Translate -TRANSLATE -

Δευτέρα 1 Νοεμβρίου 2010

Η ιστορία του Σπύρου Λούη



O άθλος του Μαρουσιώτη νερουλά, Σπύρου Λούη, στον κλασικό Μαραθώνιο στους πρώτους σύγχρονους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1896 αποτελεί, μέχρι και σήμερα, μία από τις μεγαλύτερες εκπλήξεις του θεσμού, μέσα από τη χαρακτηριστική περιγραφή εκείνης της εποχής.




«Είναι ο Λούης, ο νικητής του Μαραθωνίου»

Ο συγκλονιστικός αγώνας του νερουλά από το Μαρούσι μέσα από περιγραφή της εποχής του Χαράλαμπου Αννινου
 
 
Του Ν. Α. Κωνσταντοπουλου

«Εγινε Λούης», λέμε για κάποιον που έτρεξε γρήγορα και εξαφανίσθηκε. Ο Μαρουσιώτης νερουλάς, Σπύρος Λούης, όμως, δεν ήταν ταχύς. Μαραθώνιο έτρεξε (τότε 40.000 μ., αργότερα καθιερώθηκε η απόσταση των 42.195 μ.) και νίκησε στους 1ους σύγχρονους Ολυμπιακούς Αγώνες. Αλλά τ’ όνομά του έγινε θρύλος και το κατόρθωμά του έδωσε την αιτία για να καθιερωθεί μια παροιμιώδης φράση. Ακόμη και άνθρωποι που δεν έχουν την παραμικρή σχέση με τον αθλητισμό, το γνωρίζουν. Ο Λούης συμβόλιζε την ελληνική λεβεντιά, ντυμένος πάντα με την φουστανέλα. Η νίκη του ήταν μία από τις μεγαλύτερες εκπλήξεις εκείνων των αγώνων. Ισως και σε όλη την ιστορία του θεσμού.

Για τον αγώνα είχαν δηλώσει συμμετοχή πολλοί δρομείς. Οι περισσότεροι, όμως, αποσύρθηκαν, ίσως διότι δεν αισθάνονταν ικανοί να τρέξουν 40 χιλιόμετρα. Εξοχη είναι η περιγραφή του αγώνα από τον δημοσιογράφο, ιστοριογράφο, χρονικογράφο και λογοτέχνη, Χαράλαμπο Αννινο. Σας παραθέτουμε τα κυριότερα σημεία της:

«...Οι απομείναντες περί τους εικοσιπέντε, μετέβησαν από της προτεραίας εις Μαραθώνα, μετά της ειδικής επιτροπής και διενυκτέρευσαν εκεί. Περί την 2 μ.μ. δε της επομένης ετάχθησαν εις δύο σειράς, απεχούσας αλλήλων μερικά βήματα, κατά τάξιν ορισθείσαν υπό του κλήρου, παρά την πλησίον της πεδιάδος του Μαραθώνος γέφυραν, ήτις ήτο η αφετηρία. O αφέτης ταγματάρχης Γ. Παπαδιαμαντόπουλος μετά σύντομον προσλαλιάν έδωσε το σύνθημα της εκκινήσεως διά πιστολισμού και οι αγωνισταί, φέροντες ελαφράν περιβολήν εξεκίνησαν δρομαίοι. Tους δρομείς παρηκολούθουν ποδηλατισταί, αξιωματικοί και στρατιώται έφιπποι επιτηρούντες την πορείαν των, κατ’ αποστάσεις δε άμαξαι μετά ιατρών και των αναγκαίων προχείρων φαρμάκων προς περίθαλψιν των εξαντλουμένων.

