Translate -TRANSLATE -

Πέμπτη 25 Ιανουαρίου 2018

Τόνια Χάρντινγκ και Νάνσι Κέριγκαν




Η Τόνια Χάρντινγκ (αριστερά) και η Νάνσι Κέριγκαν (δεξιά)

Τόνια Χάρντινγκ και Νάνσι Κέριγκαν

Με αφορμή την ταινία “I, TONYA

Το μεγαλύτερο σκάνδαλο στην ιστορία του καλλιτεχνικού πατινάζ.
Η αθλήτρια που προσέλαβε μπράβο για να σπάσει στα αποδυτήρια τα πόδια της αντιπάλου της ώστε να κερδίσει τον τίτλο

6 Ιανουαρίου 1994. Η όμορφη Νάνσι Κέριγκαν, αστέρι του καλλιτεχνικού πατινάζ και φαβορί για τους Χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες στη Νορβηγία, μόλις έχει ολοκληρώσει την προπόνησή της στην αρένα Κόμπο στο Ντιτρόιτ. Στον δρόμο προς τα αποδυτήρια, την πλησιάζει ένας λευκός μεγαλόσωμος άντρας και με ένα μπαστούνι του μπέιζμπολ τη χτυπά δυνατά στο γόνατο. Όλη η αρένα ξεσηκώνεται από τις φωνές της Κέριγκαν που με δάκρυα στα μάτια μονολογεί «Γιατί, γιατί, γιατί;».



Το χτύπημα δεν ήταν δυνατό. Η Κέριγκαν αν και αποσύρθηκε από το αμερικανικό πρωτάθλημα πατινάζ, τον ίδιο χρόνο κατάφερε να συμμετάσχει στους Ολυμπιακούς και μάλιστα κέρδισε και το ασημένιο μετάλλιο. Το μεγαλύτερο σοκ ήταν ο ηθικός αυτουργός της επίθεσης. Η συναθλήτρια της και ανταγωνίστρια του τίτλου, Τόνια Χάρντιγνκ, κρυβόταν πίσω από το χτύπημα.

Το χτύπημα και η αντίστροφη πορεία των δύο αθλητριών


Ήδη από τις αρχές του 1993 κυκλοφορούσαν φήμες για την περίεργη συμπεριφορά της Χάρντινγκ προς την Κέριγκαν. Πολλοί έλεγαν ότι η Τόνια φθονούσε κι ένιωθε μεγάλη ανασφάλεια προς τη συναθλήτρια της, Νάνσι, της οποίας η απόδοση βελτιωνόταν συνεχώς. Όταν έγινε το χτύπημα, πολλοί έσπευσαν να κατηγορήσουν τη Χάρντινγκ. Δεν έπεσαν έξω.


 Η Κέριγκαν με δάκρυα στα μάτια, σοκαρισμένη, φώναζε συνεχώς: «Γιατί, γιατί, γιατί;»

Λίγο μετά την επίθεση αποκαλύφθηκε ότι ο πρώην σύζυγος της Χάρντινγκ, Τζεφ Γκίλοουλι και ο σωματοφύλακας της, Σον Έκχαρντ, προσέλαβαν τον Σέιν Σταντ για να χτυπήσει τη Νάνσι. Με αυτόν το τρόπο, ο δρόμος ήταν ανοιχτός για την Χάρντινγκ να διεκδικήσει μετάλλιο, ακόμη και το χρυσό στους επερχόμενους Χειμερινούς Ολυμπιακούς στο Λιλεχάμερ της Νορβηγίας. 


Η παράλληλη πορεία των δύο αθλητριών

Η Χάρτινγκ, εξαιρετική αθλήτρια του καλλιτεχνικού πατινάζ και η μοναδική που είχε εκτελέσει μέχρι τότε με επιτυχία τριπλό άξελ, είδε την πορεία της να παίρνει την κατιούσα σε αντίθεση με της Κέριγκαν, που δέχθηκε το χτύπημα.

Από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 η Τόνια είχε δείξει τα πρώτα σημάδια του ταλέντου της. Τελείωσε έκτη στο αμερικανικό πρωτάθλημα και μέχρι το 1993 είχε συνεχή ανοδική πορεία. Το 1987 κατέκτησε την πέμπτη θέση και τον επόμενο χρόνο την τρίτη. Ήταν πολύ καλή στο ελεύθερο πρόγραμμα, αλλά χρειαζόταν δουλειά στο τεχνικό κομμάτι.

Το 1991, ωστόσο, ήταν χρονιά σταθμός για την πεισματάρα αθλήτρια. Έκανε το πρώτο της τριπλό άξελ και κέρδισε τον τίτλο. Στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του ίδιου έτους κατέλαβε τη δεύτερη θέση, πίσω από την Κρίστι Γιαμαγκούτσι.

Από το 1992, οι εμφανίσεις της έχασαν λίγο την αίγλη τους. Στους Χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες τερμάτισε τέταρτη, στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα βγήκε έκτη, ενώ την επόμενη χρονιά δεν κέρδισε καν θέση στην αμερικανική αποστολή. Η αντίπαλός της όμως έχει συνεχείς επιτυχίες. Στο αμερικανικό πρωτάθλημα καλλιτεχνικού πατινάζ τερμάτισε 12η το 1988, 5η το 1989, 4η το 1990 και 3η το 1991. Στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα της ίδιας χρονιάς πήρε το χάλκινο πίσω από τη Γιαμαγκούτσι και τη Χάρτινγκ. Το 1992 βγήκε δεύτερη στο αμερικανικό πρωτάθλημα και ανέβηκε στην τρίτη θέση του βάθρου στους Χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του 1992. Στόχος πλέον ήταν το μετάλλιο στους Χειμερινούς του 1994, μιας και η Γιαμαγκούτσι αποχώρησε από την αγωνιστική δράση. Μέχρι που έφτασε η άτυχη στιγμή τις 6 Ιανουαρίου 1994.

Οι δύο συναθλήτριες πριν από την επίθεση.
Η δικαίωση της Κέριγκαν

Μετά το χτύπημα, η Χάρντινγκ κέρδισε το Πρωτάθλημα στο Ντιτρόιτ.

Λίγες μέρες αργότερα αποκαλύφθηκε η συνωμοσία πίσω από την επίθεση της Κέριγκαν.


Οι φυσικοί αυτουργοί δέχτηκαν την 1η Φεβρουαρίου 1994 συμβιβασμό με το δικαστήριο και κατέθεσαν εναντίον της Χάρντινγκ. Οι Γκίλοουλι, Σταντ, Έκχαρντ, καθώς επίσης και ο οδηγός του μέσου διαφυγής των υπεύθυνων της επίθεσης, φυλακίστηκαν. Η Χάρντιν αρνήθηκε τα πάντα. Μάλιστα, όταν η Αμερικανική Ομοσπονδία θέλησε να αποκλείσει τη Χάρντινγκ από τους Χειμερινούς Ολυμπιακούς, εκείνη τους απείλησε με αγωγή ύψους 25 εκατομμυρίων δολαρίων.

Η Κέριγκαν, που είχε αναρρώσει, πήρε τη θέση της Μισέλ Κουάν και βρέθηκε στο Λίλεχαμερ, ως ένδειξης ευγενούς άμιλλας μεταξύ των υπόλοιπων συναθλητριών της. Η Νάνσι κέρδισε το ασημένιο μετάλλιο, σε αντίθεση με την Χάρντινγκ που τερμάτισε στην 8η θέση. Σαν παιχνίδι της μοίρας, έσπασε το παγοπέδιλο της Τόνιας και με δάκρυα στα μάτια ζήτησε να αγωνιστεί εκ νέου. Η επίδοσή της ήταν πολύ κακή και στις δύο προσπάθειες. 


Η Κέριγκαν κέρδισε το ασημένιο μετάλλιο στους Χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του 1994, σε αντίθεση με την Χάρντινκγ που τερμάτισε στην 8η θέση

Ο αποκλεισμός της Χάρντινγκ από το καλλιτεχνικό πατινάζ

Στις 17 Μαρτίου 1994, η Τόνια Χάρντινγκ δήλωσε τελικά ένοχη προκειμένου να αποφύγει την πιθανή φυλάκιση. Καταδικάστηκε σε τριετή φυλάκιση με αναστολή και 500 ώρες κοινωνικής εργασίας. Της επιβλήθηκε πρόστιμο 160.000 δολαρίων και υποχρεώθηκε σε ψυχιατρική παρακολούθηση. Το πιο άσχημο, ωστόσο, ήταν ο δια βίου αποκλεισμός της από οτιδήποτε είχε σχέση με το καλλιτεχνικό πατινάζ. Παράλληλα, η Αμερικανική Ομοσπονδία της αφαίρεσε τον τίτλο από το Πρωτάθλημα της ίδιας χρονιάς.

Η Τόνια δεν παραδέχτηκε ότι εκείνη ήταν πίσω από την επίθεση στην συναθλήτρια της και δήλωσε πως αναγκάστηκε να το κάνει, καθώς ο πρώην σύζυγός της την απειλούσε ότι θα τη σκότωνε.

Δύο αντίθετοι κόσμοι


Η Τόνια Χάρντινγκ γεννήθηκε στις 12 Νοεμβρίου 1970 στο Όρεγκον. Η παιδική της ηλικία ήταν πολύ δύσκολη. Προερχόταν από φτωχή και δυσλειτουργική οικογένεια. Η μητέρα της ήταν αλκοολική και κακοποιούσε σωματικά και ψυχολογικά εκείνη και τον αδερφό της. Ο πατέρας της ήταν άρρωστος και δεν μπορούσε να δουλέψει. Μέσα σε 16 χρόνια, η οικογένεια μετακόμισε πάνω από 15 φορές. Η Χάρτινγκ δεν είχε φίλους ούτε ήταν καλή μαθήτρια. Μόνη της παρηγοριά το πατινάζ το οποίο ξεκίνησε από ηλικία τριών ετών. Η συμμετοχή της στους αγώνες, όπως και τα ρούχα που φορούσε ήταν αποτέλεσμα εράνων της εκκλησίας.

Στα 19 της παντρεύτηκε τον Τζεφ Τζίλοουλι. Ο άντρας της τη χτυπούσε, την έσερνε από τα μαλλιά στους δρόμους και την κακοποιούσε. Παράλληλα, η Ομοσπονδία την απέτρεψε να πάρει διαζύγιο για να μην ταράξει τα νερά της αμερικανικής συντηρητικής κοινωνίας. Το 1993 τελικά χώρισε τον Τζεφ και το 1995 παντρεύτηκε τον Μάικλ Σμιθ. Χώρισαν ένα χρόνο αργότερα.

Μετά το σκάνδαλο, η Τόνια δεν είχε τίποτα. Δοκίμασε την τύχη της στην πυγμαχία, χωρίς επιτυχία. Το 2010 παντρέυτηκε τον Τζόζεφ Τζενς Πράις και ένα χρόνο αργότερα απέκτησαν ένα γιο. Σήμερα ζει σε αγροτική Περιοχή στο Όρεγκον. Μετά τον δια βίου αποκλεισμό της, η Χάρντινγκ συνέχισε να προπονείται μόνη της στο καλλιτεχνικό πατινάζ, ενώ έχει εμφανιστεί σε πολλές τηλεοπτικές εκπομπές.

Όσο για τη Νάνσι Κέριγκαν, που δέχθηκε την επίθεση, ακολούθησε διαφορετική πορεία. Γεννήθηκε τον Οκτώβριο του 1969 στη Μασαχουσέτη. Ο πατέρας της ήταν σιδεράς και η μητέρα της ασχολούνταν με τα οικιακά. Παρά τη δύσκολη οικονομική κατάσταση, ο πατέρας της έκανε μέχρι και τρεις δουλειές, ώστε να παρέχει τα πάντα στην κόρη του. Η Νάνσι ξεκίνησε ιδιαίτερα μαθήματα πατινάζ στα 8 της και ένα χρόνο αργότερα κέρδισε τον πρώτο της διαγωνισμό. Μετά το ασημένιο μετάλλιο στους Χειμερινούς του 1994, αποσύρθηκε από την ενεργό δράση. Συμμετείχε σε ταινίες και τηλεοπτικά show. Το 1995 παντρεύτηκε τον μάνατζερ της, Τζέρι Σόλομον και απέκτησαν τρία παιδιά. Σήμερα ζει στη Βοστόνη....
 
Το 2017, βγήκε στις αμερικανικές αίθουσες η ταινία «Ι, ΤΟΝΥΑ». Τη Χάρντινγκ υποδύεται η ηθοποιός Μάργκοτ Ρόμπι


Κριτική για το «I, Tonya»

Από τον Νίκο Γαργαλάκο

Στη σχετικά σύντομη σταδιοδρομία της -από τα τέλη των 80s έως τις αρχές των 90s-, η Τόνια Χάρντινγκ αποτέλεσε μια πρωταθλήτρια που πρόλαβε να σημαδέψει ανεξίτηλα τον χάρτη του καλλιτεχνικού πατινάζ, αν και τελικά έμεινε στην ιστορία κυρίως για εξωαγωνιστικούς λόγους. Προικισμένη με τεράστια προσόντα, έγινε σε νεαρή ηλικία η πρώτη Αμερικανίδα αθλήτρια -και δεύτερη στον κόσμο- που κατόρθωσε να πετύχει το τριπλό άξελ, ενώ οι εξαιρετικές επιδόσεις της τής χάρισαν τη συμμετοχή σε δύο Ολυμπιάδες. Όλα αυτά, μέχρις ότου οι σοκαριστικές αποκαλύψεις περί ανάμειξής της στο συμβάν του επί πληρωμή ξυλοδαρμού της συναθλήτριάς της, Νάνσι Κέριγκαν, σήμαναν τον ισόβιο αποκλεισμό της από το άθλημα.

Η ταπεινή καταγωγή, το ρέντνεκ υπόβαθρο και ο τοξικός περίγυρος της Χάρντινγκ εκτρέφουν μια προσωπικότητα εμφανώς ασύμβατη με το αριστοκρατικών καταβολών σπορ. Ο Αυστραλός σκηνοθέτης Κρεγκ Γκιλέσπι εστιάζει σε αυτά με τρόπο που ξεστρατίζει από την ακαδημαϊκή οδό, θέτοντας τις βάσεις για μια σκοτεινά κωμική βιογραφική ταινία. Το έργο του διαθέτει αστείρευτη ενέργεια και μπόλικο θράσος, στα πρότυπα μιας πρωταγωνιστικής φιγούρας η οποία υπερέβη το ίδιο της το άθλημα. Χωρίς να αποτελούν την επιτομή της πρωτοτυπίας, αυτές οι επιλογές ύφους για το «I, Tonya» («Εγώ, Η Τόνια») κρίνονται ολότελα ενδεδειγμένες.



Πραγματευόμενη μία από τις αθλήτριες που έχουν καταδικαστεί στις συνειδήσεις της αμερικανικής κοινωνίας, η μαύρη αυτή κωμωδία καταφέρνει να την «αθωώσει». Ως βασικό άλλοθι, επικαλείται την ενδοοικογενειακή βία, που οριοθέτησε με βάναυσο τρόπο τη ζωή της. Έχοντας βιώσει την εγκατάλειψη από τον πατέρα της, ο οποίος φρόντισε από νωρίς να αποδημήσει εις άλλες πολιτείες, όλο το βάρος της ανατροφής της Τόνια πέφτει στο πλέον ακατάλληλο άτομο.

Η Άλισον Τζάνεϊ ερμηνεύει άψογα τη σαδίστρια μητέρα, Λαβόνα Φέι Γκόλντεν, η οποία έχει μια εντελώς διαστρεβλωμένη αντίληψη περί των γονεϊκών της καθηκόντων και σίγουρα είναι ένα πρόσωπο στο οποίο δεν υπάρχει διάθεση να δοθούν ελαφρυντικά. Η Τζάνεϊ φροντίζει να κάνει αυτό τον κοινωνιοπαθή χαρακτήρα τρομακτικά πιστευτό. Από την άλλη, η Μάργκοτ Ρόμπι ερμηνεύει με μαεστρία την αποστερημένη από αθωότητα αντιηρωίδα (σ.σ. αναγκάστηκε να σταματήσει μέχρι και το σχολείο προκειμένου να αφιερωθεί στο άθλημα), η οποία ουσιαστικά έχει μεγαλώσει σαν αγρίμι και ως τέτοιο βγάζει απειλητικά τα νύχια της στην κοινωνία που την περιβάλλει. Οι τραυματικές εμπειρίες θεμελιώνουν ένα άτομο με συσσωρευμένη οργή, εκρηκτικό ταπεραμέντο, διογκωμένη ανασφάλεια και αυτοκαταστροφικές τάσεις, το οποίο αναπτύσσει μια «παθητική εξάρτηση» από τις κακοποιητικές συμπεριφορές, και -όπως βλέπουμε ξεκάθαρα παρατηρώντας τη σχέση της με τον βίαιο σύζυγό της, Τζεφ (Σεμπάστιαν Σταν)- μένει αγκιστρωμένο σε πρόσωπα που τις εκτονώνουν πάνω της.

Δίνοντας το ελεύθερο σε έτερες δυνάμεις να παρεμβαίνουν και να καθορίζουν με αυθαίρετες πρωτοβουλίες τη ζωή της (σ.σ. όπως συνέβη και με τον φερόμενο ως ενορχηστρωτή του σχεδίου ενάντια στη Νάνσι Κέριγκαν), η Τόνια επιτρέπει στο αλισβερίσι βίας να πάρει ανεξέλεγκτες προεκτάσεις, γεγονός που τελικά σηματοδοτεί την εκκωφαντική «πτώση» της. Η σκηνή κατά τη διάρκεια του μακιγιάζ, όπου βλέπουμε την Τόνια να «λυγίζει» μην μπορώντας να διαχειριστεί τα όσα της συμβαίνουν, προτού ανασυνταχθεί και προβάρει ένα ψεύτικο χαμόγελο για το κοινό που την περιμένει έξω, είναι μια από τις καλύτερες στιγμές στην καριέρα της ηθοποιού.



Αυτό που η ταινία μας βοηθά να δούμε, είναι μια κοπέλα που, από την οικογενειακή εστία μέχρι τις πίστες, βρισκόταν σε αέναη πάλη για την επιβίωσή της. Εξαιτίας του «background» της, θεωρούνταν εκ προοιμίου ξένο σώμα στις τάξεις ενός αθλήματος που διέπεται από αυστηρούς κανόνες ευπρέπειας και στηρίζεται στο φαίνεσθαι. Ένα «κακό» παιδί που δεν θα μπορούσε να παίξει ποτέ με τους κανόνες του παιχνιδιού, και που το σύστημα δεν θα απέρριπτε ολοκληρωτικά προτού αφαιμάξει και την παραμικρή στάλα εμπορικής προοπτικής από το όνομά του (βλ. ενασχόληση με επαγγελματική πυγμαχία).

Σίγουρα, η ταινία δεν αποσκοπεί στο να την απαλλάξει από τις δικές της βαρύτατες ευθύνες (σ.σ. μεταξύ άλλων και η παρακώλυση των ερευνών της αστυνομίας). Όμως, ακόμα και αν στην πραγματικότητα ο ρόλος της στην επίθεση κατά της συναθλήτριάς της ήταν πιο ενεργός, αυτό δεν θα σήμαινε ότι η Τόνια ήταν κάτι παραπάνω από ένα απλό πιόνι των καταστάσεων, όντας γαλουχημένη με τη βία σε ένα εχθρικό περιβάλλον. Εξάλλου, η κοπέλα αυτή είχε αντιμετωπιστεί ως ένοχη πολύ πριν το συμβάν της επίθεσης, αφού και μόνο η διαφορετικότητά της αρκούσε για να έχει μια τέτοια μεταχείριση.

Με το επιδέξιο μοντάζ να υπαγορεύει τον στιβαρό ρυθμό, η ταινία παίζει ως χιουμοριστικό ντοκου-δράμα, μπολιασμένη με ειρωνεία και κυνισμό. Βέβαια οι ομοιότητες με πρόσφατα αυθάδη δείγματα του χολιγουντιανού σινεμά φωνάζουν εκ του μακρόθεν, αφού το «I, Tonya» να αντλεί έμπνευση από έκδηλες πηγές. Αντιπροσωπευτικό παράδειγμα είναι το προ διετίας «The Big Short» («Το Μεγάλο Σορτάρισμα»), μια θαρραλέα κινηματογραφική καταγραφή της νοοτροπίας που οδήγησε στη φούσκα της αγοράς ακινήτων, με περίτεχνο σενάριο, χιουμοριστικό, πνευματώδη σχολιασμό και επισταμένη εστίαση στη ρίζα του φαινομένου, που δεν φοβάται να διαλέξει πλευρές. Ακόμα περισσότερους τέτοιους συνειρμούς προάγει ο τρόπος με τον οποίο η ταινία συνθλίβει τον τέταρτο τοίχο, προκειμένου να υπερτονίσει τις αντικρουόμενες εκδοχές των γεγονότων. Αυτό συμβαίνει κατά την αναβίωση των συνεντεύξεων-ντοκουμέντων που είχαν δοθεί από τους πραγματικούς πρωταγωνιστές της ιστορίας.



Παρότι οι μαρτυρίες συχνά δεν συμφωνούν μεταξύ τους, το σενάριο του Στίβεν Ρότζερς (“P.S. I Love You”) καταφέρνει να προσφέρει μια αρκετά συμπαγή… υπερασπιστική γραμμή στην ηρωίδα του, απηχώντας σε μεγάλο βαθμό τα λόγια της: «Ο καθένας έχει τη δική του αλήθεια». Τεκμήριο αθωότητας για την Τόνια είναι η Αμερική του «fast food». Αυτή τη νοοτροπία της «ευκολίας», με την οποία το σύστημα σερβίρει με το κουτάλι στη μάζα τους υπεραπλουστευμένους ήρωες που έχει ανάγκη να λατρέψει και τα μαύρα πρόβατα που έχει διψά να «κατακρεουργήσει». Το προφίλ της Τόνια ταιριάζει μόνο στη δεύτερη κατηγορία. Όσο για τη Νάνσι Κέριγκαν, που υπονοείται ότι πληρούσε τα στάνταρ ώστε να αναχθεί σε καμάρι των ΗΠΑ, εκείνη παραμένει στο σκοτάδι καθ’ όλη τη διάρκεια της ταινίας, δίχως να παρουσιάζεται η δική της σκοπιά. Άλλωστε, αυτό που ζητά το «I, Tonya» από το κοινό είναι να αφουγκρασθεί την «αμαρτωλή» πρωταγωνίστριά του, έστω και πολλά χρόνια μετά. Επί της ουσίας, να της δώσει την πρώτη πραγματική ευκαιρία.

Προσφέροντας, λοιπόν, την οπτική γωνία που αποδίδει για πρώτη φορά στην Τόνια Χάρντινγκ τον ρόλο του θύματος και όχι του θύτη, το μονοπάτι του «I, Tonya» δεν ακολουθεί την πεπατημένη των κινηματογραφικών βιογραφιών του μέσου όρου, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι το -έντονα επηρεασμένο από παραπλήσια έγχειρήματα- ύφος της ταινίας διακρίνεται από γενναία δημιουργικές τάσεις πειραματισμού. Αρκεί, όμως, που στην πορεία του δρόμου ο θεατής βρίσκει τις ευκαιρίες ώστε να κατανοήσει σε βάθος και να συμπάσχει με έναν από τους εκπεσόντες του αμερικανικού ονείρου, ώστε η κινηματογραφική αυτή εμπειρία να έχει υπολογίσιμη αξία.


 
Πηγή:




Δεν υπάρχουν σχόλια: