Translate -TRANSLATE -

Δευτέρα 30 Ιουνίου 2025

ΧΑΡΡΥ ΤΡΟΥΜΑΝ : Το ανθρωπάκι απ' το Μισούρι... επιβλήθηκε με ένα «μανιτάρι»

  


 Πορτραίτα της ιστορίας:

ΧΑΡΡΥ ΤΡΟΥΜΑΝ

Το ανθρωπάκι απ' το Μισούρι... επιβλήθηκε με ένα «μανιτάρι»

Ο ΧΑΡΡΥ ΤΡΟΥΜΑΝ πήρε το βάπτισμα της υψηλής πολιτικής στη Διάσκεψη του Πότσνταμ. Σημάδεψε την καριέρα του στο Λευκό Οίκο με την ατομική βόμβα, μα το προσωπικό του δράμα δεν ήταν μικρότερο: Ανέλαβε μια δουλειά, για την όποια ήταν απροετοίμαστος. Όταν ανάλαβε την εξουσία, ήξερε για τον πόλεμο μόνο όσα είχε διαβάσει στις... εφημερίδες. Ξεκίνησε με το στίγμα τού ακατάλληλου για την προεδρία, άλλα επιστρατεύοντας   θάρρος, ελπίδες, χιούμορ, ένστικτο και προθέσεις, κατάφερε να «περάσει» τελικά μέσα από τις τραγικές ιστορικές στιγμές της Χιροσίμα, τού ψυχρού πολέμου και της Κορέας.

Ο ΧΑΡΡΥ ΤΡΟΥΜΑΝ αντιμετώπιζε καθημερινά κι από μια μεγάλη κρίση,      στα  σχεδόν οκτώ χρόνια της προεδρίας του. Ανέλαβε την προεδρία κάτω από συνθήκες τραγικές, έπειτα από το θάνατο του προέδρου Ρούζβελτ, στις 12 Απριλίου του 1945. Από τότε, έζησε, και — σ’ ένα μεγάλο βαθμό — επηρέασε γεγονότα συγκλονιστικά, εθνικά και παγκόσμια, ώσπου παρέδωσε το αξίωμα του στον Ντουάιτ Αϊζενχάουερ, στις 20  Ιανουαρίου  τού   1953.

Τα χρόνια του Τρούμαν στο Λευκό Οίκο πέρασαν κάτω από τη σκιά ενός σύννεφου σχήματος μανιταριού. Το μικρό πρόσχαρο ανθρωπάκι, από το Μισούρι, πού ποτέ του δεν περίμενε να γίνει πρόεδρος, ξαφνικά βρέθηκε να είναι ο ισχυρότερος άνθρωπος στον κόσμο   χάρις   στο   μονοπώλιο  της  ατομικής βόμβας, που είχαν οι Ηνωμένες Πολιτείες. Αντιμέτωπος μ’ εκείνους τους γίγαντες της διεθνούς πολιτικής, τον Τσώρτσιλ και τον Στάλιν, ο Τρούμαν έπρεπε να παίρνει αποφάσεις πού θα διαμόρφωναν τον μεταπολεμικό κόσμο επί  γενεές    ίσως  και   αιώνες.

Ο Τρούμαν δεν είχε ούτε μιας μέρας πείρα από την εξωτερική πολιτική της χώρας. Είχε πάει στο εξωτερικέ μια μόνο φορά, σαν στρατιώτης στη Γαλλία κατά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Στο σύντομο διάστημα της αντιπροεδρίας του, ο Ρούζβελτ τον είχε αποκλείσει σκόπιμα από οποιεσδήποτε συζητήσεις για την ατομική βόμβα, όπως και γι' άλλα θέματα εξωτερικής πολιτικής, εκτός απ' όσα έρχονταν προς συζήτηση στη διάρκεια των υπουργικών συμβουλίων. Έτσι, την εποχή της μεγαλύτερης     διπλωματικής κρίσεως στην ιστορία της Αμερικής, το πρόσωπο πού θα έπαιρνε τη θέση ενός θνήσκοντος άνθρωπου στην προεδρία, γνώριζε για τα άμεσα προβλήματα μόνο όσα διάβαζε στις εφημερίδες   ή   άκουγε   στο   Καπιτώλιο.

 


 Το φοβερό όπλο της ιστορίας

Κάποτε, όταν ο Τρούμαν ήταν πρόεδρος της επιτροπής για την αμυντική παραγωγή, η περιέργεια του κεντρίσθηκε από ένα ασυνήθιστα μεγάλο έργο στην Πολιτεία της Ουάσιγκτον. Βλέποντας πώς επρόκειτο για κάτι το εξαιρετικά απόρρητο, ο Τρούμαν ζήτησε πληροφορίες από τον υπουργό Πολέμου, τον Στίμσον. Ο Στίμσον, πού δέν θαύμαζε και τόσο τον τύπο τού Τρούμαν, ή την περιέργεια της Γέρουσιαστικής Επιτροπής, δέν τούδωσε καί τόση σημασία, αφήνοντας τον να καταλάβει πώς του ήταν ενοχλητικός. Ο Τρούμαν δεν ανέχθηκε αυτή τη στάση και, κατά τον Στίμσον, τον απείλησε με «σοβαρές συνέπειες». Κι Ο Στίμσον σημείωνε στο ημερολόγιο του: «Ό Τρούμαν είναι σκέτος μπελάς κι   ένα   αναξιόπιστο   ανθρωπάκι».

Έπειτα από το πρώτο υπουργικό συμβούλιο με πρόεδρο τον Τρούμαν, που έγινε δύο ώρες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του στο Λευκό Οίκο, ο Στίμσον τον ακολουθούσε από κοντά. Και με μεγάλη μυστικότητα πληροφορούσε τον νέο πρόεδρο πώς το έργο για το όποιο είχε ρωτήσει παλαιότερα, αφορούσε την κατασκευή μιας νέας εκρηκτικής ύλης απίστευτης ισχύος και ήθελε να συζητήσει το θέμα με τον πρόεδρο ευθύς μόλις θα ευκαιρούσε. Ο υπουργός Πολέμου ήταν τόσο σύντομος και μετρημένος, ώστε να προκαλέσει την απορία του Τρούμαν. Κι ο Στίμσον έγραφε πάλι στο ημερολόγιο του: «Ο νέος πρόεδρος, γενικά, δημιούργησε ευχάριστες εντυπώσεις, άλλα ήταν ξεκάθαρο πώς γνώριζε ελάχιστα από τη δουλειά πού αναλάμβανε».

Δύο βδομάδες αργότερα, ό Τρούμαν πρωτοκαταπιανόταν στα σοβαρά με το θέμα της ατομικής βόμβας. Τον επισκέφθηκε ο Στίμσον έχοντας μαζί του τούτη τη φορά και το στρατηγό Λέσλι Γκρόουβς, διοικητή της «Μηχανολογικής Περιφέρειας του. Μανχάταν», όπως είχε ονομασθεί επίσημα το μυστικό έργο για την κατασκευή της ατομικής βόμβας. Οι Στίμσον και Γκροουβς παρουσίασαν λεπτομερειακά το ιστορικό της βόμβας, πού την παρουσίασαν σαν το φοβερότερο όπλο στην ιστορία του άνθρωπου. Και πρόβλεψαν πώς θα ήταν έτοιμη για χρήση τον Αύγουστο.

Ο Στίμσον έγραφε αργότερα, πώς ο Τρούμαν  είχε εντυπωσιαστεί, χωρίς όμως και να εκπλαγεί. Ο Στίμσον μίλησε για τη βόμβα μόνο σαν όπλο πολεμικό, χωρίς να εκφράσει καμιά γνώμη για τις πιθανές συνεχείς επιπτώσεις, πού θα μπορούσε να είχε στη διεθνή  πολιτική.   Κι  ο  Τρούμαν φαινόταν επίσης να ενδιαφέρεται γι αυτήν μόνο από πλευράς πολεμικής της χρησιμοποιήσεως, και μάλιστα σαν όπλου τακτικού πολέμου. Ο υπουργός τόνισε, επίσης, πώς είχε αποφασισθεί ήδη να χρησιμοποιηθεί η βόμβα μόλις θα ήταν έτοιμη.

Η διάσκεψη τον Πότσνταμ


Ο Στίμσον πρότεινε στον πρόεδρο τη συγκρότηση μιας προσωρινής επιτροπής, με πρόεδρο τον Μπέρνς, για να τον συμβουλεύει σε θέματα μελλοντικής πυρηνικής πολιτικής. Άγνωστο αν και πόσο ο Στίμσον μίλησε του προέδρου για τις αντιρρήσεις πού υπήρχαν στους στρατιωτικούς κύκλους. Ο στρατηγός Αϊζενχάουερ αντιδρούσε με αποτροπιασμό στη σκέψη πώς οι Ηνωμένες Πολιτείες θάπρεπε να ήταν οι πρώτες που θα χρησιμοποιούσαν αυτό το φοβερό όπλο. Ο στρατηγός Μάρσαλ, πάλι, έλπιζε πώς θα βρισκόταν κάποιος τρόπος για να προειδοποιηθούν οι Ιάπωνες. Θα είχαν τουλάχιστον την εναλλακτική λύση της παραδόσεώς τους, για να αποφύγουν τις τρομερές συνέπειες. Οι δισταγμοί ωστόσο αυτοί παραμερίστηκαν τόσο για πρακτικούς λόγους, όσο και για λόγους   πολιτικής.

Ο Τρούμαν δεν πρόβαλε ερωτήσεις ούτε, και, αμφιβολίες. Ήταν πέρα για πέρα σύμφωνος ότι θάπρεπε νά προχωρήσουν ως την ολοκλήρωση και τη χρησιμοποίηση του όπλου. Και κατόπιν άφησε να ξεχασθεί το θέμα για λίγο. Κάποια στιγμή, μετά τη συνάντηση είπε σε βοηθό του, με βαθιά περίσκεψη, πώς σύντομα θα έπρεπε να πάρει τη φοβερότερη απόφαση, πού χρειάστηκε ποτέ να πάρει αρχηγός κράτους. Και ποτέ του δε σκέφτηκε να σταματήσει την ολοκλήρωση του προγράμματος.

Η μύηση του Τρούμαν στην πολιτική «Κορυφής», έγινε με τη Διάσκεψη του Πότσνταμ, τον Ιούλιο του 1945. Στις 7 Μαΐου του 1945 — παραμονή των 61ων γενεθλίων του Τρούμαν — η Γερμανία παραδόθηκε χωρίς όρους. Τον Ιούνιο ο Τρούμαν, για να διαφυλάξει το πνεύμα της Γιάλτας και παρά την επιχειρηματολογία του Τσώρτσιλ για καθυστέρηση, διατάζει όλες τις αμερικανικές δυνάμεις να αποσυρθούν στις ζώνες τους κατοχής. Ο πόλεμος στον Ειρηνικό συνεχιζόταν και οι Ηνωμένες Πολιτείες με τη Βρετανία συνέχιζαν τις προσπάθειες τους να πείσουν τη Σοβιετική Ένωση να μετάσχει κι αυτή. Η ατομική βόμβα δεν είχε ακόμη ριφθεί.

Δεν έχει απομείνει τίποτε τι ιδιαίτερα σημαντικό στη μνήμη των ανθρώπων από τη Διάσκεψη του Πότσνταμ. Κι όμως, είναι αξιομνημόνευτη για δύο βασικά λόγους: Πρόσφερε τη δυνατότητα στους άλλους δύο σύμμαχους ηγέτες — Τσώρτσιλ και Στάλιν — να γνωρίσουν από κοντά τον νέο πρόεδρο. Και — δεύτερο —ήταν οι μέρες πού ο Τρούμαν ανακάλυπτε πως αναμφισβήτητα αυτός ήταν ο ισχυρότερος στον κόσμο ηγέτης. Κι αυτό γιατί τότε ακριβώς ό Τρούμαν πληροφορήθηκε από τον Στίμσον σ’ όλες τις λεπτομέρειες την πετυχημένη δοκιμή της βόμβας στο Νέο Μεξικό. Και από τη συνάντηση αυτή έστειλε το μοιραίο εκείνο μήνυμα: «Ρίξτε την όταν θα είναι  έτοιμη, άλλα όχι νωρίτερα από τις 2 Αυγούστου». Υπολόγιζε να έχει επιστρέψει   σπίτι   του τη   μέρα  εκείνη.

Στις 6 Αυγούστου ρίχτηκε η πρώτη βόμβα στη Χιροσίμα: Δύο μέρες αργότερα η Σοβιετική Ένωση κήρυξε τον πόλεμο κατά της Ιαπωνίας. Μια δεύτερη  βόμβα εξερράγη πάνω από το Ναγκασάκι στις 9 Αυγούστου. Και οι Ιάπωνες παραδόθηκαν στις 14 Αυγούστου.

 

 

Η Ρωσία πιέζει και επεκτείνεται

Το τέλος του πολέμου ήρθε τόσο ξαφνικά, πού ούτε η κυβέρνηση, μα ούτε και η χώρα ήταν έτοιμη γι’ αυτό. Πάνω από το κεφάλι του Τρούμαν ξεσπούσαν τώρα κρίσεις, με σφοδρότητα ανεμοστρόβιλων, πού στα παιδικά του χρόνια τον έκαναν κι αυτόν και την οικογένεια του να τρέχουν να βρουν πού να καλυφθούν. Οι εργάτες, πού από καιρό τώρα απόφευγαν να ζητούν μεγάλες αυξήσεις στα μεροκάματα, πρόβαλλαν τώρα αιτήματα, πού ζητούσαν να ικανοποιηθούν σαν ανταμοιβή για τις «θυσίες» τους. Οι ιδιωτικές επιχειρήσεις και οι νοικοκυρές ζητούσαν τώρα να απαλλαγούν από τον έλεγχο στις τιμές και το δελτίο. Οι βιομήχανοι πίστευαν πώς οι επιδόσεις τους στην παραγωγή πολεμικών ειδών τους έδιναν το δικαίωμα να δεσπόζουν και πάλι στην οικονομία Και οι φιλελεύθεροι πολιτικοί ήθελαν να αναλάβουν και πάλι τη σταυροφορία του Ρούζβελτ για να βάλουν στη θέση της την Ιδιωτική   βιομηχανία.

Απεργίες, μποϋκοτάζ, κατασχέσεις ορυχείων, χαλυβουργείων και σιδηροδρόμων από την κυβέρνηση, ακλουθούσαν η μία την άλλη, καθώς το ανθρωπάκι από την πόλη Ιντεπέντενς, του Μισούρι, προσπαθούσε να επαναφέρει τη χώρα στην ειρηνική ζωή: Και η ανταμοιβή του; Το Κογκρέσο ούτε ήθελε να ακούσει για τα σχέδια του. Και στις πρώτες κιόλας εκλογές μετά την   ανάληψη   των   προεδρικών  του   καθηκόντων, το κόμμα του Τρούμαν έχανε τον έλεγχο του πάνω και στα δύο σώματα του Κογκρέσου. Και δεν άλλαξε μόνο ή πλειοψηφία, άλλα και το Καπιτώλιο, υπό τον έλεγχο τώρα των Ρεπουμπλικάνων με πολλούς Δημοκρατικούς να τους ακολουθούν, πρακτικά κήρυξε κι αυτό τον πόλεμο κατά του Λευκού Οίκου. Αγνοώντας τις παρακλήσεις του προέδρου για μέτρα επανορθωτικά, το Κογκρέσο, με δική του πρωτοβουλία, ψήφιζε το ένα νομοσχέδιο μετά το άλλο. Και κατόπι τα υπερψήφιζε και πάλι, παρά τις απανωτές   αρνησικυρίες   του   Τρούμαν.

Αλλά ο Τρούμαν δε σταματούσε για να γλείφει τις πληγές του. Είχε πάρα πολλά να κάνει. Η ειρήνη στην Ευρώπη κινδύνευε σοβαρά έπειτα από τις επιδρομικές και δόλιες ενέργειες της Σοβιετικής Ενώσεως, που αφού άρπαξε την Πολωνία αύξανε τις πιέσεις της για την επέκταση του κομμουνιστικού έλεγχου και σ' άλλα έθνη της Κεντρικής Ευρώπης, παρά τις συμφωνίες της Γιάλτας. Ο Τρούμαν βρήκε σαφή στοιχεία των Σοβιετικών προθέσεων στα έγγραφα πού είχε αφήσει ο Ρούζβελτ   στο   γραφείο   του.

Αργότερα, ο Τρούμαν απέκτησε και προσωπική αντίληψη έπειτα από μια συνάντηση του με τον Μολότοφ, όταν ο τότε Σοβιετικός υπουργός των Εξωτερικών σταμάτησε στην Ουάσιγκτον, στο δρόμο του προς την πατρίδα του από την οργανωτική συνδιάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών στον Άγιο Φραγκίσκο. Σε συνάντηση τους, στο Μπλαίρ Χάουζ, ο Μολότοφ αποκάλυψε σαφώς στον Τρούμαν τις σοβιετικές προθέσεις σχετικά με την Πολωνία. Ο πρόεδρος εξοργίστηκε τόσο πολύ, από όσα άκουσε, ώστε μίλησε πολύ τραχιά προς τον Μολότοφ (κατά συνέπεια και στη Σοβιετική Ένωση) και του έδειξε την πόρτα. Αργότερα έλεγε του Τζόζεφ Ντέιβις, πρώην πρεσβευτή των Ηνωμένων Πολιτειών στη Μόσχα και υπέρμαχου μιας ηπιότερης πολιτικής απέναντι στους Ρώσους: «Του κατάφερα μια- δυο   κατευθείαν   στο  σαγόνι».

 

 

Δόγμα Τρούμαν και Σχέδιο Μάρσαλ

Ένα χρόνο μετά την εκλογική συντριβή του 1946, η κυβέρνηση Τρούμαν ψήφιζε το μεγαλύτερο, το πιο μαζικό διεθνές πρόγραμμα βοήθειας σε περίοδο ειρήνης, που διανοήθηκε κανείς ποτέ στην ιστορία του κόσμου ολόκληρου και το όποιο λίγους μήνες αργότερα, κέρδιζε την έγκριση του Κογκρέσου με συντριπτικές πλειοψηφίες. Ήταν ένα πρόγραμμα με δύο σκέλη και πού έγινε γνωστό σαν «Δόγμα Τρούμαν» και «Σχέδιο   Μάρσαλ».

Στόχος του Δόγματος Τρούμαν ήταν να παρεμποδίσει το ενδεχόμενο καταλήψεως της εξουσίας από τους κομμουνιστές στην Ελλάδα και την Τουρκία. Αρχικά, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα αναλάμβαναν από τη Μεγάλη Βρετανία τις ευθύνες για την εθνική ασφάλεια και την οικονομική ανόρθωση των δύο αυτών χωρών. Το Σχέδιο Μάρσαλ ήταν ένα ευρύτατο πρόγραμμα για την οικονομική διάσωση της εξαντλημένης από τον πόλεμο Ευρώπης, περιλαμβανομένης κι αυτής της Γέρμανίας. Και για τη χρηματοδότηση αυτών των υποχρεώσεων το Κογκρέσο ψήφισε τη διάθεση 25 περίπου εκατομμυρίων δολαρίων για τα επόμενα τέσσερα χρόνια.

Η επιψήφιση τού Δόγματος Τρούμαν και του Σχεδιου Μάρσαλ απόδειχνε συμπερασματικά, πώς οι Ηνωμένες Πολιτείες αποδέχονταν την ύπαρξη «ψυχρού πολέμου» με τη Σοβιετική Ένωση. Και ο Στάλιν το αναγνώριζε αυτό, απαγορεύοντας σε οποιοδήποτε από τα νέα κομμουνιστικοποιημένα κράτη να δεχθούν τη βοήθεια τού Σχεδίου Μάρσαλ, αν και βάσει των όρων τού Σχεδίου είχαν αυτό το δικαίωμα, όπως και   η ίδια   η   Σοβιετική   Ένωση.

 


 

Οι πρώτες βδομάδες τού 1948 ήταν ιδιαίτερα ζοφερές για τον Τρούμαν, τις Ηνωμένες Πολιτείες και τον ελεύθερο κόσμο. Η Τσεχοσλοβακία υπέκυπτε στις βίαιες απ' έξω πιέσεις και τις από μέσα μηχανορραφίες για να περιέλθει τελικά στο κομμουνιστικό στρατόπεδο. Οι σκανδιναβικές χώρες απειλούνταν. Το σχέδιο για τη διακυβέρνηση της Γερμανίας από τις τέσσερις δυνάμεις υπονομευόταν από τους Ρώσους. Οι συμφωνίες της Γιάλτας ανατρέπονταν η μια μετά την άλλη. Και οι Ηνωμένες Πολιτείες προσπαθούσαν να συμπήξουν μια στρατιωτική συμμαχία των μη κομμουνιστικών δυτικοευρωπαϊκών  εθνών   (ΝΑΤΟ).

Στο μεταξύ, οι κομμουνιστές στην Κίνα, κυνηγούσαν πια από κοντά τον Τσάνκ Κάι Σέκ. Στην Κορέα η παγίδευση των αμερικανικών δυνάμεων πρόβαλε σάν συγκεκριμένη δυνατότητα. Οι μάχες στην Παλαιστίνη έπαιρναν σοβαρές    διαστάσεις  καθώς οι Εβραίοι προσπαθούσαν να ιδρύσουν ένα ανεξάρτητο κράτος, εν όψει της βίαιης αντιθέσεως των Αράβων. Περισσότερο ωστόσο απ' όλα επικίνδυνη, για τις Ηνωμένες Πολιτείες, τη Βρετανία και τη Γαλλία, ήταν η προσπάθεια των Σοβιετικών να τις απωθήσουν πέρα από το Βερολίνο. Η προσπάθεια αυτή γεννούσε τον φόβο πολέμου, πού συνεχίστηκε μήνες ολόκληρους έχοντας σαν συνέπεια τη μεγάλη εκείνη προσπάθεια των δύο δυνάμεων με την αερογέφυρα του Βερολίνου. Και Η αερογέφυρα εκείνη ήταν μια σημαντική επιτυχία της κυβερνήσεως   Τρούμαν.

Δύστυχος ένοικος του Λευκού Οίκου

Παρ' όλα αυτά, ο Τρούμαν προσπαθούσε να αποδυθεί σε μια προεκλογική εκστρατεία για την επανεκλογή του παρά τις ενδείξεις για το ενδεχόμενο συντριπτικής ήττας του. Μπορεί να είχε ανησυχήσει κατά καιρούς, ή και να αποκαρδιωθεί ακόμη από τις σφυγμομετρήσεις της κοινής γνώμης, ποτέ του όμως, δεν πίστεψε ότι δεν θα νικούσε, κάτι πού τελικά το πέτυχε, έπειτα από μια οργιώδη εκστρατεία, στην όποια συχνά έκανε την εμφάνιση του σαν κάποιος δημοτικός σύμβουλος και όχι σαν πρόεδρος. Κατάφερε μάλιστα να μεταδώσει την οργή του σ’ εκατομμύρια  ψηφοφόρων.

Ο Ρεπουμπλικάνος αντίπαλος του, ακούγοντας τις συμβουλές των ηγετών του κόμματος του, το είχε πάρει πάνω του, θεωρώντας πώς ήταν εντελώς αδύνατο να χάσει. Τα αισθήματα των Ρεπουμπλικανών είχαν εκφρασθεί από τη  βουλευτίνα  τού   Κονέκτικατ    Κλαίρ Μπούθ Λιούς, πού σε λόγο προς τους πιστούς, είχε πει: «Ας μη χάνουμε καιρό σ' εκτιμήσεις του δύστυχου ενοίκου του Λευκού Οίκου με δικά μας κριτήρια. Οι μέρες τού κ. Τρούμαν είναι μετρημένες και η κατάσταση του απελπιστική. Ειλικρινά, πρόκειται για άνθρωπο ξοφλημένο». Τέτοια ήταν η στάση των περισσοτέρων Ρεπουμπλικάνων κι’ όταν ακόμη το μέτρημα των ψήφων τη νύχτα των εκλογών έδειχνε πώς ο Τρούμαν   θα   επανεκλεγόταν.

 

Ο Τρούμαν κέρδισε την πλειοψηφία με 24.105.612 ψήφους, το 49,5%, έναντι στις 21.970.005 ψήφους (45,1 %) τού Ντιούι. Κι αυτό μεταφραζόταν σε 303 ψήφους εκλεκτόρων έναντι των 189 τού Ντιούι. Στις ίδιες εκλογές οι Δημοκρατικοί ανέκτησαν τον έλεγχο επί τού Κογκρέσου με άνετη πλειοψηφία και  στα δύο σώματα.

Με την έναρξη της δεύτερης προεδρικής θητείας του και τα προβλήματα κρίσεως για τον Τρούμαν εξακολουθούσαν να πολλαπλασιάζονται. Ανάμεσα στα σημαντικότερα κρατικά προβλήματα μπλέκονταν και σκάνδαλα της διοικητικής του γραφειοκρατίας, στα όποια ήσαν αναμεμειγμένοι επίσημοι και πολιτικοί, πού συνδέονταν στενά μαζί. του. Δεν προσπάθησε να παρέμβει στο έργο της δικαιοσύνης και δύο από τους πιο έμπιστους αξιωματούχους του φυλακίστηκαν. Ακολούθησε ο πόλεμος στην Κορέα και κάτι πού ό Τρούμαν, φοβόταν περισσότερο απ' όλα - η επιστροφή, με διαταγή του, των αμερικανικών στρατευμάτων στα πεδία των μαχών.

Όλα άρχισαν ξαφνικά το απόγευμα ενός Σαββάτου, της 24ης Ιουνίου, του 1950, όταν ο στρατός της Βόρειας Κορέας ξαφνικά εισέβαλε στη Νότιο Κορέα, πού τότε τελούσε υπό την προστασία  των Ηνωμένων  Πολιτειών, σαν μέλους καταπιστευμένου από τα Ηνωμένα Έθνη. Τα Ηνωμένα "Εθνη αντέδρασαν εσπευσμένα. Την Κυριακή κιόλας το απόγευμα, συγκλήθηκε το Συμβούλιο Ασφαλείας, πού με ψήφους 9—0, μετά την αποχώρηση απ' αυτό των Ρώσων, χαρακτήρισε τα γεγονότα τότε στην Κορέα σαν ενέργειες πού παραβιάζουν την ειρήνη και ζήτησε την άμεση   κατάπαυση   του   πυρός.

Ο πόλεμος ξεσπά στην Κορέα

 

Την ίδια νύχτα ο Τρούμαν καλούσε τους ανώτατους στρατιωτικούς και διπλωματικούς συμβούλους του στο Λευκό Οίκο. Με την έγκριση τους διέταξε το στρατηγό Ντάγκλας Μακάρθουρ, πού βρισκόταν τότε στην 'Ιαπωνία, να αναλάβει και να παραλάβει όλους τους "Αμερικανούς από την Κορέα. Αργότερα, την ίδια εκείνη νύχτα, πρόσθετε στις διαταγές του προς τον Μακάρθουρ, να προσφέρει άμεση υποστήριξη προς τις Νοτιοκορεατικές δυνάμεις. Την επομένη, το Συμβούλιο Ασφαλείας των "Ηνωμένων "Εθνών, ζητούσε απ όλα τα μέλη των Ηνωμένων Εθνών να βοηθήσουν τη Νότιο Κορέα στην απόκρουση της επιθέσεως. Έτσι, ο πόλεμος της Κορέας γινόταν πια επίσημη πράξη των Ηνωμένων Εθνών. Στο μεταξύ, κανείς από το Κογκρέσο και την κυβέρνηση του, δεν αντιτάχθηκε στα όσα  είχε κάνει   ό  Τρούμαν.

«Οτιδήποτε έχω κάνει τα τελευταία πέντε χρόνια, απόβλεπε στο να προσπαθώ να μην παίρνω αποφάσεις σαν κι αυτή πού βρέθηκα αναγκασμένος να πάρω σήμερα», είπε.

Η προεδρία τού Τρούμαν υπήρξε πραγματικά ένα μεγάλο και συναρπαστικό επεισόδιο στην ιστορία των δημόσιων ανδρών της Αμερικής και όλου τού κόσμου. Για τον ίδιο υπήρξε επίσης, κι ένα μεγάλο προσωπικό δράμα. Ξαφνικά, σε κάποιο κρίσιμο σημείο της Ιστορίας, το τιμόνι της μεγαλύτερης δύναμης στον κόσμο, βρέθηκε — έτσι το θέλησε η μοίρα — στα χέρια αυτού του πρώην Γερουσιαστή και επαρχιώτη πολιτικού, πού αναγκάστηκε να καταπιαστεί με μια δουλειά, για την όποια κάθε άλλο παρά ήταν προετοιμασμένος.

Είχε, όμως, ένα σημαντικό πλεονέκτημα. Κανείς δεν υπερεκτιμούσε, ούτε αυτός ο ίδιος, τις δυνάμεις του. Αν και ήταν από παλιότερα γνωστός για τη στενοκεφαλιά του, την ακαταλληλότητα του και την ορμητικότητα του, μπόρεσε να αξιοποιήσει ό,τι πνευματικές δυνάμεις είχε, το θάρρος του, τις ελπίδες του και το χιούμορ του, όπως και τα ένστικτα του μαζί με τις καλές του προθέσεις. Είχε μια παράξενη ικανότητα να ακούει και να μαθαίνει και μια προθυμία να αντιμετωπίζει και τις μεγαλύτερες προκλήσεις παίρνοντας αποφάσεις, χωρίς καμιά τύψη γι’ αυτές.

Κι αυτές ακριβώς ήταν εκείνες πού έδωσαν τη δυνατότητα στον Τρούμαν να φέρει στην προεδρία του μια ευρύτητα πνεύματος, πού σπάνια τη συναντάει κάνες σε άνδρες ισχυρούς. Η μακρόχρονη και σκληρή μονομαχία του με τον Στάλιν, πού συνεχίστηκε σ' όλη την περίοδο της προεδρίας του, είχε σαν αποτέλεσμα μια καταπληκτική στροφή στη στάση της Αμερικής έναντι των πρώην εχθρών της — της Γερμανίας και της Ιαπωνίας. Λόγω ακριβώς τού ψυχρού πόλεμου. οι ηττημένες αυτές δυνάμεις, από μισητές απ' όλον το κόσμο, κέρδισαν το δικαίωμα να θεωρούνται νέοι και σεβαστοί εταίροι σε μια συμμαχία, πού για σκοπό της είχε  την   ελευθερία.

Η ισχύς, νομιμοποιεί  τέτοιες απροσδόκητες στροφές της μοίρας. Για τον Τρούμαν, που είχε προστάξει την καταστροφή ιαπωνικών πόλεων με ατομικές βόμβες, η υπογραφή μιας συνθήκης ειρήνης με την Ιαπωνία τον ικανοποιούσε και προσωπικά. Κανείς όμως δεν θα μπορούσε να ζήσει  πιο έντονα το δράμα του αυτοκράτορα της Ιαπωνίας Χιροχίτο, που γνώριζε τόσο την αυταπάτη όσο και την πραγματικότητα της ισχύος, και ο οποίος κατόρθωσε να αξιοποιήσει και τα δύο για να διατηρεί στο θρόνο των Χρυσανθέμων δικό του σ’ όλα αυτά τα 50 πιο ταραγμένα χρόνια στην ιστορίας της Ιαπωνίας.

Η προεδρία του Χάρρυ Τρούμαν ήταν μια διαδρομή ανάμεσα σε εκρήξεις — κυριολεκτικά και μεταφορικά. Ηγέτης σε καιρούς πολέμου και ειρήνης, αντιμέτωπος με κοσμοϊστορικά διλήμματα, βρέθηκε συχνά μόνος, αμφισβητούμενος και υποτιμημένος, τόσο από τους αντιπάλους του όσο και από την ίδια του την παράταξη. Παρ' όλα αυτά, με πείσμα, ειλικρίνεια και έναν λαϊκό, απλό πατριωτισμό, κράτησε στα χέρια του τα ηνία της ισχυρότερης χώρας του πλανήτη και διαμόρφωσε τις ισορροπίες ενός νέου κόσμου. Το «ανθρωπάκι» από το Μισούρι ίσως να μην διέθετε το χάρισμα του λόγου ή το μεγαλείο της μορφής, αλλά η ιστορία του αποδεικνύει πως η ηγεσία κρίνεται τελικά από τις πράξεις — κι αυτές έγραψαν ιστορία.

πηγη:

ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ  

ΤΟ ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 17.2.1980

Κυριακή 29 Ιουνίου 2025

Αρθούρος Ρουμπινστάιν :Το κύκνειο άσμα ενός θρύλου

 


Αρθούρος Ρουμπινστάιν :Το κύκνειο άσμα ενός θρύλου

Μια εξομολόγηση ζωής, τέχνης και ανθρώπινης αδυναμίας

Υπάρχουν καλλιτέχνες που γεννιούνται για να ερμηνεύσουν τη μουσική — και άλλοι που μοιάζουν να την κουβαλούν εντός τους, σαν φυσική τους γλώσσα, σαν πνοή και πεπρωμένο. Ο Αρθούρος Ρουμπινστάιν υπήρξε ένας από αυτούς τους ελάχιστους. Πιανίστας θρυλικός, κοσμοπολίτης, αιώνιος εραστής της ζωής, άνθρωπος των αντιφάσεων και της φλόγας, στα τελευταία του χρόνια δεν δίστασε να καταθέσει την αλήθεια του με τρόπο οξύ, γοητευτικό, ακόμη και προκλητικό.

Φτάνοντας στο τέλος της ζωής του τα ροδαλά μάγουλα του είναι πια ωχρά, τα άσπρα μαλλιά του δεν είναι πια τόσο φουντωτά, και τα αρθριτικά τον δυσκολεύουν στο περπάτημα. Αλλά ο Αρθούρος Ρουμπινστάϊν εξακολουθεί να είναι ο «γκράν σενιέρ» πού επιμένει να πάρει ο ίδιος το παλτό σας, έστω και αν ο θαλαμηπόλος στέκεται παραδίπλα για κάθε ενδεχόμενο. Επίσης είναι πάντα ο «μπόν βιβάν» πού οι αγάπες του —από τη μουσική και το φαγητό ως τα πούρα και τις γυναίκες— υπήρξαν λεγεώνα ολόκληρη.

Για τον κόσμο της μουσικής ο Ρουμπινστάιν υπήρξε ο πιανίστας με τον ξεχωριστό τόνο, την ευγενική, τραγουδιστή γραμμή και με την αναμμένη μέσα του φλόγα για κάθε είδους μουσική, από το Μπετόβεν και το Σοπέν ως το Στραβίνσκι

Τα τελευταία χρόνια της ζωής του ο Ρουμπινστάιν υπέφερε από μερική τύφλωση και από μεγάλη βαρηκοΐα από το ένα αυτί πού τον ανάγκασαν να εγκαταλείψει τις συναυλίες από το 1976. Αποσύρθηκε από τη σκηνή σε ηλικία 89 ετών τον Μάιο του 1976, δίνοντας το τελευταίο του κονσέρτο στο Γουίγκμορ Χολ, όπου είχε πρωτοπαίξει 70 χρόνια νωρίτερα.

Η τύφλωση όμως και η βαρηκοΐα δεν τον εμπόδισαν να γράψει τα απομνημονεύματα του που ο πρώτος τόμος τους, «Τα νεανικά μου χρόνια», υπήρξε μπέστ σέλλερ το 1973, και o δεύτερος, «Τα πολλά μου χρόνια», κυκλοφόρησε το 1980.

Βοηθός και σύντροφος του σ' αυτό το έργο, όπως και γενικότερα στη ζωή του κατά τα στερνά του χρόνια ήταν η Άνναμπελ Χουάιτστοουν, μια όμορφη ξανθιά Αγγλίδα 35 χρονών.

Η δημοσίευση του πρώτου τόμου της αυτοβιογραφίας του δεν προκάλεσε αντιδράσεις ενώ το αντίθετο συνέβηκε με τον δεύτερο τόμο εξ αιτίας της κρητικής σε ομότεχνους του που βρίσκονταν εν ζωή.

Στο δεύτερο τόμο των απομνημονευμάτων του ο Ρουμπινστάιν αναθυμάται τόσα πολλά πράγματα, ώστε η μνήμη του αποδεικνύεται πράγματι εκπληκτική    Ο   ίδιος   λέει:

— Για το ταλέντο μου αμφέβαλα μερικές φορές. Αλλά η μνήμη μου με άφηνε πάντοτε κατάπληκτο. Μιλούσαμε χτες με έναν Πολωνό φίλο, ο όποιος μού ανέφερε τον άλλο συνθέτη Πώλ Ντυκά και κάποιο κομμάτι πού είχε γράψει, για τις εξετάσεις των μαθητών του ωδείου. Αυτό έγινε το 1904 ή 1905. Το κομμάτι μου είχε αρέσει πολύ άλλα έκτοτε δεν είχα ξανακούσει να γίνεται λόγος γι αυτό. Και όμως κατάφερα τώρα να το παίξω στο πιάνο.

Ξετρελαμένος με την   Ανναμπέλ

 

Για την αναστάτωση πού προκάλεσε στην οικογενειακή του ζωή η παρουσία της  Ανναμπέλ, ο Ρουμπινστάιν λέει·

  Πήγαινε πολύ για τη γυναίκα μου να φύγει για την Αμερική. Η Ανναμπέλ είναι πολύ όμορφη και η γυναίκα μου ζήλεψε Είχαμε σκηνές. Η γυναίκα μου άρχισε να λέει ότι γύριζα εδώ κι εκεί με μια νεαρή κοπέλα και ότι οι εφημερίδες; είχαν αρχίσει τα κουτσομπολιά τους. Εδώ πού τα λέμε, είναι γελοίο να ζηλεύει κανείς έναν άνθρωπο ενενήντα τόσων   χρονών    δεν  νομίζετε;

Πάντως, φαίνεται ότι δεν το νόμιζε η σύζυγος του πιανίστα, η όποιο θεώρησε ότι ύστερα από τόσα χρόνιο η θέση της κλονιζόταν.

Σε μια συνέντευξή του με την Αναμπέλ να κάθεται σιωπηλά παραδίπλα του όσο μιλούσε, ο Ρουμπινστάιν είπε:

—Βλέπετε, τούτη η κοπέλα με φροντίζει όσο δε με φρόντισε κανένας ποτέ στη ζωή μου. Γράφει μαζί μου το βιβλίο μου, ακούει μαζί μου μουσική, μου μαζεύει τα βιβλία πού με ενδιαφέρουν και μου τα διαβάζει προσεκτικά. Μου είναι πολύ αφοσιωμένη και της αρέσει να βρίσκεται μαζί μου. Το δικαιούμαι αυτό, γιατί όχι; Φυσικά, είμαι ξετρελαμένος μαζί της, δεν υπάρχει αμφιβολία επ' αυτού. Αλλά ουδέποτε ζήτησα διαζύγιο Σας πληροφορώ ότι η γυναίκα μου έφυγε από εδώ, όπου ήμαστε και οι τρείς μας, με τρόπο απόλυτα ειρηνικό και σύντομα την περιμένουμε να γυρίσει.

Πέρα από την όποια αναταραχή στην οικογενειακή του ζωή, ο καινούριος τόμος των απομνημονευμάτων του Ρουμπινστάιν είχε και άλλους αντίκτυπους.

  Το γράψιμο τού πρώτου μου βιβλίου ήταν ευχάριστο επειδή όλοι οι άνθρωποι πού αναφέρω εκεί έχουν πεθάνει, παρατήρησε στην συνέντευξή του ο Ρουμπινστάιν. Αλλά με τούτο το βιβλίο μου θα δημιουργηθούν αμέσως φασαρίες. Δεν μου ήταν καθόλου ευχάριστο να γράψω για το Βλαντίμιρ Χόροβιτς και το Γιάσα  Χάιφετς   επειδή   ζουν  ακόμη.

Πάντοτε αισθανόμουν λίγο προσβεβλημένος από την υπεροπτική συμπεριφορά αυτών των ανθρώπων. Μου φέρνονταν σαν να ήμουν δορυφόρος τους, σαν   να  ήμουν   κατώτερος   στο   επάγγελμα μας.

Η επιτυχία στη   γαλαρία


Η αλήθεια είναι ότι στο «Πολλά μου χρόνια» ο Ρουμπινστάιν ταχτοποιεί ένα σωρό παλιούς λογαριασμούς. Αφηγείται, λόγου χάρη, πώς ο Χόροβιτς του ανταπέδωσε τη φιλοξενία του καλώντας τον, σπάνιο πράγμα, για νεύμα στο Λονδίνο και πως μετά έφυγε και πήγε στις ιπποδρομίες ενώ ο Ρουμπινστάιν είχε ταξιδέψει από το Αμστερνταμ για να τον συναντήσει

Ακόμη δηκτικότερα είναι τα άλλα πού λέει ο Ρουμπινστάιν στο βιβλίο του:

«Ο Χόροβιτς επέστρεψε στις αίθουσες των συναυλιών (το 1965) ως ο μεγάλος βιρτουόζος που ήταν πάντοτε. άλλα κατά τη γνώμη μου δεν προσφέρει τίποτε στην τέχνη της μουσικής».

Βαριές κουβέντες, πολύ βαριές. Μήπως θα μπορούσε ο Ρουμπινστάιν να δώσει   μερικές   εξηγήσεις;

— Ειλικρινά, απαντάει ο διάσημος πιανίστας, πιστεύω ότι εκείνο πού πάντοτε ενδιέφερε περισσότερο το Χόροβιτς ήταν η επιτυχία στη γαλαρία το χειροκρότημα και να του  λένε ότι είναι ο μεγαλύτερος πιανίστας της εποχής του. Κάποια στιγμή σκέφτηκα ακόμη και να εγκαταλείψω την καριέρα μου επειδή ποτέ δε θα μπορούσα να κάνω τα πράγματα πού έκανε εκείνος. Είχε κάτι περισσότερο από τεχνική. Είχε το χάρισμα να δημιουργεί ένα διαβολικό αποτέλεσμα: κάτι σαν αυτά που ακούμε για τον Παγκανίνι

Όταν ο Χόροβιτς πρωτόρθε στο Παρίσι, τη δεκαετία του "20, μείναμε  όλοι   με  ανοιχτό το στόμα  μπροστά του. Ύστερα από μια συναυλία του ένας δικός μου θαυμαστής ήρθε και μού είπε συγκαταβατικά: «Αρθούρε, η Βαρκαρόλα του Σοπέν θα είναι πάντοτε δική σου». Μπορείτε να το φανταστείτε ότι αυτό ήταν μαχαιριά για μένα. Ο Χόροβιτς έδινε αυτό το διάχυτο αίσθημα της δυνάμεως. Δημιουργούσε αυτό το τρομακτικό μαγικό αποτέλεσμα. Αλλά τώρα το έχει χάσει σε μεγάλο βαθμό: στο κάτω κάτω είναι πια 75 χρονών και είναι κάπως αργά.

Όσο για το Γιάσα Χάιφετς ο Ρουμπινστάιν είπε:

—Ήταν χειρότερος και από το Χόροβιτς στις σχέσεις του με τους ανθρώπους, γιατί δεν είχε καθόλου αγωγή και ήταν χαλασμένος ως το κόκαλο. Εκατομμύρια άνθρωποι του έλεγαν ότι είναι ο μεγαλύτερος βιολονίστας της εποχής του, και από μια άποψη είχαν δίκιο γιατί κανένας δεν είχε την ποιότητα του τόνου που είχε αυτός, τη δύναμη στις ψηλές νότες, αύτη την απίστευτη τελειότητα στην  τεχνική

 

Ο Στραβίνσκι ήταν προδότης!

 

Πικρότατη υπήρξε η απογοήτευση τού Ρουμπινστάιν από τις σχέσεις του με πάμπολλους εκτελεστές, σε αντίθεση   με τους συνθέτες.

— Οι συνθέτες πού γνώρισα (λέει): ο Προκόφιεφ, ο Στραβίνσκι, ο Σιμανόφσκι, ο Μιγιό, ήταν κατά κανόνα εξυπνότεροι άνθρωποι, περισσότερο   διαβασμένοι,   με   μυαλό.

Όχι ότι μερικοί από αυτούς δεν είχαν τις παραξενιές τους. Ο Στραδίνσκι λόγου χάρη έγραψε μια μεταγραφή του «Πετρούσκα» για πιάνο, για το Ρουμπινστάιν, που ο πιανίστας   την   εκτελούσε   επί   δεκαετίες στα ρεσιτάλ του, άλλα ουδέποτε την ηχογράφησε.   Γιατί;

—Επειδή ο Στραδίνσκι ήταν προδότης. Όταν χρειαζόταν κάποιον του έλεγε ότι είναι μεγαλοφυΐα. Κατόπιν τον παρατούσε.

Ωστόσο, ο «Πετρούσκα» αυτός, ηχογραφήθηκε κάποτε, αλλά ο Ρουμπινστάιν, όταν τον άκουσε πρόσφατα, τον βρήκε «χωρίς έμπνευση» για να εκδοθεί.

—Η μόνη μου μεταμέλεια, λέει ό Ρουμπινστάιν, είναι ότι είχα ένα χρέος από 100 τουλάχιστον έργα πού έπρεπε να τα είχα παίξει δημόσια, άλλα δεν το έκανα επειδή απλούστατα η τρομερή τεμπελιά μου με εμπόδισε να τα μάθω. Αφιέρωσα πάρα πολύ χρόνο στο διάβασμα βιβλίων αυτό υπήρξε το πάθος της ζωής μου. Η μελέτη στο πιάνο υπήρξε πάντοτε για μένα  μεγάλη δοκιμασία.

Εκείνο που ό Ρουμπινστάιν νοσταλγεί πάνω απ’ όλα ίσως είναι το ακροατήριο του.

   Το αγαπούσα το ακροατήριο μου, λέει, ήταν φίλοι μου, και νομίζω ότι το αισθάνονταν αυτό;

Παραδέχεται ωστόσο ο Ρουμπινστάιν ότι μερικοί άνθρωποι μπορούν να είναι αδιάφοροι απέναντι στην καλή   μουσική  και  ερμηνεία.

 

Κάτι μ’ έμαθε ο Πικάσο

 

   Ο Πικάσο, λέει ο Ρουμπινστάιν, ήταν ο πιο άμουσος άνθρωπος πού γνώρισα ποτέ μου. Ουδέποτε πήγε σε συναυλία κανενός από τους μεγάλους φίλους του: και γνώριζε τον Στραβίνσκι, τον Πουλένκ, εμένα και πολλούς άλλους. Όταν τού είπα κάποτε ότι παίζω Ισπανική μουσική πολύ καλά, μού είπε: «Αν μού προσφέρεις καφέ και κονιάκ, θα σ’ ακούσω: άλλα πρέπει να παίξεις κάτι  ισπανικό».

