῆς κληρονομίας, καὶ οὐδεμίαν ἔχει κατὰ τοῦ εἰρημένου αὐταδέλφου της ἀξίωσιν.
Ὁ δὲ Δημήτριος Μιχαλόπουλος ὡμολόγησε ὅτι παρέλαβε ἅπαντα τὰ ἀνωτέρω πράγματα καὶ κτήματα διὰ προῖκα τῆς μελλονύμφου του Γεωργούλας, καὶ ὑπόσχεται τὴν σύναψιν καὶ τέλεσιν τοῦ γάμου.
Πρὸς βεβαίωσιν οὖν συνετάχθη τὸ παρὸν προικοσύμφωνον ἐγγράφως, ἀναγνωσθὲν εὐκρινῶς εἰς ἐπήκοον πάντων τῶν εἰρημένων παρόντων, ὑπεγράφη παρ’ αὐτῶν καὶ ἐμοῦ, ἐκτὸς τῆς Γεωργούλας Μιχαλοπούλου καὶ Δημητρίου Μιχαλοπούλου, ὁμολογησάντων ἄγνοιαν γραμμάτων.
Ὁ
Συμβολαιογράφος
Γ. Δ. ΠΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ
Ὁ
Συμβαλλόμενος
ΝΙΚ. ΜΙΧΑΛΟΠΟΥΛΟΣ
Οἱ Μάρτυρες
Ἐ.
ΤΣΑΝΤΙΛΗΣ
ἈΝΔΡ.
ΓΙΑΝΝΟΥΛΗΣ»
Το προικοσύμφωνο αναφέρεται να προέρχεται από το αρχείο του/της ΑΛΚ.Γ.ΜΙΧ και δημοσιεύτηκε στην τοπική εφημερίδα ΑΜΠΕΛΙΩΝΑ τον Ιανουάριο του 1974
Για να γίνει κατανοητό το κείμενο του Προσυμφώνου το παραθέτουμε και στην καθομιλουμένη ελληνική με σχολιασμό
«Αρ. 30
Στην Ανδρίτσαινα, σήμερα, Παρασκευή 23 Μαΐου 1875, προμεσημβρινές ώρες, στο δημόσιο γραφείο μου, που βρίσκεται στον τρίτο όροφο του εργαστηρίου των Ασημάκη Λεωνίδου και Γρηγορίου Ασημακόπουλου, επί της αγοράς της Ανδρίτσαινας, το οποίο ανήκει στον Άγιο Νικόλαο, ενώπιόν μου, του Συμβολαιογράφου Ανδρίτσαινας Γεωργίου Δ. Πατσοπούλου, κατοίκου και εγκατεστημένου εδώ, καθώς και παρουσία των μαρτύρων κυρίων Επαμεινώνδα Τσαντήλη, εμπόρου, και Ανδρέα Γ. Γιαννούλη, γεωργοκτηματία — οι οποίοι είναι γνωστοί σε εμένα, ενήλικοι Έλληνες πολίτες, κάτοικοι Ανδρίτσαινας, χωρίς συγγενική σχέση μεταξύ τους ή με εμένα, και χωρίς κάποιο νομικό κώλυμα — εμφανίστηκαν οι κύριοι Νικόλαος Μιχαλόπουλος, γεωργός, και η αδερφή του Γεωργούλα, η οποία ασχολείται με οικιακές εργασίες, αφενός, και αφετέρου ο Δημήτριος Μιχαλόπουλος, επίσης γεωργός, όλοι κάτοικοι του χωριού Άγιος Σώστης, και ζήτησαν τη σύνταξη του παρόντος προικοσύμφωνου, συμφωνώντας στα εξής:
Ο Νικόλαος Μιχαλόπουλος δηλώνει ότι δίνει την αδελφή του Γεωργούλα σε γάμο με τον Δημήτριο Μιχαλόπουλο, ως νόμιμη σύζυγό του, και της παραχωρεί ως προίκα, εξολοκλήρου και ως πλήρη αποζημίωση για το μερίδιο που της αναλογεί από την πατρική και μητρική της κληρονομιά, τα εξής αντικείμενα και ακίνητα:
- Δεκαπέντε πουκάμισα
- Δεκαπέντε φορέματα
- Τρία μάλλινα στρώματα
- Τρία μαξιλάρια
- Μία βελέτζα (κουβέρτα)
- Μία ανδρομίδα και ένα ανδρόμιδι (παπλώματα/ρουχισμός)
- Μία
λιόπανα (λινή κουβέρτα ή τραπεζομάντηλο)
Όλα τα παραπάνω αντικείμενα, συνολικής αξίας 430 δραχμών
Επιπλέον:
- Δέκα οκάδες χάλκινα σκεύη, αξίας 50 δραχμών
- Μία αγελάδα, αξίας 70 δραχμών
- Δύο κασέλες (σεντούκια), αξίας 25 δραχμών
- Δύο γιούρντες (μεγάλα πήλινα δοχεία), αξίας 30 δραχμών
- Δεκαπέντε μαντήλια, αξίας 15 δραχμών
- Έξι σακούλια, αξίας 15 δραχμών
Καθώς και:
- Ένα ξερικό χωράφι, στη θέση «Βαρυκούλια» του χωριού Σκληρός, περίπου τεσσάρων στρεμμάτων, συνορεύει με χωράφια του Φωτίου Καραχαλίου, του Βασιλείου Θάνου και του ίδιου του Νικολάου Μιχαλόπουλου, αξίας 410 δραχμών
- Ένα αμπέλι στη θέση «Μούσγα» του χωριού Άγιος Σώστης, με τα δέντρα του, έκτασης περίπου 1,5 στρέμματος, συνορεύει με τους Ανδρέα Κανελλόπουλο, Δημήτριο Θεοδωρόπουλο, Δημήτριο Κανελλόπουλο και τους κληρονόμους των αδελφών Σιαπέρα, αξίας 150 δραχμών.
Η συνολική αξία της προίκας ανέρχεται σε 1.195 δραχμές.
Η μέλλουσα νύφη Γεωργούλα Μιχαλοπούλου δήλωσε ότι, λαμβάνοντας από τον αδελφό της τα παραπάνω είδη και ακίνητα ως προίκα, τα οποία παρέλαβε, και μέσω του μελλοντικού συζύγου της Δημητρίου Μιχαλόπουλου, θεωρεί ότι έχει αποζημιωθεί πλήρως για το μερίδιό της από την πατρική και μητρική της κληρονομιά και δεν έχει καμία απαίτηση κατά του αδελφού της.
Ο Δημήτριος Μιχαλόπουλος δήλωσε ότι έλαβε όλα τα παραπάνω είδη και ακίνητα ως προίκα της μέλλουσας συζύγου του Γεωργούλας και υπόσχεται τη σύναψη και τέλεση του γάμου.
Για επιβεβαίωση των παραπάνω, συντάχθηκε το παρόν προικοσύμφωνο, διαβάστηκε καθαρά ενώπιον όλων των παριστάμενων και υπογράφηκε από αυτούς και από εμένα, εκτός από τη Γεωργούλα και τον Δημήτριο Μιχαλόπουλο, οι οποίοι δήλωσαν ότι δεν γνωρίζουν γράμματα.
Ο Συμβολαιογράφος
Γ. Δ. Πατσοπούλος
Ο Συμβαλλόμενος
Νικ. Μιχαλόπουλος
Οι Μάρτυρες
Ε. Τσαντήλης
Ανδρ. Γιαννούλης»
Σχόλια:
Το κείμενο είναι προικοσύμφωνο του 1875, δηλαδή συμβολαιογραφικό έγγραφο με το οποίο κατοχυρώνεται η προίκα μιας γυναίκας πριν τον γάμο της. Παρότι η πράξη αφορά οικογενειακή υπόθεση, συντάσσεται παρουσία συμβολαιογράφου και μαρτύρων, γεγονός που δείχνει τη βαρύτητα τέτοιων συμφωνιών στη νεοελληνική κοινωνία του 19ου αιώνα.
Στην Ανδρίτσαινα, λοιπόν, στις 23 Μαΐου 1875, στο συμβολαιογραφείο του Γ.Δ. Πατσοπούλου που βρίσκεται στην αγορά της εμφανίζονται τα πρόσωπα που θα συμμετάσχουν στην διαδικασία σύναψης ενός προικοσύμφωνου και που είναι οι:
o Γεωργούλα Μιχαλοπούλου: μέλλουσα νύφη.
o Νικόλαος Μιχαλόπουλος: αδερφός της και δωρητής της προίκας.
o Δημήτριος Μιχαλόπουλος: μελλοντικός σύζυγος.
o Δύο μάρτυρες.
Η Προίκα της Γεωργούλας είναι πλούσια και ποικιλόμορφη καθώς περιλαμβάνει ρουχισμό, οικιακά είδη, ζώα και ακίνητα. Ολόκληρη είναι καταγεγραμμένη με λεπτομέρεια και με εκτιμημένη την αξία της σε δραχμές. Η συνολική της αξία ανέρχεται στις 1.195 δραχμές, που για την εποχή θεωρείται σημαντικό ποσό.
Στα χρόνια εκείνα και μέχρι την κατάργησή της η προίκα αποτελούσε μια μορφή οικογενειακής αποζημίωσης για την κόρη, καθώς θεωρείται ότι η γυναίκα δεν θα συμμετάσχει πλέον στην πατρική περιουσία. Η συμφωνία γινόταν επίσημα και δημόσια. Η παρουσία μαρτύρων και συμβολαιογράφου εξασφάλιζαν την νομική εγκυρότητα και αποφυγή μελλοντικών διαφορών.
Το κείμενο του προικοσύμφωνου αποτυπώνει τη δομή της παραδοσιακής ελληνικής κοινωνίας του 19ου αιώνα, όπου οι γάμοι ρυθμίζονταν μέσα από αυστηρές συμφωνίες, με επίκεντρο την οικονομική μεταβίβαση της προίκας. Παρουσιάζει επίσης τη νομική τυπολατρία της εποχής και τον τρόπο με τον οποίο διασφαλίζονταν τα δικαιώματα των γυναικών μέσω των ανδρών συγγενών τους.
Το Ανδριτσάνικο αυτό προικοσύμφωνο δεν είναι απλώς ένα νομικό κείμενο· είναι ένα ντοκουμέντο που αποκαλύπτει με μοναδικό τρόπο την κοινωνική και οικογενειακή δομή του 19ου αιώνα. Η προίκα της Γεωργούλας —με τα ρούχα, τα σκεύη, τα ζώα και τα κτήματα— καταγράφεται με ακρίβεια, επιβεβαιώνοντας τη σημασία της ως συμβολικού και πρακτικού κεφαλαίου στα βάρη του γάμου. Η παρουσία συμβολαιογράφου και μαρτύρων υπογραμμίζει τη θεσμική βαρύτητα της πράξης. Παράλληλα, η απλή ομολογία των πρωταγωνιστών ότι δεν γνωρίζουν γράμματα φέρνει στο φως τη μορφωτική πραγματικότητα των απλών ανθρώπων της υπαίθρου.
Μέσα από τέτοια κείμενα, διασώζεται η άυλη πολιτιστική κληρονομιά ενός τόπου, καθιστώντας τα πολύτιμες μαρτυρίες για τους ερευνητές και τους αναγνώστες του σήμερα.
Κων. Γραικιώτης
ΠΗΓΕΣ
Εφημερίδα ΑΜΠΕΛΙΩΝΑ
https://www.iefimerida.gr/stories/i-diadromi-tis-proikas-stoys-aiones
https://el.wikipedia.org/wiki/Προίκα
ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΠΟ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ
Τα έθιμα του γάμου
Για να γίνει ένας γάμος έπρεπε να πραγματοποιηθεί μια
σειρά από έθιμα. Γινόταν πρώτα το προξενιό, συνεφωνείτο η προίκα, συντασσόταν
το προικοσύμφωνο, γινόταν η συνάντηση των συμπεθέρων, ακολουθούσε ο αρραβώνας
και όλες οι προετοιμασίες του γάμου, συμπληρώνονταν οι ελλείψεις της προίκας,
ακολουθούσε η παραλαβή των προικιών, την Κυριακή το απόγευμα γινόταν η τελετή
του γάμου και το ίδιο βράδυ το γαμήλιο τραπέζι. Πολλά ζευγάρια πήγαιναν γαμήλιο
ταξίδι και αυτά που δεν πήγαιναν επισκέπτονταν τη Δευτέρα το πρωί μια βρύση και
αλληλοβρέχονταν με νερό.
Το προξενιό: Οι γάμοι παλιά γίνονταν πάντα με προξενιό. Ποτέ ο υποψήφιος
γαμπρός δεν ζητούσε ο ίδιος την κοπέλα που ήθελε, αλλά έστελνε το
συμπεθεροφτιάχτη (προξενητή), που συνήθως ήταν γυναίκα που είχε φιλικές σχέσεις
με την οικογένεια της κοπέλας. Η συμπεθεροφτιάχτρα πήγαινε στο σπίτι της
υποψήφιας νύφης πάντα αργά το βράδυ για να μην την δουν οι γείτονες και
μεταβίβαζε την επιθυμία του γαμπρού και τις αιτήσεις του για την προίκα.
Όταν συμφωνούσαν και τα δύο μέρη ο συμπεθεροφτιάχτης κανόνιζε ένα ραντεβού τους συμπεθέρους που συζητούσαν τις λεπτομέρειες και έδιναν τα χέρια. Το προξενιό γινόταν πολλές φορές ερήμην της υποψήφιας νύφης, γιατί η απόφαση του πατέρα ήταν τελεσίδικη, δεν χωρούσε καμιά αντίρρηση και σε σπάνιες περιπτώσεις ρωτούσαν την κοπέλα αν συμφωνεί με την επιλογή των γονιών της. Ακολουθούσε η επίσκεψη του γαμπρού, στο σπίτι της νύφης, που συνοδευόταν από 5 ή 7 ή 9 άτομα, πάντοτε μονά ποτέ διπλά. Στρωνόταν τραπέζι που το ετοίμαζε η νύφη για να δείξει τη νοικοκυροσύνη στο οποίο απαγορευόταν ο κόκορας μήπως κάνει φτερά και φύγει ο γαμπρός. Από εκείνο το βράδυ κοινοποιείτο το γεγονός που μέχρι τότε κρατιόταν μυστικό.
Ο Αρραβώνας: Ο αρραβώνας γινόταν συνήθως Σαββατόβραδο με πολλούς προσκεκλημένους στο σπίτι της νύφης. Ο γαμπρός με τους δικούς του καλεσμένους πήγαινε τραγουδώντας, ενώ νωρίτερα είχε στείλει το κανίστρι με τα δώρα, καθώς και ένα σφαχτό, ψωμί και κρασί για το βραδινό τραπέζι. Μπαίνοντας στο σπίτι, που τους υποδεχόταν στην πόρτα η νύφη με τους συμπεθέρους, αμέσως άλλαζαν τις βέρες. Τις βέρες τις άλλαζε ο πατέρας του γαμπρού, ο οποίος τις σταύρωνε απάνω στο εικόνισμα του Χριστού, λέγοντας τρεις φορές «Αρραβωνιάζεται ο δούλος του Θεού τάδε τη δούλη του Θεού δείνα στο όνομα του Πατρός και του υιού και του Αγίου Πνεύματος» σταυρώνοντας πρώτα το γαμπρό. Επαναλάμβανε το ίδιο αρχίζοντας πλέον από τη νύφη, «Αρραβωνιάζεται η δούλη του Θεού κ.λ.π. ». Κατόπιν φόραγε του καθενός τη βέρα, τους φίλαγε, τους ευχόταν να ζήσουν και τους έδινε την ευχή του. Χαιρέταγαν και όλοι οι προσκεκλημένοι και άρχιζε το τραγούδι.
Τα προικιά: Μια βδομάδα πριν το γάμο ερχόντουσαν στο σπίτι της νύφης πολλές κοπέλες για να πλύνουν και να σιδερώσουν τα προικιά της. Την Πέμπτη, την εβδομάδα του γάμου, έρχονταν όλες οι συγγένισσες, φίλες και γειτόνισσες στο σπίτι της νύφης έντυνα τα προικιά και έστηναν το «γιούκο» με τα χοντρικά. Τα τραγουδάγανε και χορεύανε ως αργά τη νύκτα, αρχίζοντας με το τραγούδι:
" Ωραία που είναι η νύφη μας
ωραία τα προικιά της
ωραία και η παρέα της
που κάνει τη χαρά της"
“Ένα τραγούδι θα σας πω
επάνω στο κεράσι
το αντρόγυνο που έγινε
να ζήσει να γεράσει."
Τα Προικοσύμφωvα: Το Προικοσύμφωνο είναι συμβόλαιο που συνάπτεται μεταξύ του γαμπρού και των γονιών της νύφης, περιέχει δε κατάλογο των κινητών και ακινήτων πραγμάτων που δίνονται ως προίκα. Επί Τουρκοκρατίας η προίκα αποδεικνύεται κατά το Τουρκικό Δίκαιο με ιδιωτικό προικοσύμφωνο.