Ο δρόμος αυτών έσχε ποικίλας δραματικάς φάσεις και επεισόδια. Μέχρι του Πικερμίου προηγείται ο ευκίνητος Γάλλος Λερμυζιώ... Καθ’ οδόν εις πάντα τα σημεία πολυάριθμοι κάτοικοι των διαφόρων της Αττικής χωρίων σταθμεύουσιν αναμένοντες μετά πολλής περιεργείας και ενδιαφέροντος την διέλευσιν των αγωνιστών, τους οποίους χαιρετίζουσι και ενθαρρύνουσι άνευ διακρίσεως εθνικότητος, προσφέροντες αυτοίς φιλοφρόνως αναψυκτικά... O Aμαρουσιώτης Λούης, διερχόμενος εκ του παρά το Πικέρμι χανίου, ζητεί και ροφά ποτήριον πλήρες οίνου, ερωτά περί των προτρεχόντων και μετά πεποιθήσεως δηλοί ότι θα τους καταφθάση και θα τους περάση... Και εις το Χαρβάτι πρώτος καταφθάνει ο Λερμυζιώ... Αλλ’ από του σημείου τούτου άρχεται η ανωφέρεια ο Γάλλος καταπονείται... Και ο Λούης ολονέν πλησιάζει, τον παρακολουθώσι δε τρέχοντες, ως τιμητική οιονεί συνοδία πολυάριθμοι συγχωρικοί του. Εις το 32ον χιλιόμετρον ο Λερμυζιώ κλονίζεται και πίπτει... Εις τον 33ον χιλιόμετρον ο Λούης καταφθάνει τον Φλακ (σ.σ.: «ο φοβερός Αυστραλιανός δρομεύς», όπως τον χαρακτήρισε ο Αννινος) και τον περνά, τηρών όμως απόστασιν απ’ αυτού όχι μείζονα των είκοσι βημάτων, μέχρι του 36ου χιλιομέτρου... O Λούης φθάνει εις την Pιζάρειον Σχολήν πρώτος και κανιονιοβολισμός αναγγέλλει την άφιξίν του. Η νίκη του είναι πλέον εξησφαλισμένη. Οι καθ’ οδόν πολυάριθμοι περίεργοι τον χαιρετίζουσι δι’ ενθουσιωδών αναφωνήσεων. Eν τούτοις, εντός του σταδίου επεκράτει εναγώνιος προσδοκία. Aίφνης, άγνωστον πώς, διαδίδεται από στόματος εις στόμα, η φήμη ότι φθάνει πρώτος ο Aυστραλιανός Φλακ... Θλίψις και κατήφεια ζωγραφείται εις όλα τα πρόσωπα και σιγή άκρα επικρατεί εκ της γενικής αποθαρρύνσεως. Aλλά η πλάνη δεν διαρκεί πολύ. Εις το στάδιον φαίνεται εισερχόμενος, κεκαλυμμένος εκ κονιορτού εκ της πολυώρου ιππασίας, ο αφέτης όστις βαίνων προς τους βασιλικούς θώκους αναγγέλλει ότι προηγείται ο Λούης. H είδησις διαδίδεται αστραπηδόν και μία ουρανομήκης ζητωκραυγή αναπέμπεται από όλα τα στήθη, ενώ ταυτοχρόνως αντηχεί η βολή του τηλεβόλου η πιστοποιούσα την άφιξιν του Eλληνος νικητού. Τότε πλέον ουδεμία παραίνεσις, ουδέν κέλευσμα ισχύει, όλοι όρθιοι εντείνουσι την προσοχήν προς την είσοδον... Μετά πάροδον λεπτών τινών άτινα εφάνησαν αιώνες, κίνησις παρατηρείται εις την είσοδον του Σταδίου... Tέλος φαίνεται εισερχόμενος ανήρ φέρων λευκήν περιβολήν, ηλιοκαής και κατάρρυτος υπό ιδρώτος. Είναι ο Λούης ο νικητής του Μαραθωνίου δρόμου. Βαίνει κατάκοπος μεν, αλλ’ όχι μέχρις εξαντλήσεως, τροχάδην διά του προς το δεξιόν σκέλος στίβου, παρακολουθούμενος υπό των μελών της επιτροπής και των εφόρων ανευφημούντων».

Zήτησε από τον βασιλιά ένα καινούργιο κάρο και άλογο
 

«Tι έγινε κατά την ώραν εκείνην εις το Στάδιον, η γραφίς αδυνατεί να περιγράψει», τονίζει ο Μπάμπης Aννινος, επιχειρώντας να δώσει μια εικόνα των πανηγυρισμών για την νίκη του Σπύρου Λούη. Και οι πανηγυρισμοί μεγάλωσαν μετά τον τερματισμό του δεύτερου, του Xαρίλαου Bασιλάκου. O Λούης έκανε τους Eλληνες υπερήφανους επειδή ήταν Eλληνες... Bέβαια, υπερήφανους τους έκαναν και οι άλλοι Ολυμπιονίκες μας σ’ εκείνη την διοργάνωση. Ομως, ο Mαραθώνιος, που συνδέεται με την ελληνική ιστορία, «μιλούσε» διαφορετικά στην ψυχή των Eλλήνων. Περίπου 100.000 άνθρωποι συγκεντρώθηκαν μέσα στο Παναθηναϊκό Στάδιο και στους γύρω λόφους την ημέρα του Mαραθωνίου. Kαι δεκάδες χιλιάδες εχύθηκαν στους δρόμους, σε όλη την διαδρομή, για να θαυμάσουν, να επευφημήσουν και να ενισχύσουν ψυχολογικά τους δρομείς.
Ολα αυτά, φυσικά, ο Μαρουσιώτης νερουλάς, ο γιος αγροτών, ο Σπύρος Λούης, δεν μπορούσε καν να τα φαντασθεί, όταν δήλωνε συμμετοχή στον προκριματικό αγώνα, ο οποίος ορίσθηκε να διεξαχθεί στις 25 Μαρτίου (με το παλαιό ημερολόγιο, το Ιουλιανό), δηλαδή, μόλις... τέσσερις ημέρες πριν από την τέλεση του Ολυμπιακού Μαραθώνιου! «Τρελλά» πράγματα, αλλά εκείνη την εποχή ο αθλητισμός μόνο επιστημονικός δεν ήταν. Ο αγώνας αυτός θα έδινε άλλες τέσσερις θέσεις στους Ελληνες. Ηδη, από το Α΄ πανελλήνιο πρωτάθλημα είχαν προκριθεί οι έξι πρώτοι: Χαρίλαος Βασιλάκος, Σπύρος Μπελόκας, Δημήτρης Δεληγιάννης, Δημήτρης Χριστόπουλος, Γιώργος Γρηγορίου και Ευάγγελος Γερακάκης.

Στον προκριματικό τίποτα δεν έδειχνε ότι ο Λούης μπορούσε να πρωταγωνιστήσει στους Ολυμπιακούς. Τερμάτισε μόλις 5ος, πίσω από τους Γιάννη Λαυρέντη, Γιάννη Βρεττό, Λευτέρη Παπασυμεών και Ηλία Καφετζή. Ο Λούης είχε αποκλεισθεί. Αλλά η ιστορία γράφεται από λεπτομέρειες. Ο πρόεδρος της επιτροπής Μαραθωνίου, Γιώργος Παπαδιαμαντόπουλος πρότεινε –και η πρόταση έγινε αποδεκτή– να μετάσχουν οι έξι πρώτοι. Ετσι, τέσσερις ημέρες αργότερα, την Παρασκευή 29 Μαρτίου, στην αφετηρία παρετάχθησαν και ο Λούης και ο Σταμάτης Μασούρης.
Εδώ πρέπει να κάνουμε μια διευκρίνιση. Ο Αννινος γράφει ότι στο Ολυμπιακό Μαραθώνιο έτρεξαν 25 δρομείς. Αλλά, σύμφωνα με τις περισσότερες μαρτυρίες, οι αγωνισταί, όπως τους χαρακτηρίζει ο Αννινος, ήταν 17. Από αυτούς, Ελληνες ήταν οι 13. Ο ένας, όμως, ο Σωκράτης Λαγουδάκης, Κρητικός γεννημένος στη Σμύρνη, εκπροσωπούσε τη Γαλλία, όπου ζούσε από το 1891. Είπε ότι εδήλωσε Γάλλος, διότι διαφορετικά δεν θα του επιτρεπόταν να μετάσχει. «Αν γίνω ο νικητής, θα ζητήσω η απονομή να μου γίνει ως Ελλην», τόνισε.

Νικητής, όμως, έγινε ο Λούης. Και όταν την 3η Απριλίου (πάντα με το παλαιό ημερολόγιο) πραγματοποιήθηκε η απονομή των μεταλλίων (τότε εδόθησαν μόνο δύο μετάλλια, ασημένιο στον 1ο και χάλκινο στον 2ο), «όλον το Στάδιον συνεκλονίσθη», όπως γράφει ο Αννινος.

«Οτε ήλθεν η σειρά του Λούη και ο αρειμάνιος νικητής του Μαραθωνίου δρόμου ανήλθεν εις την εξέδραν, όλον το Στάδιον συνεκλονίσθη. Μία κραυγή ατελεύτητος, μυριόστομος, μία βοή ωσεί βροντής εξερράγη από παντός σημείου, οι πίλοι και τα μανδήλια εσείοντο επί πολλήν ώραν εις τον αέρα διά χειρών σπασμωδικών, μικραί ελληνικαί σημαίαι εξήχθησαν και ανεκινούντο θριαμβευτικώς, ζεύγη περιστερών με ταινίας των εθνικών χρωμάτων αφίενται και πετώσιν υπεράνω της κονίστρας. Γενική συγκίνησις κατέχει το πλήθος όλοι οι οφθαλμοί υγραίνονται και οι ξένοι μένουσιν εν εκστάσει προ τους πρωτοφανούς θεάματος».

Μετά την απονομή στους δύο πρώτους κάθε αγωνίσματος, «εγένετο η περιαγωγή των Ολυμπιονικών εις το Στάδιον». Θα λέγαμε, ότι ήταν ο γύρος του θριάμβου.

«Εις την πρώτην σειράν βαδίζει ο Λούης, όστις συγκεκινημένος, ζαλισμένος, αμηχανών εκ των ακαταπαύστων ενδείξεων, πέμπει διά των δύο χειρών ασπασμούς δεξιά και αριστερά. Παρά την άκραν του στίβου, είς των θεατών εγχειρίζει αυτώ μικράν ελληνικήν σημαίαν και ταύτην φέρει μέχρι του τέλους της περιοδείας, σείων αυτήν θριαμβευτικώς», γράφει ο Αννινος.

Ο Σπύρος Λούης δεν έτρεξε ξανά σε Μαραθώνιο δρόμο. Παρέμεινε κοντά στον στίβο ως θεατής. Ζήτησε από τον βασιλιά ως δώρο, ένα καινούργιο κάρο κι ένα νεαρό άλογο για να συνεχίσει το επάγγελμά του.

Πηγή:
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_sport_100002_30/10/2010_420478

Ευχαριστώ Μίλτο


1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Η ιστορία του Σπύρου Λούη "μπάζει" από παντού! Δυστυχώς για άλλη μια φορά φανερώνεται η "μεσαιωνική" συσκότιση του ελληνοκεντρισμού που επιβραβεύει τα λαμόγια.

Ο πραγματικός Ολυμπιονίκης του 1896 ήταν ο Χαρίλαος Βασιλάκος.