Translate -TRANSLATE -

Παρασκευή 11 Ιουλίου 2025

ΝΑΡΚΙΣΣΟΣ ΚΑΙ ΝΑΡΚΙΣΣΙΣΜΟΣ

 


ΝΑΡΚΙΣΣΟΣ ΚΑΙ ΝΑΡΚΙΣΣΙΣΜΟΣ

Ο μύθος του Νάρκισσου ενέπνευσε την έννοια του ναρκισσισμού στην ψυχολογία, δηλαδή την παθολογική αυτοαγάπη και την αδυναμία ανάπτυξης υγιών σχέσεων. Στον πυρήνα του, ο μύθος δείχνει πώς η έλλειψη ενσυναίσθησης και αυτογνωσίας μπορεί να οδηγήσει στην απομόνωση και την καταστροφή.

Ο μύθος του Νάρκισσου είναι ένας από τους πιο γνωστούς της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας και έχει διαχρονικό συμβολισμό, που σχετίζεται με την αυτοαγάπη, τη ματαιοδοξία και την έλλειψη ενσυναίσθησης.  

 

Ο ΜΥΘΟΣ ΤΟΥ ΝΑΡΚΙΣΣΟΥ

 

Ο Νάρκισσος ήταν ένας πανέμορφος νέος, γιος του ποταμού Κηφισού και της νύμφης Λειριόπης. Από μικρός ήταν ξακουστός για την εξαιρετική του ομορφιά. Όλοι τον θαύμαζαν, άνδρες και γυναίκες, αλλά εκείνος παρέμενε αδιάφορος, αγνοώντας τους πάντες.

Μία από τις νύμφες, η Ηχώ, ερωτεύτηκε τον Νάρκισσο. Όμως, λόγω μιας κατάρας που της είχε ρίξει η Ήρα, μπορούσε μόνο να επαναλαμβάνει τα λόγια των άλλων και όχι να μιλήσει πρώτη. Όταν προσπάθησε να του εκδηλώσει την αγάπη της, εκείνος την περιφρόνησε. Η Ηχώ, πληγωμένη και απελπισμένη, μαράθηκε από τη θλίψη και το σώμα της εξαφανίστηκε, αφήνοντας μόνο τη φωνή της.

Η θεά Νέμεσις, βλέποντας την υπεροψία και την αλαζονεία του Νάρκισσου, αποφάσισε να τον τιμωρήσει. Τον οδήγησε σε μια πηγή με καθαρό νερό, όπου, καθώς έσκυψε να πιει, αντίκρισε το είδωλό του και ερωτεύτηκε τον ίδιο του τον εαυτό, χωρίς να καταλαβαίνει ότι ήταν απλώς μια αντανάκλαση.

Ο Νάρκισσος μαγνητίστηκε από τη δική του εικόνα και δεν μπορούσε να απομακρυνθεί από την πηγή. Η επιθυμία του για τον "άγνωστο" νέο που έβλεπε ήταν τόσο έντονη που τελικά έλιωσε από τον πόθο ή, σύμφωνα με κάποιες εκδοχές, αυτοκτόνησε. Στο σημείο όπου πέθανε, φύτρωσε ένα λουλούδι, το οποίο ονομάστηκε νάρκισσος.

 

"Ναρκισσισμός» και ψυχολογία

 


 

Στη σύγχρονη εποχή, ο όρος "ναρκισσισμός" απέκτησε ψυχολογική σημασία, περιγράφοντας ένα σύνολο χαρακτηριστικών και συμπεριφορών που σχετίζονται με την υπερβολική αυτοεκτίμηση, την έλλειψη ενσυναίσθησης και την ανάγκη για θαυμασμό. Το φαινόμενο αυτό είναι πλέον συχνό και μελετάται εντατικά από την ψυχολογία και την ψυχιατρική.

Ο ναρκισσισμός, στην ψυχολογική του διάσταση, αναφέρεται σε ένα πρότυπο συμπεριφοράς όπου το άτομο δίνει υπερβολική σημασία στον εαυτό του, θεωρεί ότι υπερέχει των άλλων και αναζητά διαρκώς την επιβεβαίωση και τον θαυμασμό των γύρω του. Αν και ένα μέτρο αυτοεκτίμησης είναι φυσιολογικό και απαραίτητο, ο παθολογικός ναρκισσισμός ξεπερνά τα όρια και γίνεται επικίνδυνος τόσο για το ίδιο το άτομο όσο και για τους ανθρώπους του περιβάλλοντός του.

Η ψυχολογία αναγνωρίζει τον ναρκισσισμό ως χαρακτηριστικό της προσωπικότητας, αλλά σε πιο ακραίες περιπτώσεις, όταν δηλαδή προκαλεί σοβαρά προβλήματα στις διαπροσωπικές σχέσεις ή στην κοινωνική και επαγγελματική λειτουργία, ταξινομείται ως Ναρκισσιστική Διαταραχή Προσωπικότητας (Narcissistic Personality Disorder). Τα άτομα αυτά συχνά εμφανίζουν υπερβολική αίσθηση ανωτερότητας, δεν μπορούν να δείξουν ειλικρινή ενσυναίσθηση, απορρίπτουν την κριτική και είναι εξαιρετικά ευάλωτα σε κάθε μορφή απόρριψης ή αποτυχίας.

Τα αίτια του ναρκισσισμού μπορεί να προέρχονται από την παιδική ηλικία. Παιδιά που μεγάλωσαν σε περιβάλλον υπερβολικής αποδοχής ή αντιθέτως συναισθηματικής παραμέλησης συχνά αναπτύσσουν ναρκισσιστικές τάσεις ως μηχανισμό αυτοπροστασίας. Η σύγχρονη κοινωνία και ιδίως τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ενισχύουν την ανάγκη για προβολή, αποδοχή και εξιδανίκευση της εικόνας του εαυτού, ενισχύοντας έτσι τη ναρκισσιστική συμπεριφορά, ιδιαίτερα στους νέους.

Οι συνέπειες του ναρκισσισμού στις ανθρώπινες σχέσεις είναι σημαντικές. Οι νάρκισσοι δυσκολεύονται να δημιουργήσουν ουσιαστικούς δεσμούς, συχνά εκμεταλλεύονται τους άλλους, ενώ παρουσιάζουν έντονο θυμό όταν δεν λαμβάνουν τον θαυμασμό που προσδοκούν. Αυτό οδηγεί σε συγκρούσεις, συναισθηματική απόσταση και ενίοτε σε κοινωνική απομόνωση.

 

Η ατυχία να έχεις αδελφό νάρκισσο.

 


 

Ένας νάρκισσος αδελφός είναι ο άνθρωπος που καθρεφτίζεται συνεχώς στον εαυτό του, όχι για να βρει μέσα του κάτι αληθινό, αλλά για να λατρέψει την αντανάκλαση της ψεύτικης τελειότητας που έχει πλάσει. Ο νάρκισσος αδελφός δεν αγαπά – απαιτεί θαυμασμό. Δεν μοιράζεται – εκμεταλλεύεται. Και πάνω απ’ όλα, δεν προσφέρει – υπολογίζει, κρατά, μαζεύει. Τσιγκούνης όχι μόνο με το χρήμα, αλλά και με τη στοργή, τη συγγνώμη, την κατανόηση.

Ψυχολογικά, τέτοιου είδους αδελφός βλέπει τον εαυτό του ως τον άξονα γύρω από τον οποίο οφείλουν να περιστρέφονται όλοι οι άλλοι. Τα πάντα μεταφράζονται σε όρους συμφέροντος: τι θα κερδίσει, τι θα χάσει, ποιος θα τον επαινέσει. Αν δώσει κάτι – ακόμη και μια καλημέρα με αληθινή ζεστασιά – το θεωρεί επένδυση, που απαιτεί άμεση απόδοση.

Τα Προβλήματα που Δημιουργεί

Πολλά τα προβλήματα που δημιουργεί με την συμπεριφορά του

1.         Συναισθηματική αποστράγγιση

Συχνά θα σε κάνει να νιώθεις ένοχος που ζητάς ή χρειάζεσαι κάτι, ακόμα κι αν είναι απλό ή αυτονόητο. Δεν δίνει χώρο για αδυναμίες – μόνο για τις δικές του υπερβολές.

2.         Συνεχής υποτίμηση

Αν πετύχεις κάτι, θα το μειώσει ή θα το συγκρίνει με κάτι δικό του, πάντα ανώτερο. Αν αποτύχεις, θα φροντίσει να το θυμάσαι. Πάντα εκεί, όχι για να σε στηρίξει, αλλά για να αποδείξει πως εκείνος ξέρει καλύτερα.

3.         Οικονομικές και πρακτικές δυσκολίες

Ως τσιγκούνης, δεν θα βοηθήσει ούτε όταν μπορεί – και συχνά θα κάνει να φαίνεται πως σου προσφέρει ενώ στην πραγματικότητα απλώς αποφεύγει το κόστος. Μπορεί να ζητά δανεικά χωρίς πρόθεση επιστροφής ή να αποφεύγει να συμβάλει σε κοινές οικογενειακές υποχρεώσεις.

4.         Διαρκής χειραγώγηση

Ο νάρκισσος τσιγκούνης αδελφός δεν υψώνει φωνή· χαμογελά και σου φυτεύει ενοχές. Σε κάνει να νιώθεις υποχρεωμένος επειδή "σου έκανε χάρη" – ακόμη κι όταν απλώς έκανε το ελάχιστο.

5.         Τοξική οικογενειακή δυναμική

Δημιουργεί ρήγματα στις σχέσεις μεταξύ των άλλων μελών της οικογένειας. Καλλιεργεί ανταγωνισμό, παρεξηγήσεις, ακόμη και αποξένωση. Η αγάπη δεν έχει χώρο να ριζώσει όταν το χώμα είναι γεμάτο δηλητήριο.

Ας δούμε τι λέει κάποιος που έχει τραβήξει μαρτύρια εξ αιτίας του νάρκισσου – τσιγκούνη αδελφού του.

"Ο αδελφός μου ο Αχιλλέας"

 

Ο Αχιλλέας δεν έμπαινε σ’ ένα δωμάτιο — το καταλάμβανε. Σαν βασιλιάς που ρίχνει το βλέμμα του όχι για να δει, αλλά για να κρίνει. Τα μάτια του, καθρέφτες γυαλισμένοι απ’ τον θαυμασμό που περίμενε να δει στους άλλους. Το βήμα του, αργό, μελετημένο – κάθε του κίνηση φώναζε «εγώ».

Ήταν ο αδελφός μου. Μα ποτέ δεν ένιωσα πως ήμουν ο δικός του αδελφός.

Από μικρός μάζευε τα πάντα μα κυρίως χρήματα, επιβραβεύσεις. Ό,τι είχε αξία στα μάτια του, έπρεπε να του ανήκει. Ό,τι δεν του απέφερε κέρδος – υλικό ή συναισθηματικό – του ήταν άχρηστο. Οι λέξεις του, μόνο αυτές που ήθελε να ξεστομίσει. Το χαμόγελο, γεμάτο υποκρισία. Κι η καλοσύνη του – όταν τυχόν εμφανιζόταν – συνοδευόταν πάντα από εκείνο το βλέμμα του που σου έλεγε: μην ξεχάσεις τι σου πρόσφερα σήμερα.

Όταν του ζητούσες βοήθεια, σου την έδινε σε δόσεις. Μισή συμβουλή, λίγη καθυστέρηση, κι ένα τεράστιο «θυμήσου ποιος σε έσωσε». Και αν κάποτε τολμούσες να του μιλήσεις για τις ανάγκες σου, τις ανάγκες των παιδιών σου, τότε σου απαντούσε: « Σου τόχα πει. Τι τα θέλεις τα παιδιά; Δεν φταις εσύ που δεν προνόησες για τις ανάγκες σου. Εγώ φταίω που νοιάζομαι για εσένα.»

Και μέσα σ’ όλα αυτά, το χειρότερο δεν ήταν η τσιγγουνιά του στο χρήμα. Ήταν η τσιγγουνιά του στην τρυφερότητα, στη στήριξη, στην αδελφικότητα. Ό,τι αγαπούσε, το ήθελε μόνο γι’ αυτόν – ακόμη και τη μνήμη των γονιών μας, την κρατούσε σφιχτά σαν προσωπικό τρόπαιο, λέγοντας πάντα: «Εγώ τους στάθηκα περισσότερο.»

Μα εγώ θυμάμαι. Θυμάμαι, θυμάμαι πολλά από την αχαρακτήριστη συμπεριφορά του. Θυμάμαι πώς μου είπε «θα το ξεπεράσεις» όταν αντιμετώπιζα προβλήματα τη δουλειά μου. Θυμάμαι πώς, ό,τι του ζητούσα, έμοιαζε σ’αυτόν σαν επιδρομή στο θησαυροφυλάκιο του, έστω και αν δεν του στοίχιζε τίποτα.

Κι όμως, ακόμη και τώρα, κάθε τόσο περιμένω – ίσως μάταια – να χτυπήσει το τηλέφωνο και να τον ακούσω να λέει: «Αδερφέ μου, τι χρειάζεσαι;» Αλλά το τηλέφωνο δεν χτυπά. Κι εκείνος, εκεί – πάντα να περιμένει να του πεις ευχαριστώ, ακόμη κι όταν δεν σου δίνει απολύτως τίποτα.

Και νάταν μόνο αυτά;;;

Όταν ξεκινούσε το επάγγελμά του, εμείς τα αδέλφια του προσφέραμε ένα γραφείο να στεγάσει στα πρώτα του βήματα την δραστηριότητα του — αληθινό δώρο από αδελφική πίστη και αγάπη. Δεν του ζητήσαμε αντίτιμο· μόνο να πορευτεί με ήθος. Μα εκείνος, με το βλέμμα του σφιχτό και το στόμα του πάντα μισάνοιχτο για δικαιολογίες, ξέχασε γρήγορα ποιοι του στάθηκαν. Δεν πλήρωνε τις υποχρεώσεις του στο διαμέρισμα που του παραχωρήσαμε. Κι όταν οι λογαριασμοί έφταναν απλήρωτοι στην πόρτα, δεν απαντούσε. Άφηνε τη διαχείριση να χτυπά τα κουδούνια των υπολοίπων. Να χτυπά σ’εμάς τα αδέλφια του.

Κι ύστερα, ήρθε και το θέμα του σπιτιού. Εγώ, κάτοχος του μεγαλύτερου μέρους και εκείνος, ενός μονάχα μικρού ποσοστού. Του το πρόσφερα προσωρινά – για να σταθεί στα πόδια του, όπως κάνει κανείς για τον αδελφό του. Μα για τον Αχιλλέα, κάθε χέρι βοήθειας είναι απλώς μια νέα ευκαιρία κατάκτησης.

Χωρίς παιδιά, χωρίς ρίζες – μονάχα με μια γυναίκα στο πλευρό του που ήξερε να ζητά, να απαιτεί, να διεκδικεί ό,τι δεν της ανήκε. Μαζί, άρχισαν να συμπεριφέρονται στο σπίτι σαν να ήταν δικό τους. Να βάζουν κλειδαριές, να απαγορεύουν είσοδο, να προσπαθούν να το οικειοποιηθούν. Άρχισαν να ψιθυρίζουν όρους νομικούς· κατοχή, χρησικτησία, τετελεσμένα.

Εγώ, εκεί – να παρακολουθώ έναν αδελφό που μετατρεπόταν σε αντίδικο. Κι έναν άνθρωπο που, ενώ μεγάλωσε πλάι μου, τώρα ετοίμαζε χαρτιά για να μου πάρει ό,τι κάποτε του πρόσφερα με ανοιχτή καρδιά.

Δεν με πονάει τόσο το σπίτι. Με πονάει η αχαριστία. Η μετατροπή της αγάπης σε ευκαιρία. Η απληστία που καμουφλάρεται πίσω από τον νόμο. Ο αδελφός που δεν είδε ποτέ πέρα από τον εαυτό του.

Ίσως τελικά να μην ήθελε ποτέ οικογένεια. Ήθελε κοινό, υπηρέτες, στηρίγματα. Κι όταν τα πήρε, τα γύρισε όλα ανάποδα. Και τώρα, στεκόμαστε σε δύο αντίπαλα στρατόπεδα — εγώ με τη μνήμη, εκείνος με τα νομικά του.

Μα ακόμη και τώρα, βαθιά μέσα μου, αναρωτιέμαι: ποιος έχασε πιο πολλά τελικά; Εκείνος που θέλησε να αρπάξει, ή εγώ που τόλμησα να προσφέρω;

Ειλικρινά στενοχωρήθηκα με τα παθήματά του φίλου μου  αλλά πώς να τον παρηγορήσω;

Αν έχεις έναν τέτοιον αδελφό, η μεγαλύτερη πρόκληση δεν είναι να του αλλάξεις συμπεριφορά — κάτι που σπανίως επιτυγχάνεται — αλλά να προστατεύσεις τον εαυτό σου από την ψυχική φθορά. Οριοθέτηση, συναισθηματική αποστασιοποίηση και, αν χρειαστεί, απομάκρυνση, είναι μερικές από τις υγιείς άμυνες.

 

 

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ:

Σε εμένα πάντως και σε εσάς, που διαβάστε αυτή την ανάρτηση, πιστεύω ότι συμπερασματικά μας έμεινε το δίδαγμα ότι ο ναρκισσισμός είναι ένα φαινόμενο με βαθιές ρίζες τόσο στον μύθο όσο και στην ανθρώπινη ψυχή.

Αν και όλοι φέρουμε κάποια ναρκισσιστικά χαρακτηριστικά, η υπερβολή τους μπορεί να καταστεί επιβλαβής. Η καλλιέργεια της αυτογνωσίας, της ενσυναίσθησης και της ταπεινότητας είναι βασικά στοιχεία για την ισορροπημένη ανάπτυξη της προσωπικότητας και για τη δημιουργία υγιών σχέσεων με τους άλλους.

Στην εποχή της ψηφιακής προβολής και του «φαίνεσθαι», είναι πιο επίκαιρο από ποτέ να θυμόμαστε ότι η αληθινή αξία του ανθρώπου βρίσκεται όχι μόνο στην εικόνα του, αλλά κυρίως στις πράξεις του και στη σχέση του με τους γύρω του.

 

Τετάρτη 9 Ιουλίου 2025

Κ. Γραικιώτης : Τώρα θα ζήσω για μένα

 


Τώρα θα ζήσω για μένα

Όταν η ψυχή αποφασίζει να ξαναγεννηθεί

Υπάρχουν στιγμές στη ζωή που η σιωπή μας φωνάζει πιο δυνατά απ’ όλους. Που κουραστήκαμε να είμαστε όλα για όλους και τίποτα για εμάς. Που κοιτάμε τον καθρέφτη και αναρωτιόμαστε: πότε θα ζήσω… για μένα; Αυτό το κείμενο είναι ένα ταξίδι αυτογνωσίας, μια εξομολόγηση και μια κραυγή απελευθέρωσης. Αν νιώθεις πως ήρθε η ώρα να πεις «ως εδώ», τότε αυτό είναι για σένα.

Ξεφλουδίζω τις μέρες μου σαν παλιά ομόλογα. Τα κρατούσα σφιχτά για μια ζωή, προσμένοντας τόκους ευτυχίας που ποτέ δεν ήρθαν. Τα εξαργυρώνω τώρα στην τράπεζα της καρδιάς μου, που έχει πια μόνο έναν πελάτη: τη μοναξιά μου. Κι εκείνη, όσο κι αν την πλήγωσα, πάντα με περιμένει στη γωνία, σαν πιστός σκύλος που δεν ξέρει τι σημαίνει προδοσία.

Ξεγελώ τις τύψεις μου με την πρόφαση της φθοράς. Του χρόνου – αυτού του κατεργάρη χωρίς λόγο τιμής. Ξεπληρώνω με ευτυχίες περασμένες, που η μνήμη – αυτή η γλυκιά μου απατεώνισσα – τις σερβίρει ξανά και ξανά σαν να τις χρειάζομαι για να αναπνέω.

Μα δεν τις χρειάζομαι πια. Ξεπουλώ όσα κρατούσα κρυφά, ασήμαντα πράγματα που τα σκέπαζε η σκόνη της ανασφάλειας, μα μέσα τους κρυβόταν ό,τι δεν τόλμησα ποτέ να ζήσω. Σφραγίζω επιταγές συναισθημάτων χωρίς αντίκρισμα, ακυρώνω συμβόλαια του «πάντα» που υπογράφτηκαν με λόγια, κι όχι με αλήθειες.

Γκρεμίζω κάστρα από άμμο, που ’χτιζα παιδί με τα χέρια της αθωότητάς μου στην παραλία της χαράς. Τώρα, δαγκώνω το μήλο της γνώσης χωρίς ενοχή. Μιλάω κατάματα στο φίδι. Δεν ψάχνω για συκή – δεν έχω τίποτα να κρύψω πια.

Κατεβαίνω στον βυθό, εκεί που ναυάγησαν οι παλιές μου αγάπες. Κι από το ναυάγιο διαλέγω προσεκτικά τα πολύτιμα. Όχι από ανάγκη – από σεβασμό. Τα υπόλοιπα τα αφήνω στη θάλασσα να τα πάρει το ρεύμα.

Ξεκλειδώνω συρτάρια ψυχής και τα πετάω όλα. Όλα. Κρατάω μόνο ένα «σ’ αγαπάω». Για τις στιγμές που νυχτώνει μέσα μου κι έχω ανάγκη να ανάψω φως.

Κλείνω κύκλους που χάραξα με τον διαβήτη του «θέλω» και, παρ’ ότι η μύτη έχει σχεδόν σπάσει, ανοίγω άλλους. Με άλλη διάμετρο, αλλά με την ίδια ψυχή. Κι αν πονάει, ας πονάει.

Τώρα ξέρω.

Είναι κάποιες στιγμές στη ζωή που ξυπνάς. Όχι σαν απ’ τον ύπνο. Από λήθαργο. Από χειμερία νάρκη που κράτησε όχι μόνο χειμώνες αλλά και καλοκαίρια. Και τότε λες: «Τώρα θα ζήσω για μένα».

Όχι επειδή πριν δεν ζούσες, αλλά επειδή ζούσες για όλους – εκτός από σένα. Είσαι ο τελευταίος που σκεφτόσουν κάθε βράδυ, κι ας έλεγες πως τα κάνεις όλα για σένα. Ένα έξυπνο άλλοθι για να μη σε πούνε βλάκα. Κι εσύ το πίστεψες.

Έμεινες. Σε σχέσεις, σε δουλειές, σε ρόλους που δε σου πήγαιναν, επειδή φοβόσουν. Να μη σε πουν λιποτάκτη. Να μη νομίσουν πως δεν αγάπησες. Κι ας έκλαιγε μέσα σου ο εαυτός σου. Έκλεινες τ’ αφτιά στα SOS του.

Μέχρι που έπεσε το παραβάν. Κι έμειναν γυμνές οι καρδιές. Αντικριστά. Δυο καρδιές. Που δεν μπορούσαν πια να πουν ψέματα. Ομολόγησαν – ακόμα και τα ανομολόγητα. Και πόνεσαν. Και μάτωσαν. Μα ο κύκλος έκλεισε. Για να γεννηθεί καινούριος.

Γιατί έτσι είναι οι ζωές μας: κύκλοι. Παραβολές. Ιστορίες με ηθικά διδάγματα που δεν γράφτηκαν ποτέ σε βιβλία. Μονάχα στη σιωπή των βραδινών σκέψεων.

Μάθε να φεύγεις όταν πρέπει. Όχι όταν σβήσεις. Μάθε να μην προσποιείσαι πως έχεις, όταν είσαι άδειος. Είναι κι αυτό αρετή. Και ναι: Ηθικό είναι να μη δίνεις όταν δεν έχεις. Όχι να προσποιείσαι ότι δίνεις.

Ζήσε. Για σένα. Όχι από εγωισμό. Από αλήθεια. Από δικαίωμα.

Όλοι έχουμε χάσει χρόνο. Όλοι έχουμε κρατήσει ανοιχτούς λογαριασμούς με το παρελθόν. Μα κάποια μέρα, κάποια στιγμή, φτάνεις στο τώρα. Και τότε κοιτάς τον εαυτό σου στον καθρέφτη και του λες:

«Τώρα θα ζήσω για μένα.»

Και το εννοείς.

Αν ένιωσες και εσύ έστω και μια φράση αυτού του κειμένου να σου μιλάει, μην την αγνοήσεις. Κάνε σήμερα ένα μικρό βήμα για σένα. Φέρε μπροστά σου τις εμπειρίες σου μιας και  απλά πες «κι εγώ… τώρα θα ζήσω για μένα».

 κ.α.γ.

Παρασκευή 4 Ιουλίου 2025

ΕΚ ΒΑΘΕΩΝ ΑΠΟ ΤΟΝ ΓΙΑΝΝΗ ΤΣΑΡΟΥΧΗ

 

 


ΕΚ ΒΑΘΕΩΝ

ΑΠΟ ΤΟΝ ΓΙΑΝΝΗ ΤΣΑΡΟΥΧΗ

Ο Γιάννης Τσαρούχης δεν χρειάζεται συστάσεις — όχι μόνο ως ζωγράφος, αλλά και ως στοχαστής της νεοελληνικής ψυχής. Μοναχικός ερευνητής, ειρωνικός παρατηρητής, ανατόμος της αισθητικής και της κοινωνίας, συνομιλεί εδώ εκ βαθέων, με θάρρος και νηφαλιότητα. Ξεδιπλώνει τις αμφιβολίες και τις διαπιστώσεις του για την τέχνη, τη ζωή, τη μόδα, την πολιτική, την πνευματική ωρίμανση, τη νεότητα και την πικρή αλήθεια του «λάθους προσανατολισμού». Δεν είναι εξομολόγηση. Είναι ένας εσωτερικός μονόλογος που διαλέγεται — με τον εαυτό του και με όλους μας.

Λοιπόν, Γιάννη, λες να πήραμε τη ζωή μας λάθος;*

Ο Τσαρούχης πιστεύει πώς, ναι. Μα δεν είναι πικραμένος. Δεν ξέρει λέει — αν θα γινόταν πάλι ζωγράφος αν ξανάρχιζε τη ζωή του.

Ο προσανατολισμός μας στη Δύση — επισημαίνει — μας οδήγησε στο σημερινό απροχώρητο, στην κοινωνία της πολυκατοικίας και της βίας. Αλλά, πάλι, αν πηγαίναμε προς την Ανατολή, θάβγαινε τίποτα καλύτερο;

Συνέντευξη στον Α. ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗΣ

Ευφυής εγώ; Που τέτοια τύχη;» - λέει ο Γιάννης Τσαρούχης, ένας από τους «πιο ευφυείς» Έλληνες, ο οποίος αντικρούει ταυτόχρονα και τον χαρακτηρισμό τού «ματαιόδοξου» που του προσάπτουν μερικοί, επειδή είναι ο πρώτος Νεοέλληνας πού φτιάχνει ένα Μουσείο στ’ όνομα του. Στην πραγματικότητα μετατρέπει το σπίτι του στο Μαρούσι σε μουσείο πού θα περιέχει όλα τα έργα του — όσα «γλύτωσαν» από την υστερία των συλλεκτών και των έμπορων που ανέδειξαν σε «ζωγράφο   μόδας»   τον   Τσαρούχη.

• Ετοιμάζω, λέει ο Τσαρούχης, το σκηνικό της ζωής μου. Με αποτροπιάζει η ιδέα ότι ετοιμάζω ένα Μουσείο για τον εαυτό μου. Χωρίς νάχω πολύ κακή ιδέα για τον εαυτό μου, ο τίτλος «Μουσείο» μού φαίνεται πομπώδης. Από την άλλη μεριά, το να μαζέψω μερικά έργα μου σε ένα χώρο για να τα γλυτώσω από τους εμπόρους και τους συλλέκτες μου φαίνεται  κάτι  το σωστό.  'Ότι έκανα στη ζωή μου ως ζωγράφος είναι μια σειρά από πειράματα  κι αναζητήσεις.   Κάθε τόσο μου δίνουν κι έναν τίτλο επαινετικό ή υβριστικό. Προσπαθώ να καταλάβω, στ' αλήθεια, τι είναι η ζωγραφική. Προσπαθώ να μάθω πράγματα που θα ήθελα να τα ξέρω και δεν   μου  τα  δίδαξε   κανείς...

—Για ποια πράγματα που δεν ξέρετε μιλάτε;

• Η καλή ζωγραφική αρχίζει από τον μουσαμά, αν όχι από το ίδιο το ύφασμα που γίνεται ο μουσαμάς. Πριν από τρία χρόνια παρακάλεσα έναν καθηγητή, πιο γέρο από μένα να μου επιτρέψει σαν ακροατής να παρακολουθήσω στη Σχολή Καλών Τεχνών τού Παρισιού τα μαθήματα τεχνικής. Μα το όριο ηλικίας για να  γραφτεί  κανείς στη   Σχολή τελειώνει στα 30... Άλλα δεν είναι μονό η τεχνική που μου λείπει. Χρειάζεται μια συνεχής ηθική άσκηση για να είμαστε ο εαυτός μας κι’ όχι ένα καλό ή κακό αντίτυπο της μόδας. Ασφαλώς δεν θα υπάρχουν αριστουργήματα στη συλλογή που θα προσφέρω στο ίδρυμα που πρόκειται να γίνει. Αλλά νομίζω θα υπάρχουν πολλά ενδιαφέροντα στοιχεία για κείνους που νοιάζονται για τη ζωή  και  τη   ζωγραφική...

 


Ύποπτο το ομαδικό

— Είπατε για τη μόδα και δείξατε πως σας ενοχλεί η όχι;

• Η μόδα είναι κάτι το πολύ ανθρώπινο, άλλα γρήγορα γίνεται μια απάνθρωπη και στείρα τυραννία. Όλοι την ακολουθούν και στο βάθος κανείς δεν συμφωνεί μαζί της. Κάθε τι το ομαδικό, υπό καθοδήγηση, τις πιο πολλές φορές είναι ύποπτο. Προτιμώ τις ομαδικότητες που γεννιούνται από προσωπικές συνειδητοποιήσεις και ενώνονται εκ των υστέρων σε ένα κοινό ιδανικό. Η μόδα είναι ή αυτό το καλό και αυθόρμητο πράγμα, η συνήθως βιασμός της προσωπικότητας από συμφέροντα κάποιας ομάδας που ενδιαφέρεται για το κέρδος. Όταν λέμε μόδα συνήθως εννοούμε το κακό πράγμα. Όταν λέμε «ντεμοντέ» υπονοούμε ότι ένα λαχείο έταξε πολλά κέρδη και τελικά δεν έπεσε! Βεβαίως, «ντεμοντέ» δεν είναι ότι είναι απλώς παλαιό  ή  ξεχασμένο...

—Και τι είναι για σας το παλαιό ή το ξεχασμένο, που, ταυτόχρονα, δεν είναι «ντεμοντέ»;

Ο Όμηρος είναι πολύ παλαιότερος από τον Δροσίνη. Δε σημαίνει όμως πως ο Όμηρος είναι ξεπερασμένος... Ο Παπαδιαμάντης ήταν για πολύ καιρό και παλιός και ξεχασμένος. Το ίδιο μπορούμε να πούμε για τον Κάλβο και τον Καβάφη, που   είναι,   σήμερα,   τόσο   επίκαιροι...

—Ας μιλήσουμε κύριε Τσαρούχη για την ευφυΐα σας! Είστε αλήθεια, τόσο ευφυής όσο σας παρουσίαζουν;

  Η ευφυΐα και η ομορφιά είναι κάτι που το βλέπουν πιο καλά οι άλλοι, παρά εμείς οι ίδιοι. Είναι υπόθεση των άλλων. Αμύνομαι όσο μπορώ και προσπαθώ να εξουδετερώσω τους εχθρούς μου. Ο φόβος ενός κινδύνου αυξάνει τις διανοητικές ικανότητες ενός πλάσματος αν δεν τις διαλύει. Δεν ξέρω αν είμαι ευφυής, γιατί έχω κάνει πολλές γκάφες στη ζωή μου. Μερικοί με λένε είρωνα γιατί είμαι πολύ οξύς, όταν κανονίζω την υποκρισία των άλλων που είναι ένα ύπουλο ερπετό...

—Είσθε λοιπόν είρων! Τι είναι για σας η ειρωνεία — πως την χρησιμοποιείτε;

  Το να προσπαθώ να ρίχνω το ετοιμόρροπο καμουφλάρισμα που προδίδει πιο πολύ από το καλυπτόμενο. Είναι μια πράξη αγάπης που φαίνεται σαν κακία...

-—Είπατε μόνος σας ότι είσθε και οξύς. Πότε γίνεστε οξύς;

• Έχω κάποια Ιδανικά και κάποια γούστα. Όταν βλέπω να κινδυνεύει η εκπλήρωση τους από κακά ένστικτα αυτοσυντηρήσεως μικρών ανθρώπων γίνομαι έξω φρενών. Τα κακώς εννοούμενα συμφέροντα, οι μικρές εξασφαλίσεις σε βάρος του εαυτού μας και σε βάρος των άλλων, με λίγα λόγια ο φόβος που δημιουργεί ζημιές ανεπανόρθωτες — έ μπροστά σ' αυτά γίνομαι οξύς.

 

 

«Χάνω φίλους...»

—Αυτό τον καιρό με τι γίνεστε οξύς;

  Προσπαθώ να μη θυμώνω με τίποτα. Προσπαθώ να μελετώ τα προβλήματα που μου παρουσιάζονται όσο μπορώ με πιο μεγάλη γαλήνη. Διαφωνώ μ' αυτούς που θυμώνουν για να ξεσκάσουν! Όταν κάτι είναι πολύ κακό πρέπει να το μελετούμε με πολλή προσοχή και από τη ρίζα του. Σκεφτόμενος έτσι, χάνω κάθε μέρα φίλους, γιατί όλοι — νέοι η γέροι — θέλουν να τα πουν ένα χεράκι και να ξεσκάσουν. Κάθε άσχημο γίνεται κρυφά. Κρυφά και αποτελεσματικά πρέπει να το πολεμούμε. Η μελέτη της πηγής τού κακού, η μελέτη αν πράγματι είναι κακό  ή όχι, αξίζει εκατό φορές παραπάνω από θεαματικές διαδηλώσεις και διαμαρτυρίες που μας ξαλαφρώνουν απλώς. Για ορισμένα πράγματα πρέπει λχ να παύουμε νάμαστε παιδιά και να γινόμαστε ενήλικες. Για ορισμένα άλλα πρέπει νάμαστε παιδιά.

—Τι θέλετε να πείτε; Πότε, ας πούμε, πρέπει νάμαστε ενήλικες και πότε πρέπει  νάμαστε παιδιά;

    Όταν η ανάγκη το ζητά. Στην ευαισθησία και στην αίσθηση δεν υπάρχει πρόοδος με την ηλικία. Αντίθετα, στο να καταλαβαίνεις την άπατη υπάρχει μια πικρή πρόοδος. Ο Μπετόβεν έλεγε «προστατεύω τον εαυτό μου για να εμποδίσω τους άλλους να κάνουν το κακό» Παρ' όλα αυτά, είναι καλύτερα κανείς να εξαπατάτε παρά να χάσει την ευαισθησία του Το χειρότερο είναι να είσαι βλάκας και αναίσθητος. Το πρόβλημα είναι πως η ευαισθησία των ανθρώπων γίνεται θέμα εκμεταλλεύσεως από τους καπάτσους. Έχουμε κάθε συμφέρον να θέσουμε έκτος εμπορίου την ευαισθησία μας και ν' αδυνατίσουμε κάθε μεσάζοντα...

—Ας μιλήσουμε, κύριε Τσαρούχη για τους νέους...

   Η σημερινή ζωή αναγκάζει τους νέους διά τις βίας να ωριμάσουν γρήγορα. Είναι πολύ  πιο  ώριμοι   από εμάς  στον καιρό μας. Άλλα αύτη η ωρίμανση είναι συζητήσιμη. Η αληθινή ωρίμανση είναι σπάνιο πράγμα και για τους νέους και για τους γέρους. Φυσικά, αντιπαθώ πολύ τον τύπο του φτωχού πλαίυ μπόυ που είναι ο επικρατέστερος στην εποχή μας. Η πολιτική ανωριμότητα και άγνοια συνδυασμένη με φανατισμό κομματικό, καταργεί κάθε ωρίμανση... Διαλέγει κανείς το κόμμα του με  περισσότερη  επιπολαιότητα  απ' οτι διαλέγει την ποδοσφαιρική του ομάδα. Τίποτα δεν μ’ ενδιαφέρει περισσότερο από τη γνώση της πολιτικής. Αλλά τι σχέση έχει η πολιτική πραγματικότητα με τα κόμματα που λένε «παραμύθια» για να συγκεντρώνουν γύρω τους τους νέους.

 


 

Ισορροπία συμφερόντων

—Η πολιτική για σας τι είναι;

    Ισορροπία συμφερόντων κι όχι ο παιδικός καυγάς για την απόκτηση της αρχής. Πρέπει να ξέρει κανείς τι συμβαίνει για να μην αισθάνεται μεγάλες απογοητεύσεις. Τίποτα δεν είναι άσχετο με τη ζωή μας και είμαστε υπεύθυνοι για το καθετί..

—Πόσο σας ενδιαφέρει η πολιτική;

   Η πολιτική  για μένα είναι οι κίνδυνοι προς μελέτη — κι όχι το λαχείο που ελπίζω να μου πέσει. Σ' αυτό διαφωνώ με τους περισσότερους οι ο ποίοι βλέπουν ότι η πολιτική είναι αυτό που «τάζει» κι ον αυτό  που  δίνει...

—Και τι δίνει η πολιτική;

   Συνήθως τίποτα.

—Και ποιοι δίνουν, κύριε Τσαρούχη;

    Κανένας. Αλλά γιατί πρέπει να δίνει κανείς; Δεν έχουμε χέρια να δουλέψουμε;

— Ας αγγίξουμε ένα άλλο κεφάλαιο, κι ας μιλήσουμε για τα βραβεία και τους επαίνους που, όπως φαίνεται, είναι πράγματα που δεν σας αγγίζουν...

    Σπανίως παίρνει κανείς ένα βραβείο για την προσφορά του στον άνθρωπο. Το παίρνει, μάλλον, για το συμφέρον αυτού που του το δίνει. Γενικά η τέχνη βραβεύεται μόνο από την έκφραση τού προσώπου αυτού που την αγγίζει... Όλα τ’  άλλα  είναι   υψηλή   η  χαμηλή  πολιτική και μάλλον κομματική. Συμβαίνει όμως, πολλές φορές, άνθρωποι πραγματικής άξιας να παίρνουν βραβεία. Είναι από την ανάγκη αυτών που τα δίνουν να μην χάσει την αξία του το βραβείο. Βραβεύονται συνήθως οι υπηρέτες και κάθε τόσο ένα αφεντικό για να ψηλώνει ο υπηρέτης πως πήρε το ίδιο βραβείο με το αφεντικό..

— Εσείς,    ένας    «αισθητικός   ανατόμος   αυτού    τού τόπου...». Αλήθεια σας αρέσει   αυτός  ο  χαρακτηρισμός;

• Όχι. Είναι ωραίο έργο αλλά δύσκολο. Έχω επίγνωση πόσο  λίγο  αξίζω.

— Εσείς λοιπόν, που ζείτε σε μια κοινωνία που όλα της είναι «πλην».. Έτσι δεν πιστεύετε;

• Ως καλλιτέχνης, αν μου επιτρέπετε αυτό τον τίτλο, μόνο οργή και ειρωνεία αισθάνομαι. Ως άνθρωπος όμως συμπόνια και ενδιαφέρον για το παραστράτημα τόσων απλών ανθρώπων. Οι πολυκατοικίες τους τα δυάρια τους  οι διακοσμήσεις τους, τα πάρτι, τους, το ντύσιμο τους -— όλα αυτά είναι ανάξια φέρετρα ζωντανών ανθρώπων. Θάθελα νάχα ικανότητες γιατρού για να τους ελευθερώσω από τα δεσμά   τού   «ανωτέρου»  επιπέδου τους... Όλοι με λένε δάσκαλο και μερικοί «μαιτρ». Κανένας δεν είναι πρόθυμος να δώσει προσοχή στις διδασκαλίες μου και στον καλύτερο τρόπο ζωής που προσπαθώ να έχω. Το πρόβλημα για μένα τίθεται ως έξης: ' Η θα πρέπει να τα παρατήσω όλα και να γίνω δάσκαλος ψυχών ή γελοιογράφος ή να κλειστώ και να μην βλέπω κανέναν... Όλοι εξανίστανται εναντίον των «ισχυρών της γης», φωνάζουν και ξεσπάνε, άλλα κανένας δεν κάνει το παραμικρό για να πάψουν να τον προστατεύουν...   Ζούμε    σε   μια   εποχή μεταβατική . Η ίδια η τέχνη στην οποία ειδικεύτηκα πολύ συχνά μου φαίνεται ανήθικη ή κουτή. Δεν ξέρω αν θα ξαναδιάλεγα την ίδια δουλειά αν ξανάρχιζα τη ζωή μου. Ασφαλώς όχι. Ότι θεωρούμε κάλο στην εποχή μας καταντάει στο τέλος να βοηθά ανθρώπους να σκοτώνουν την ψυχή μας Η αρρώστια που μας δέρνει δεν γιατρεύεται   με   αισθητική...

 


Η ζωή  μας λάθος

—Μιλάτε   με    λόγια   ενός πικραμένου ανθρώπου...

• Δεν είμαι πικραμένος. Απλούστατα συχνά σκέπτομαι πως πήρα τη ζωή μου λάθος. Προσπάθησα να κάνω κάτι στη ζωή μου. Δεν ήταν απολύτως αυτό που ήθελα να κάνω. Ο προσανατολισμός μας στη Δύση, που αρχίζει από την επανάσταση του 1821, μας οδήγησε στο σημερινό απροχώρητο. Για να το πούμε πιο άπλα — στην πολυκατοικία και στη βία.. Δε λέω πως υπήρχε δυνατότητα να πάμε προςτην "Ασία — ποια Ασία άλλωστε; Η Ασία των μουσείων όπως και η Δύση των μουσείων τι σχέση μπορεί να έχει με την αγριότητα της σημερινής ζωής. Τα μουσεία όμως μας διδάσκουν πως ο κόσμος ήταν το ίδιο άγριος πάντοτε. Κι’ ο καλλιτέχνης προσπαθούσε να λάβει συνείδηση ενός ανώτερου, προορισμού τού ανθρώπου. Προσπαθώ να μετατρέψω την πίκρα μου σε γνώση χρήσιμη για να αντιμετωπιστούν τα αληθινά αίτια της πίκρας. Η ηθική ζωή μ’ ενδιαφέρει πιο πολύ από την τέχνη. Γι’ αυτό δικαίως πολλοί λένε πως δεν είμαι καλός καλλιτέχνης...

—Κρίση λοιπόν της κοινωνίας μας, που δεν βγάζει, πια κύριε Τσαρούχη ούτε μεγάλους ζωγράφους, ούτε μεγάλους ποιητές...

• Άλλα είναι τα ιδανικά και οι σκοποί της εποχής μας. Άλλα πράγματα έχουμε ανάγκη. Γι' αυτό το μεγαλείο στην εποχή μας πρέπει να κριθεί ανάλογα   με   την   εξυπηρέτηση   μεγάλων αναγκών του ανθρώπου. Οι μεγάλοι άνθρωποι μιας άλλης εποχής ήταν χρήσιμοι, βαθύτερα χρήσιμοι. Υπάρχουν σπουδαία βιβλία στην εποχή μας, σπουδαίοι άνθρωποι και σπουδαία μυαλά. Αλλά δεν είναι γνωστοί και η δομή της κοινωνίας δεν τους επιτρέπει νάρθουν σε επαφή με το κοινό. Αλλά κι αν έρθουν, το κοινό είναι τόσο προκατειλημμένο από την ακαδημαϊκή ρουτίνα της επίσημης τέχνης. Σε μια παλιότερη εποχή το Λούβρο και το Πράντο τυράννησαν καλλιτέχνες και κοινό. Σήμερα, το «Μπωμπούρ» και το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης του κάθε τόπου τυραννεί και ερεθίζει τους νέους που επιθυμούν να γίνουν διάσημοι και πλούσιοι. Δεν μπορούμε να γυρίζουμε στην παλιά καλή εποχή. Αλλά δε μπορούμε κιόλας να περιφερόμαστε αλλόφρονες με το λαχείο που δεν μας έπεσε! Τοχω ξαναπεί. Τα μουσεία μοντέρνας τέχνης μου θυμίζουν το μαυσωλείο του Λένιν. Δεν κρίνω τον Λένιν ή την μοντέρνα τέχνη μιλώντας έτσι, άλλα κάτι δεν πάει  καλά στα Μουσεία.

—Κι όμως εσείς, φτιάχνατε μουσείο και, μάλιστα δικό σας...

• Βεβαίως. Κι αυτό μου δημιουργεί πολλά προβλήματα ηθικά — που είναι μεγαλύτερα από τα οικονομικά... Συστήνω να διαβάσετε τον βίο της Άγιας Μελανιάς. Ένα θαυμάσιο κείμενο γραμμένο σε υπέροχη αρχαία ελληνική γλώσσα. Για να δώσει τα χρήματα της στους φτωχούς και να μείνει φτωχή, έπρεπε -κα πουλήσει όλους τους δούλους της που ήταν μερικές χιλιάδες. Έτσι  θα καταλάβετε πως κάθε εποχή είναι   μεταβατική...

Ο Τσαρούχης δεν ομολογεί, ούτε διδάσκει. Στοχάζεται φωναχτά. Μετατρέπει την αυτογνωσία του σε κριτική μιας κοινωνίας που ντύνει την εσωτερική της ένδεια με επιφάνειες και φαντασιώσεις προόδου. Δεν είναι πικραμένος, λέει — μα είναι βαθιά ανήσυχος. Η τέχνη του υπήρξε πάντα μια πράξη αντίστασης: όχι ενάντια σε κάποια εξωτερική τυραννία, αλλά ενάντια στη λήθη του νοήματος. Κι η ζωή του, έστω και «λάθος» όπως ο ίδιος υποψιάζεται, είναι ένα ζωντανό μουσείο αναζήτησης.

 


Γιάννης Τσαρούχης (1910–1989)

Ο Γιάννης Τσαρούχης υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες ζωγράφους του 20ού αιώνα, με καθοριστική συμβολή στη διαμόρφωση της νεοελληνικής καλλιτεχνικής ταυτότητας. Γεννήθηκε στον Πειραιά και σπούδασε στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας. Μαθήτευσε κοντά στον Φώτη Κόντογλου και επηρεάστηκε βαθιά από τη βυζαντινή τέχνη, την ελληνιστική ζωγραφική, αλλά και το λαϊκό θέατρο, τη σκηνογραφία και την αρχαία τραγωδία.

Συνδύασε με τολμηρό τρόπο την παράδοση με το μοντέρνο πνεύμα, δημιουργώντας ένα προσωπικό ύφος με κεντρικά θέματα τον Έλληνα άντρα, το ναυτικό, τη φαντασία και τον ερωτισμό, που διακρίνεται για τη λιτότητα, τη στιβαρή γραφή και τη θεατρικότητα. Έζησε και εργάστηκε για μεγάλα διαστήματα στο Παρίσι και συνεργάστηκε με διεθνείς καλλιτεχνικούς κύκλους, χωρίς ποτέ να χάσει τον βαθύ δεσμό του με την ελληνική ταυτότητα.

Το 1982 ίδρυσε το Ίδρυμα Γιάννη Τσαρούχη στο Μαρούσι, στο σπίτι του, με στόχο τη διατήρηση και την προβολή του έργου του. Η συμβολή του στην τέχνη παραμένει διαχρονική, καθώς άνοιξε δρόμους για τη σύγχρονη ελληνική εικαστική έκφραση.

(* Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΠΟΥ ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΎΕΤΑΙ ΕΔΩ ΔΟΘΗΚΕ ΣΤΗΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΟ ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ ΣΤΙΣ 17 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1980)