Δεν του έπαιξα ούτε Αλμπένιθ, ούτε Φάλλια, άλλα κάτι τραγούδια πού ήξερα από τους τορέρος και από τους τραγουδιστές των φλαμένκο. Ο Πικάσο μού είπε: «Όταν παίζεις αυτά τα πράγματα είναι σαν να βρίσκομαι σε ταυρομαχία. Πού τον βρήκες αυτόν τον ισπανικό τρόπο;». «Δεν ξέρω» τού είπα, «αλλά το νιώθω στο στομάχι μου». «Κι εγώ με το στομάχι μου ζωγραφίζω», είπε ο Πικάσο. Πράγματι, τις συγκινήσεις τις νιώθουμε στο στομάχι, όχι στην καρδιά.   Κάτι   μ’ έμαθε   και  ο  Πικάσο.

Ο Ρουμπινστάιν έβρισκε τον καιρό να ακούει τους νέους πιανίστες, όμως έλεγε για αυτούς πως θεωρεί ότι θα έπρεπε να ακούν τον εαυτό τους στο μαγνητόφωνο.  Έλεγε:

— Για μένα ο δίσκος τού γραμμοφώνου υπήρξε ο μόνος σοβαρός καθηγητής πού είχα στη ζωή μου; Κάθε φορά όπου άκουγα τον εαυτό μου να παίζει, έπαιρνα ένα μεγάλο μάθημα.

Σήμερα υπάρχουν πολλοί νεαροί πιανίστες πού αντιγράφουν τους καθηγητές τους ή τις ηχογραφήσεις άλλων καλλιτεχνών. Αυτό δεν είναι καλό. Θα έπρεπε να ακούνε τον εαυτό τους και να μη μένουν πολύ κοντά στους καθηγητές τους, αν έχουν ταλέντο. Πρέπει κανείς να στέκεται έγκαιρα στα πόδια του και να ανακαλύπτει  την προσωπικότητα του.

Ο Ρούμπινσταϊν, που μιλούσε καλά οκτώ γλώσσες θυμόταν ένα πολύ μεγάλο τμήμα του ρεπερτορίου, όχι μόνο του πιάνου, στη θαυμάσια μνήμη του. Σύμφωνα με τα απομνημονεύματά του, έμαθε το Symphonic Variations του Σίζαρ Φρανκ στο τραίνο καθ' οδόν για το κονσέρτο, χωρίς πιάνο, εξασκώντας τα περάσματα στο γόνατό του. Περιέγραφε τη μνήμη του ως φωτογραφική.

Ο Ρούμπινσταϊν είχε εξαιρετικά ανεπτυγμένες ακουστικές δυνατότητες, που του επέτρεπαν να παίζει ολόκληρες συμφωνίες στο μυαλό του. Τούτη την ικανότητα συχνά δοκίμαζαν οι φίλοι του, που του ζητούσαν να παίξει από μνήμης αποσπάσματα κάποιας όπερας.

Η αυτοβιογραφία του Ρούμπινσταϊν εκδόθηκε σε δύο τόμους: Τα χρόνια της νιότης μου (My Young Years, 1973) και Τα πολλά μου χρόνια (My many years, 1980). Πολλοί δυσαρεστήθηκαν από την έμφαση που δόθηκε σε προσωπικές ανέκδοτες ιστορίες περί μουσικής. Ο πιανίστας Εμάνουελ Αξ, ένας από τους μεγαλύτερους θαυμαστές του Ρούμπινσταϊν, απογοητεύτηκε βαθιά από το My Many Years: "Έως τότε," είπε στον Σαξ, "είχα κάνει τον Ρουμπινστάιν είδωλο. Ήθελα να ζήσω μια ζωή σαν τη δική του, με τα βιβλία μου το άλλαξε όλο αυτό.

Ο πιανίστας πέθανε στο σπίτι του στη Γενεύη της Ελβετίας κατά τη διάρκεια του ύπνου του, στις 20 Δεκεμβρίου 1982 σε ηλικία 95 ετών και το σώμα του αποτεφρώθηκε. Κατά την πρώτη επέτειο του θανάτου του μια λάρνακα με τις στάχτες του θάφτηκε στην Ιερουσαλήμ, έτσι όπως ζήτησε στη διαθήκη του, κάτι που χρειάστηκε σχετική διάταξη για το Δάσος της Ιερουσαλήμ.

Τον Οκτώβριο του 2007 η οικογένειά του δώρισε στη Σχολή Τζούλιαρντ εκτεταμένη συλλογή πρωτότυπων και αντιγράφων χειρογράφων, όπως και δημοσιευμένα έργα που είχαν κατασχεθεί από τους Ναζί κατά τον Β΄ Π.Π. από την κατοικία του στο Παρίσι. Εβδομήντα ένα αντικείμενα επιστράφηκαν στα τέσσερα παιδιά του και ήταν η πρώτη φορά που εβραϊκή περιουσία επιστράφηκε στους νόμιμους κληρονόμους.

 

 

Το 1974 ο Γιαν Γιάκομπ Μπιστρίτσκι καθιέρωσε τον διεθνή διαγωνισμό Άρτουρ Ρούμπινσταϊν κάθε τρία χρόνια στο Ισραήλ, με σκοπό την προώθηση νέων ταλέντων στο πιάνο.

Το έργο ζωής του Αρθούρου Ρουμπινστάιν δεν είναι μόνο οι ερμηνείες του· είναι και το ανεπιτήδευτο θάρρος με το οποίο στάθηκε απέναντι στον εαυτό του, στους ομοτέχνους του, στη φθορά, και τελικά στον θάνατο. Η αυτοβιογραφία του είναι μια συμφωνία εξομολογητική, όπου οι παύσεις μετρούν όσο και οι νότες. Είναι το αποτύπωμα ενός ανθρώπου που έπαιξε με πάθος, έζησε με πάθος και τελικά εξομολογήθηκε με ειλικρίνεια.

Το κύκνειο άσμα του δεν ήταν ένας ήπιος αποχαιρετισμός αλλά ένας τελευταίος, πεισματάρικος ύμνος στη ζωή. Κι όπως ο ίδιος είπε: «Ανακάλυψα πως αν αγαπάς τη ζωή, η ζωή θα σε αγαπήσει...» — μια φράση που, στο στόμα του Ρουμπινστάιν, δεν ακούγεται ρομαντική. Ακούγεται αληθινή.

 Πηγές

ΚΥΚΝΕΙΟ ΑΣΜΑ /ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 17.2.1980

https://en.wikipedia.org/wiki/Arthur_Rubinstein

chatgpt photos