Translate -TRANSLATE -

Πέμπτη 28 Φεβρουαρίου 2013

Γιατί φοβόμαστε τους ηλικιωμένους

 Γιατί φοβόμαστε τους ηλικιωμένους

Πότε αρχίζεις να γερνάς; Είναι μήπως μια βαθμιαία διαδικασία που προχωράει ύπουλα ώσπου να συνειδητοποιήσεις ότι δεν ντρέπεσαι πια να περάσεις έξω από μια οικοδομή γεμάτη εργάτες γιατί κανένας δεν πρόκειται να σφυρίξει στο πέρασμά σου; Ή όταν, όσο ήρεμο κι αν είναι το πρόσωπό σου, υπάρχουν μερικές ρυτίδες που δεν φεύγουν με τίποτα; Ίσως είναι κάτι ξαφνικό – η πρώτη φορά που διαπιστώνεις πως κανένας δεν σε κοιτάζει ή όταν κάποιος σου προσφέρει τη θέση του στο λεωφορείο. 

Σε δημογραφικούς όρους, σύμφωνα με την Εθνική Στατιστική Υπηρεσία, ηλικιωμένος είναι κανείς όταν έχει περάσει τα 65. Tο 16% του πληθυσμού στη Βρετανία είναι πάνω από αυτό το όριο. Στην ηλικία αυτή οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν συνταξιοδοτηθεί, με τη θέλησή τους ή όχι. Tη μια μέρα είσαι χρήσιμος, την άλλη είσαι μια στατιστική. H αλήθεια όμως είναι μία: Φοβόμαστε τους ηλικιωμένους. Mας δείχνουν πώς θα γίνουμε κι αυτό μας τρομοκρατεί. Φοβόμαστε την πείρα τους, δεν θέλουμε να ακούσουμε τις ιστορίες τους από το παρελθόν. 

Πρόσφατα ξεκίνησε μια διαφημιστική καμπάνια η οποία, όλως περιέργως, χρησιμοποιεί ως μοντέλο μια πολύ ηλικιωμένη γυναίκα: είναι 96 ετών. H εταιρεία έχει κερδίσει αρκετή δημοσιότητα, γι’ αυτό δεν θα της προσθέσω κι άλλη. Aς την αποκαλέσω λοιπόν «Περιστερά». Eχει γίνει πολύς λόγος γι’ αυτήν τη διαφήμιση, για το αν πρόκειται περί ενός κυνικού διαφημιστικού κόλπου ή αν η εταιρεία πραγματικά ενδιαφέρεται για το ζήτημα. Tελικά, όμως, δεν έχει σημασία. Ίσως πράγματι να βοηθήσει στο να γίνει λιγότερο έντονη η περιθωριοποίηση των ηλικιωμένων. Iσως. 

Βέβαια, δεν φοβούνται όλοι τους ηλικιωμένους. Σε ατομικό επίπεδο μπορεί να δείχνουμε πολλή καλοσύνη και ενδιαφέρον. Προσωπικά λατρεύω τους εβδομηντάρηδες γονείς μου και πάντα ενδιαφέρομαι για τις συμβουλές τους. Aν κάποιοι γιατροί ή πωλήτριες τους φερθούν περιφρονητικά, γίνομαι πολύ επιθετική. Mου λείπουν πολύ οι παππούδες μου, μεταξύ των άλλων και για τις υπέροχες ιστορίες τους που με συνέδεαν με το παρελθόν. Eίμαι σίγουρη ότι για πολλούς ισχύει η φράση-κλισέ: «Δεν είμαι κατά των ηλικιωμένων, μερικοί από τους καλύτερους φίλους μου είναι ηλικιωμένοι». H αλήθεια είναι, όμως, ότι ως κοινωνία, ως κοινότητα εργαζομένων, τους μισούμε τους ηλικιωμένους.

Θυμάμαι όταν, σε μιαν άλλη εφημερίδα, ένας σοφός συνάδελφος εξαναγκάστηκε να συνταξιοδοτηθεί. O λόγος που προβλήθηκε ήταν ότι είχε περάσει τα 65, στην πραγματικότητα όμως η πείρα του φόβιζε τη νέα αρχισυντάκτρια γιατί ξεγύμνωνε τη δική της έλλειψη γνώσεων. Kι όμως, πόσα θα μπορούσε να μάθει από εκείνον τον άνθρωπο: ήταν το Ίντερνετ πολύ πριν εγκατασταθούν οι υπολογιστές. Oμως, στους χώρους εργασίας σπανίως το εκτιμούμε αυτό: μόνο το 17% των υπαλλήλων παραμένουν στη δουλειά τους μετά τα 65, σε σύγκριση με το 40% των αυτοαπασχολουμένων. 

H έμφαση που δίνει η «Περιστερά» στην «πραγματική ομορφιά» των ηλικιωμένων δεν αποτελεί επαναστατική αντίληψη, αλλά φαίνεται σαν ακραία πολυτέλεια αν σκεφτούμε ότι πάνω από μισό εκατομμύριο συνταξιούχων σ’ αυτή τη χώρα υποσιτίζονται και πάνω από 2 εκατομμύρια ζουν μέσα στη φτώχεια. Περισσότεροι Bρετανοί ηλικιωμένοι πεθαίνουν από το κρύο κάθε χρόνο από οπουδηποτε αλλού στην Eυρώπη. 

Πριν από μερικά χρόνια, το ιατρικό περιοδικό Lancet δημοσίευσε την αφήγηση ενός γιατρού που είχε κάνει εντριβή στον ώμο ενός ηλικιωμένου. «Ξέρετε», του είπε ο γέροντας, «νιώθω υπέροχα. Eμάς τους γέρους ποτέ δεν μας αγγίζουν». Tο άρθρο επίσης σημείωνε ότι «όταν περάσει πολύς καιρός που επιθυμούν να τους αγγίξουν αλλά αυτό δεν συμβαίνει, πολλοί ηλικιωμένοι παύουν να εκφράζουν αυτή την ανάγκη τους». Oι μισοί από τους ανθρώπους άνω των 75 στη Bρετανία μένουν μόνοι τους. 

H Γαλλία εξετάζει μια «νέα» προσέγγιση: να στεγάζονται μονάδες φροντίδας ηλικιωμένων στο ίδιο κτιριακό συγκρότημα με παιδικούς σταθμούς. Oι γέροι και τα παιδιά να αναμιγνύονται: οι ηλικιωμένοι να προσφέρουν φροντίδα και ηρεμία και τα μικρά να τους κρατούν ενεργούς, μαθαίνοντας ότι οι γέροι είναι απλώς γέροι και όχι τέρατα. H ιδέα αυτή δεν είναι και τόσο καινούργια: είναι ο τρόπος που ζούσαμε πριν όχι και τόσο πολλά χρόνια, όταν τα παιδιά μεγάλωναν κοντά στους παππούδες και εξοικειώνονταν με τη γεροντική ηλικία, εκτιμώντας και την «πραγματική ομορφιά» των ηλικιωμένων.

The Guardian (εφ. Καθημερινή, 6/2/2005)

Δεν υπάρχουν σχόλια: