Translate -TRANSLATE -

Τρίτη 20 Απριλίου 2021

Εμίλ Ζάτοπεκ, η τσεχική ατμομηχανή

 


Εμίλ Ζάτοπεκ, η τσεχική ατμομηχανή

Ο Εμίλ Ζάτοπεκ (Emil Zátopek, 19 Σεπτεμβρίου 1922 - 21 Νοεμβρίου 2000) ο επονομαζόμενος και «ο άνθρωπος- ατμομηχανή» για το ιδιαίτερο αγωνιστικό του στυλ (έδειχνε έτοιμος να καταρρεύσει, όμως αυτό ήταν μια ψευδαίσθηση), ήταν Τσέχος δρομέας μεγάλων αποστάσεων και ένας από τους σπουδαιότερους αθλητές του 20ου αιώνα.

Tρέχει σα να τον έχουν μαχαιρώσει στην καρδιά” ήταν ένα μόνο από τα πολλά σκωπτικά σχόλια διεθνών αθλητικογράφων για τον τρόπο τρεξίματος του “Εμίλ του Τρομερού”, της “τσεχικής ατμομηχανής”, που χαρακτηριζόταν από έντονους μορφασμούς πόνου και προσπάθειας και από κινήσεις του κεφαλιού και του κορμού. Ο ίδιος αντιδρούσε με χιούμορ λέγοντας “δεν είμαι αρκετά ταλαντούχος ώστε να τρέχω και να γελάω ταυτόχρονα”. Σύμφωνα με το περιοδικό “Runner’s world magazine” το 2013 ο Ζάτοπεκ ανακηρύχτηκε “καλύτερος δρομέας όλων των εποχών”. Το ρεκόρ κατάκτησης χρυσού μεταλλίου στα 5.οοο μέτρα, στα 10.000 μέτρα και το Μαραθώνιο στους ίδιους Ολυμπιακούς Αγώνες, παραμένει ακατάρριπτο έως σήμερα.

Τσεχοσλοβακία. Μπρνο. Κατοχή. Η Βέρμαχτ, όταν δεν εκτελεί αμάχους για αντίποινα σε πράξεις αντίστασης, προσπαθεί να πείσει τους κατοίκους για το πόσο τυχεροί είναι που έχουν την ευκαιρία να μετέχουν στον υπό οικοδόμηση μεγάλο γερμανικό πολιτισμό του αύριο. Αφού πρώτα έχει εγκαταστήσει μια άγρια λογοκρισία, τώρα προβάλλει εξιδανικευτικά φιλμ προπαγάνδας, οργανώνει «επιστημονικές» διαλέξεις και αθλητικές εκδηλώσεις, στις οποίες ομάδες Αρίων Γερμανών κάνουν την τιμή στους πεινασμένους ρακένδυτους Τσεχοσλοβάκους να αγωνιστούν μαζί τους.

Με ένα πιστόλι που πιθανότατα έχει χρησιμοποιηθεί για κάμποσες εξ επαφής εκτελέσεις δίνεται η εκκίνηση για τον αγώνα των εννέα χιλιομέτρων ανώμαλου δρόμου. Η έκβασή του είναι το ίδιο ανώμαλη όσο και ο δρόμος: δεύτερος, προς έκπληξη των πάντων και προς έντονη ενόχληση των Γερμανών, τερματίζει ένας από την ομάδα των κατακτημένων. Το όνομά του Εμίλ Ζάτοπεκ. Είναι δεκαοκτώ χρόνων και μόλις έχει λάβει μέρος στον πρώτο του αγώνα. Το μικρόβιο όμως του αθλητή-δρομέα είχε μπει μέσα του κι ο Ζάτοπεκ άρχισε να αναπτύσσει τις ανορθόδοξες μεθόδους του (προπόνηση με στρατιωτικές αρβύλες, με τρεις φόρμες στα χιόνια, κρατώντας την αναπνοή του μέχρι λιποθυμίας) στα πρότυπα του Φινλανδού Ολυμπιονίκη δρομέα Πάαβο Νούμι.

Αν και τον ενοχλούσε πολύ που τον είχαν διοργανώσει οι ναζί κατακτητές, ο αγώνας τού άρεσε. Μα ως εκεί, τίποτε παραπάνω. Εντάξει, μπορεί να έκανε λίγη γυμναστική ή προπόνηση καμιά φορά με τους φίλους του, αλλά ήταν κυρίως για να μην τους χαλάσει το χατίρι. Η φτώχεια της οικογένειάς του, που τον έχει αναγκάσει να εγκαταλείψει εδώ και τρία χρόνια το σχολείο, ο χρόνος που περνά βοηθώντας τον πατέρα του να καλλιεργούν τον κήπο του σπιτιού τους με λαχανικά για να έχουν κάτι σίγουρο να φάνε και η σκληρή δουλειά του στο εργοστάσιο παπουτσιών Βata δεν του αφήνουν περιθώρια για περισσότερα. Το τελευταίο λοιπόν που θα μπορούσε να φανταστεί ήταν ότι το 1952, δώδεκα χρόνια αργότερα, θα κατακτούσε, σε ηλικία τριάντα ετών, τρία χρυσά ολυμπιακά μετάλλια ως δρομέας μεγάλων αποστάσεων στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Ελσίνκι. Και ότι θα γινόταν ένας εν ζωή παγκόσμιος θρύλος που το όνομά του θα ταυτιζόταν με τα ευγενέστερα αθλητικά ιδανικά.

 


 

Το πρώτο του βραβείο είχε έρθει και αυτό μέσα στην Κατοχή. Ήταν πολύ πιο ταπεινό από τις μετέπειτα ολυμπιακές δάφνες, άλλα διόλου ευκαταφρόνητο σε εκείνους τους καιρούς. Το κέρδισε σε δύο αγώνες των πεντακοσίων και των τριών χιλιάδων μέτρων, την πρώτη φορά που έτρεχε μέσα σε αληθινό στάδιο: ήταν μια φέτα ψωμί με βούτυρο και ένα μήλο.

Σιγά σιγά το τρέξιμο έγινε η ζωή του. Όποτε προλαβαίνει, τρέχει στον στίβο. Και όποτε δεν προλαβαίνει, που είναι φυσικά το πιο συνηθισμένο, τρέχει όπου βρει. Από το εργοστάσιο στο δάσος, από το δάσος στο σπίτι του, από εκεί στο διπλανό χωριό. Τρέχει, τρέχει, τρέχει, γράφει χιλιόμετρα επί χιλιομέτρων. Αν και αντέχει, θεωρεί ότι είναι αργός. Κι έτσι, αρχίζει να τρέχει διαφορετικά: όχι πια μεγάλες αποστάσεις, αλλά μικρές και όσο πιο γρήγορα μπορεί. Και όταν του κάνουν παρατήρηση ότι θα εξαντληθεί απαντά: «Αφού τρέχω που τρέχω, δεν είναι καλύτερα να τρέχω γρήγορα»; Μόλις έχει επινοήσει το τελικό σπριντ και δεν το ξέρει. Μόλις έχει ανοίξει ένα δρόμο σκέψης χωρίς να το αντιλαμβάνεται.

 


Όμως οι προκλήσεις που ο ίδιος θέτει στον εαυτό του δεν σταματούν. Ο δρόμος που συνήθως τρέχει είναι δεξιά κι αριστερά φυτεμένος στη σειρά με λεύκες. Πόσες μπορεί να περάσει τρέχοντας με μια αναπνοή; Στην αρχή δύο, μετά τρεις, μετά περισσότερες. Στο τέλος λιποθυμάει. Αλλά έχει τρέξει ως την τελευταία.

Έτσι, έρχεται κάποτε η ημέρα που γίνεται ο πρώτος Τσέχος ο οποίος τρέχει πέντε χιλιόμετρα σε ένα τέταρτο της ώρας. Όταν το νέο φτάνει στην Πράγα, όσοι δεν πιστεύουν ότι έχει πειράξει τα χρονόμετρα νομίζουν ότι έχει γίνει λάθος στη μεταφορά της είδησης. Μα όταν, λίγο μετά, φτάνει ο ίδιος στην πρωτεύουσα για να σπάσει το τρίτο ρεκόρ του στα δύο χιλιάδες μέτρα μέσα σε έναν χρόνο, όλοι υποκλίνονται.

 


Κάποτε οι Γερμανοί φεύγουν. Αλλά μετά έρχονται οι Σοβιετικοί. Ο Εμίλ και πάλι δεν νιώθει- και δεν είναι- ελεύθερος. Από το 1948 και έπειτα το άστρο του αρχίζει πια να λάμπει στο διεθνές στερέωμα μέχρι που γίνεται εκτυφλωτικό όπως τα φλας των φωτογράφων που τρέχουν κι εκείνοι να τον απαθανατίσουν όπου κι αν πατήσει το πόδι του στον κόσμο. Σπάει τα ίδια του τα ρεκόρ το ένα μετά το άλλο. Είναι τόσο βέβαιο ότι θα κερδίσει σε όποιον αγώνα και να τρέξει, που κάποιοι αθλητές ακυρώνουν τις συμμετοχές τους μόλις το όνομά του ανακοινωθεί.

Έγινε αξιωματικός του τσεχοσλοβάκικου στρατού, πιστεύοντας στα ιδανικά του σοσιαλισμού, όπου ανέπτυξε περισσότερο την ιδιόρρυθμη τεχνική του. Συμμετείχε στους Ολυμπιακούς του Λονδίνου το 1948, κερδίζοντας χρυσό και αργυρό μετάλλιο στα 10 και 5 χιλιάδες μέτρα αντίστοιχα.  Τα επόμενα χρόνια ο Ζάτοπεκ θα έσπαγε το ένα ρεκόρ πίσω από το άλλο, κερδίζοντας ευρωπαϊκά πρωταθλήματα στα 5.000 και 10.000 μέτρα. Η στιγμή που ο Ζάτοπεκ πέρασε με χρυσά γράμματα στην ιστορία του αθλητισμού ήταν στους Ολυμπιακούς του Ελσίνκι το 1952, με τα τρία χρυσά μετάλλια, το τελευταίο στο Μαραθώνιο, όπου συμμετείχε για πρώτη φορά στη ζωή του.

 


 

Στους ίδιους Ολυμπιακούς η συναθλήτρια και σύζυγός του Ζάνα Ζατόπκοβα, με την οποία είχαν γεννηθεί την ίδια ακριβώς μέρα, κέρδισε χρυσό στο ακόντιο, λίγο μετά τη νίκη του άντρα της στα 5.000 μέτρα. Στη συνέντευξη τύπου ο Ζάτοπεκ είπε ότι η νίκη του “είχε εμπνεύσει” την ακοντίστρια, σχόλιο στο οποίο απάντησε η ίδια περιπαικτικά: “Αλήθεια; Εντάξει, τότε πήγαινε να εμπνεύσεις καμιά άλλη κοπέλα, να δούμε αν μπορεί να πετάξει ακόντιο στα 50 μέτρα”. Το ζεύγος ήταν μάρτυρες στο γάμο της χρυσής Ολυμπιονίκη Όλγας Φεκότοβα με τον Αμερικανό συναθλητή της Χάρολντ Κόνολι στην Πράγα το 1957. Λέγεται -χωρίς να υπάρχουν αποδείξεις- πως ο ίδιος είχε μεσολαβήσει ώστε να δοθεί η άδεια για το γάμο εν μέσω “Ψυχρού Πολέμου”.

Ο κόσμος και οι συναθλητές του τον λάτρευαν, όχι μόνο για τις επιδόσεις του, αλλά για τον εξαιρετικό χαρακτήρα του. Έμαθε οκτώ ξένες γλώσσες για να συνομιλεί με συναθλητές του, πρόσφερε ακόμα και τις κάλτσες του σε συναθλητή του και μοιραζόταν με όλους τα μυστικά της επιτυχίας του.

Βοήθησε το συναθλητή του Στάνισλαβ Γιούνγκβιρτ να συμμετάσχει στην εθνική ομάδα της Τσεχοσλοβακίας για το Ελσίνκι παρά την αρχική του αποβολή για πολιτικούς λόγους. Σε μια κίνηση ιστορικής γενναιοδωρίας το 1966 χάρισε στον Αυστραλό δρομέα Ρον Κλαρκ το χρυσό του μετάλλιο στο Ελσίνκι, καθώς εκείνος παρά το ρεκόρ του δεν είχε λάβει ποτέ Ολυμπιακό χρυσό. Ο ίδιος ο Ζάτοπεκ είχε τερματίσει νωρίς την καριέρα του, το 1957, καθώς δεν μπόρεσε να συνέλθει πλήρως από τραυματισμό του το 1956.

Το καθεστώς μπορεί να χαίρεται από όλα αυτά, να του δίνει παράσημα και να οργανώνει τελετές σε στάδια για να τον τιμήσει ως ήρωα του λαού, όμως την ίδια στιγμή αρχίζει να γίνεται και καχύποπτο. Τον παρακολουθούν, χρησιμοποιώντας ακόμη και τη γυναίκα του. Και από τη σκοπιά τους, τελικά, δεν έχουν άδικο: τα πράγματα παίρνουν νέα τροχιά όταν ο μεγάλος αθλητής στέκεται στο πλευρό του Ντούμπτσεκ στην Άνοιξη της Πράγας. 

 


 

Ως ένα από τα πιο προβεβλημένα πρόσωπα της χώρας, ο Ζάτοπεκ στήριξε έντονα τις “μεταρρυθμίσεις” του Αλεξάντερ Ντούμπτσεκ κατά τη λεγόμενη Άνοιξη της Πράγας. Ο ίδιος διηγούνταν αργότερα πως μετά την επέμβαση του Συμφώνου της Βαρσοβίας, ο ίδιος προσπαθούσε να συνομιλήσει με στρατιώτες στα τανκς, λέγοντάς τους πως έκαναν κακό στο κομμουνιστικό κίνημα. Ένας αξιωματικός του έσφιξε το χέρι λέγοντας πως ίσως δεν ένιωθε τόσο καλά για αυτό που έκανε. Η στάση του Ζάτοπεκ και οι κατηγορίες που απηύθυνε κατά της ΕΣΣΔ ως “γκάνγκστερ” του κόσμου, αξιοποιήθηκαν, όπως είναι φυσικό, δεόντως από τη δυτική προπαγάνδα.  

 


 

Τα σοβιετικά τανκς κατασπάραξαν την «Άνοιξη της Πράγας» του Ντουμπτσεκ και ο Ζάτοπεκ από ήρωας, τιμημένος αξιωματικός του στρατού και μέλος του κουμμουνιστικού κόμματος, βρίσκεται ξαφνικά να δουλεύει κάτω από τη γη, σε ορυχεία ουρανίου.

Κάποτε υπογράφει ένα χαρτί με το οποίο αναγνωρίζει ότι έσφαλε που υποστήριξε τις «αντεπαναστατικές» δυνάμεις. Έτσι, από τα ορυχεία βρίσκεται τώρα αρχειοφύλακας στην Πράγα. «Μια χαρά είναι. Μπορεί να μην άξιζα για παραπάνω» λέει αυτός ο παράξενα σοφός άνθρωπος. Έτσι στα τέλη της δεκαετία του ’70 έλαβε μερική αποκατάσταση και συνεργάστηκε με κρατικούς οργανισμούς αθλητισμού. Για το λόγο αυτό, παρότι ο πρώτος πρόεδρος μετά τις ανατροπές, Βάτσλαβ Χάβελ, τον αποκατέστησε πλήρως το 1990, πολλοί πρώην αντιφρονούντες τον θεωρούσαν “προδότη” και το δημόσιο ενδιαφέρον για εκείνον αναζωπυρώθηκε μετά το θάνατό του, το 2000, μετά από εγκεφαλικό στις 22 Νοέμβρη του ίδιου χρόνου. 

 


 

Ο Ρίτσαρντ Ασκγουίθ – ο δημοσιογράφος που μελέτησε τον Ζάτοπεκ και έγραψε τη βιογραφία του – παρατηρεί ότι ο ίδιος ο Ζάτοπεκ δεν είχε κάποιο φυσικό χάρισμα σαν αθλητής. Η ‘ακατέργαστη’ ταχύτητα με την οποία έτρεχε ήταν ελλιπής σε σχέση με άλλους αθλητές, ακόμη και η πίεση του ήταν σχετικά ψηλή όταν πρωτοξεκίνησε το τρέξιμο. Αλλά, αυτό που κατέστησε τον Ζάτοπεκ σπουδαίο και αξιοθαύμαστο αθλητή ήταν το ήθος και η ευφυΐα του. Ήταν τόσο αφοσιωμένος στο τρέξιμο που ανέπτυξε το δικό του πρόγραμμα προπόνησης στηριζόμενο πάνω σε αυτά που διάβασε για τον Φιλανδό Ολυμπιονίκη Πάαβο Νούρμι (1987 – 1973). Παράλληλα, οι γνώσεις που είχε περί χημείας τον έβαλαν στη διαδικασία να κάνει διάφορα ‘πειράματα’ για να τεστάρει την αντοχή του και ήταν από τους πρώτους δρομείς που συμπεριέλαβαν την προπόνηση με εναλλασσόμενες ασκήσεις (Interval training) στο προπονητικό του πρόγραμμα.

 


 

Σήμερα ένας χάλκινος ανδριάντας του, στημένος από το 2014, στο Στάδιο Νεολαίας στο Ζλιν μας θυμίζει τον μεγάλο αθλητή των δρόμων μεγάλων αποστάσεων, ενώ το 2012 η IAAF τον συμπεριέλαβε  μεταξύ των πρώτων αθλητών που μπήκαν στο Hall of Fame της και ο ανδριάντας του κοσμεί το Ολυμπιακό Μουσείο της Λωζάνης.

Πηγές :

https://www.tovima.gr/2010/03/07/books-ideas/i-tsexiki-atmomixani/

http://www.katiousa.gr/athlitismos/emil-zatopek-tsechiki-atmomichani-metaksy-rekor-kai-anoiksis-tis-pragas/

https://www.runningincyprus.com/emil-zatopek/

https://el.wikipedia.org/wiki/Εμίλ_Ζάτοπεκ

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια: