ΑΠΟ ΤΑ
ΠΑΡΑΛΕΙΠΟΜΕΝΑ ΤΗΣ ΠΡΩΤΗΣ ΚΡΗΤΙΚΗΣ ΕΘΝΟΣΥΝΕΛΕΥΣΗΣ ΤΟΥ 1898
ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΠΛΗΡΕΞΟΥΣΙΟΥ ΤΗΣ ΠΕΔΙΑΔΑΣ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΜΙΧΑΗΛ ΤΣΑΓΚΑΡΑΚΗ
Ήταν ακόμη ανώμαλη η κατάσταση στην Κρήτη, καθώς οι Τούρκοι ήταν ακόμη συγκεντρωμένοι στις τρεις μεγάλες πόλεις του νησιού, οι δε χριστιανοί ήσαν κύριοι ολόκληρης της υπαίθρου χώρας.
Την ίδια στιγμή οι τέσσερις μεγάλες δυνάμεις, Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία και Ιταλία, είχαν καταλάβει στρατιωτικά το νησί μετά την αποχώρηση των άλλων δυνάμεων, Γερμανίας και Αυστρίας, και την είχαν διαιρέσει σε τέσσερις ζώνες κατοχής, εκ των οποίων η μεν Γαλλία είχε καταλάβει τον νομό Λασιθίου, η Αγγλία τον νομό Ηρακλείου, η Ρωσία τον νομό Ρεθύμνης και η Ιταλία τον νομό Χανίων, με εξαίρεση την πόλη των Χανίων, η οποία βρισκόταν υπό την κατοχή και των τεσσάρων μεγάλων δυνάμεων. Διοικητής των διεθνών στρατευμάτων ήταν ο Γάλλος στρατηγός Λουμπάσκυ.
Στις αρχές του Ιουλίου του έτους 1898, προκειμένου να συνέλθει στο Ακρωτήρι Χανίων η Πρώτη Κρητική Εθνοσυνέλευση προς επίλυση του εκκρεμούντος Κρητικού ζητήματος, έγιναν εκλογές και εξελέγησαν για τον σκοπό αυτό πληρεξούσιοι από κάθε επαρχία. Τότε κοινοποιήθηκε και σε εμένα έγγραφο από την Επαναστατική Επιτροπή Πεδιάδος που μου ανακοίνωνε ότι εκλέχτηκα πληρεξούσιος της Πεδιάδος μαζί με άλλους συμπολίτες μου και ότι όφειλα να μεταβώ μια ορισμένη μέρα στον Λιμένα Χερσονήσου, όπου θα κατέπλεε αγγλικό πολεμικό προς παραλαβή των πληρεξουσίων Πεδιάδος και Αρχανών.
Πράγματι, κατά την καθορισθείσα ημέρα, κατέπλευσε το αγγλικό αντιτορπιλικό HAZARD και αφού έρριψε έναν κανονιοβολισμό προς ειδοποίηση, προσέγγισε στην ακτή μια ατμάκατος μετ’ αξιωματικών και μας παρέλαβε.
Κατόπιν ελέγχου των διορισμών μας, επιβιβασθήκαμε επί του πλοίου, το οποίο απέπλευσε αμέσως και κατά τον κατάπλου του εις το Ηράκλειο, είδαμε ότι ήσαν αγκυροβολημένες και μερικές άλλες μονάδες του Αγγλικού στόλου. Εκεί παραμείναμε για μία περίπου ώρα. Κατόπιν το πολεμικό απέπλευσε και προσέγγισε στο Παλαίκαστρο, όπου ήσαν συγκεντρωμένοι οι πληρεξούσιοι Μεσσαράς και Μαλεβιζίου, και αφού έρριψε και εκεί έναν κανονιοβολισμό, παρέλαβε και τους λοιπούς πληρεξουσίους, και έτσι συγκεντρωθήκαμε επί του αυτού πλοίου πάντες οι πληρεξούσιοι του νομού Ηρακλείου, ανερχόμενοι εις 35 περίπου.
Εκ τούτων ενθυμούμαι τους: Μαυραντωνάκη, Στέφανο Ξανθουδίδη, Εμμαν. Λεβέντη, Καλυβιανάκη, Μιχ. Μακράκη, Χ" Κωνσταντή", Ιωαννίδη, Ζουδιάνον, Καλημεράκη, Αναγνωστάκη, Αγγελιδάκη και Αϊνικολιώτην.
Όταν το αντιτορπιλικό παρέκαμψε το ακρωτήριο Ρογδιά και ανοίχθηκε στο πέλαγος, θέλησαν οι Άγγλοι να μας περιποιηθούν και προς τούτο παρέθεσαν επί του καταστρώματος τρία δοχεία εκ λευκοσιδήρου (γκαζοτενεκέδες) πλήρη παστών κρεάτων και ένα κάνιστρο γεμάτο παξιμάδια. Χωρίς να δώσουν τα χρειαζούμενα μαχαίρια και πιρούνια, όποιος είχε όρεξη μπορούσε, με τα χέρια του να αποσπά ένα κομμάτι παστού κρέατος και λαμβάνοντας και ολίγα παξιμάδια από το κάνιστρο να τα τρώγει προκειμένου να καταπραΰνει την πείνα του, αν τυχόν φυσικά πεινούσε. Ευνόητο είναι ότι ελάχιστοι γεύτηκαν τα φαγητά αυτά που πρόσφεραν οι Άγγλοι, και κυρίως έφαγαν όσοι δεν υπέφεραν από ναυτία.
Πριν ακόμη προσορμιστεί το αντιτορπιλικό στον λιμένα της Σούδας, μας κάλεσε ο κυβερνήτης του και μας προσέφερε τσάι. Κατά τον κατάπλου μας παρήγγειλε: «Τώρα που θα αποβιβασθείτε στη στεριά, να μην απομακρυνθείτε διότι θα έλθει ο πρόξενος της Αγγλίας, Σερ Μπηλιώτης, να σας ομιλήσει».
Πράγματι, μετά από λίγη ώρα βλέπουμε μία ατμάκατο να πλησιάζει στην ακτή και βλέπουμε μέσα σε αυτήν έναν αδύνατο γέροντα κατάλευκο με υπογένειο. Επρόκειτο για τον πρόξενο Μπηλιώτη, που ήταν φραγκολεβαντίνος.
Κατά την αποβίβασή του, χαιρέτησε μερικούς από τους
πληρεξουσίους, τους οποίους γνώριζε, και κατόπιν μας ρώτησε όλους ως εξής:
«Πώς περνάτε στο Ηράκλειο με τους Άγγλους; Είστε ευχαριστημένοι;»
Η απάντηση του δόθηκε αμέσως και καταφατικά, αλλά προσθέσαμε ότι τρέφουμε τα ίδια
αισθήματα και προς τους εκπροσώπους των άλλων ευρισκόμενων στην Κρήτη Δυνάμεων
και ζητούμε την ένωση και μόνον την
ένωση μετά της Ελλάδος.
Επανέλαβε την απάντησή μας και αμέσως μετά μας είπε ότι το ζήτημά σας είναι πολύπλοκο και ακανθώδες, διότι εδώ εμπλέκονται δέκα στοιχεία, και μας απαρίθμησε ποια ήταν αυτά:
1. Οι έξι μεγάλες δυνάμεις,
2. Η Ελλάδα και η Τουρκία,
3. Τα δύο θρησκευτικά στοιχεία της Κρήτης, χριστιανοί και μωαμεθανοί.
Τελειώνοντας, μας συμβούλευσε να ζητήσουμε την προστασία της Αγγλίας και θα ασφαλώς θα δούμε ημέρες ευημερίας και τάξεως.
Τότε όλοι εμείς οι πληρεξούσιοι, δια βοής απορρίψαμε τις δελεαστικές του προτάσεις.
Καθώς αναχωρούσε, πρόσθεσε: Τώρα που θα πάτε στο Ακρωτήρι, θα συναντήσετε τον προσωρινό πρόεδρο της Εθνοσυνέλευσης Σφακιανάκη, και αυτός θα σας πει σε πόσο κρίσιμο σημείο βρίσκεται το Κρητικό ζήτημα.
Από την Σούδα ανεβήκαμε πεζοί στο Ακρωτήρι, και από εκεί χωριστήκαμε σε ομάδες. Εμείς οι Πεδιαδίτες καταλύσαμε σε κάποιο σπίτι στο χωριό Πιθάρι, όπου και διανυκτερεύσαμε ενώ οι υπόλοιποι σκορπίσανε από εδώ και από εκεί, όπου μπορούσαν να τους βολέψουν.
Την επομένη μεταβήκαμε στην έπαυλη Στρατηγάκη, όπου είχε την έδρα της η Προσωρινή Επαναστατική Επιτροπή. Εκεί στον υπαίθριο χώρο συναντήσαμε και τους λοιπούς πληρεξουσίους των νομών Λασιθίου και Ρεθύμνης, που είχαν αφιχθεί αυθημερόν στη Σούδα με πολεμικά πλοία της Γαλλίας και της Ρωσίας.
Κατά την συνάντησή μας, όπως ήταν επόμενο, ρωτήσαμε πώς πέρασαν με τους Γάλλους και τους Ρώσους. Οι πληρεξούσιοι του Λασιθίου ανέφεραν ότι δεν θα λησμονήσουν ποτέ την ευγενική συμπεριφορά και τους καλούς τρόπους που τους έδειξαν οι Γάλλοι, ούτε θα λησμονήσουν ποτέ τα εξαιρετικά φαγητά και ποτά που τους πρόσφεραν. Ομοίως και οι πληρεξούσιοι από το Ρέθυμνο ανέφεραν τα ίδια για τους Ρώσους, οι οποίοι, εκτός των άλλων εδεσμάτων όπως είπαν, τους πρόσφεραν μαύρο χαβιάρι και βότκα.
Εμείς οι πληρεξούσιοι του Ηρακλείου, που ακούγαμε τα όσα έλεγαν Λασηθιώτες και Ρεθυμνιώτες, δεν μπορέσαμε να κρατήσουμε την οργή μας, και μερικοί από εμάς τόσο πολύ χολώθηκαν από την συμπεριφορά των Άγγλων απέναντί μας, ώστε ακούσθηκαν λέγοντες: «Ω τους ελεεινούς τους Άγγλους, που μας μεταχειρίσθηκαν σαν γουρούνια». Η φράση όμως αυτή έγινε αφορμή ώστε αργότερα να προκληθεί παρεξήγηση με τους Άγγλους και εμείς οι πληρεξούσιοι του Ηρακλείου να υποστούμε και κάποιες συνέπειες.
Αφού λοιπόν τελειώσαμε με τις υπαίθριες ανταλλαγές απόψεων κληθήκαμε όλοι οι πληρεξούσιοι με κήρυκα να εισέλθουμε στην μεγάλη αίθουσα, όπου επρόκειτο να συνεδριάσει το πρώτον η Εθνοσυνέλευση, και να καθίσουμε στις θέσεις που μας ορίστηκαν. Να σημειωθεί ότι κατά την είσοδό μας μέλη της Φρουράς που είχε οριστεί για την ασφάλεια της συνεδρίασης μας έκανε έρευνα μήπως και κάποιος από εμάς οπλοφορούσε.
Οι πληρεξούσιοι κάθισαν στην θέση τους και επικράτησε απόλυτη ησυχία. , Τότε ανέβηκε στο Βήμα ο προσωρινός Πρόεδρος της Εθνοσυνέλευσης, Ιωάννης Σφακιανάκης, και μας παρουσίασε λεπτομερώς τα μέχρι εκείνη την στιγμή πεπραγμένα, τονίζοντας ότι επί του παρόντος τουλάχιστον είναι αδύνατον να επιτευχθεί οριστική λύση του Κρητικού ζητήματος, και μάλιστα μετά την ήττα της Ελλάδος κατά τον πρόσφατο Ελληνοτουρκικό πόλεμο του έτους 1897. Προσέθεσε όμως ότι θα επιδιώξουμε να επιτύχουμε την αυτονόμηση της νήσου με την σύμφωνη γνώμη των Μεγάλων Δυνάμεων, «αρκεί ο Κρητικός λαός να δείξει την προς τούτο απαιτουμένη συναίνεση που επιβάλλουν οι κρίσιμες σημερινές περιστάσεις».
Καταλήγοντας κατέθεσε την εντολή και κάλεσε την Εθνοσυνέλευση να εκλέξει τον οριστικό της πρόεδρο, οπότε δια βοής και χειροκροτημάτων εκλέξαμε τον Ιωάννη Σφακιανάκη, που ευχαρίστησε την Εθνοσυνέλευση και καθόρισε και τις μέρες κατά τις οποίες θα συνεδριάσει το σώμα.
Μετά τούτο λύθηκε η συνεδρίαση.
Η Εθνοσυνέλευση, κατόπιν της εκλογής του οριστικού της προέδρου, εργάσθηκε για μερικές μέρες με ζητήματα που αφορούσαν την επαρχία και τις περιοχές εκτός των μεγάλων πόλεων (ύπαιθρος χώρα), και τέλος ορίστηκε ημέρα εκλογής των μελών του Εκτελεστικού, που θα αντιπροσώπευαν την Προσωρινή Κυβέρνηση της νήσου υπό τον Πρόεδρον του Εκτελεστικού Ιωάννη Σφακιανάκη.
Η Κρήτη, ως γνωστόν, είχε τότε διαιρεθεί εις 5 νομούς, και κατά συνέπεια και τα μέλη του εκτελεστικού έπρεπε να είναι 5. Έτσι εξελέγησαν δια μυστικής ψηφοφορίας, οι εξείς:
1. Εκ του Νομού Χανίων ο Ελευθέριος Βενιζέλος,
2. Νομού Σφακίων ο Μυλωνογιαννάκης,
3. Νομού Ρεθύμνης ο Εμμανουήλ Ζαχαράκης,
4. Νομού Ηρακλείου ο Αντώνιος Χατζηδάκης, και
5. Του Νομού Λασιθίου εκλήθη ο Νικόλαος Γιαμαλάκης, λαβών ψήφους άνω των 135.
Εις την εκλογή αυτή έθεσε υποψηφιότητα και ο Μανούσος Κούνδουρος, που έλαβε ψήφους είτε 27 είτε 28, αν ενθυμούμαι καλώς. Μετά την εκλογή του εκτελεστικού έληξε η αποστολή της Εθνοσυνέλευσης και ακολούθησε η λήξη των εργασιών και η διάλυσή της.
Πλέον υπήρχε το Εκτελεστικό που σκοπός του ήταν κυρίως να οργανώσει διοικητικά την Ύπαιθρο Χώρα, διότι οι πόλεις στις οποίες ήταν συγκεντρωμένοι και οι Τούρκοι βρισκόντουσαν υπό την κατοχή των Μεγάλων Δυνάμεων.
Αμέσως μετά την λήξη των εργασιών της Εθνοσυνελεύσεως αναχώρησαν οι πληρεξούσιοι Ρεθύμνης και Λασιθίου δια των αυτών πολεμικών πλοίων της Ρωσίας και Γαλίας και έφθασαν γρήγορα στα μέρη τους, και μόνον εμείς οι πληρεξούσιοι του Ηρακλείου καθυστερούσαμε, περιμένοντας μάταια από ημέρα σε ημέρα την χορήγηση μέσου προς αναχώρηση.
Τελικά εξαντλήθηκε η υπομονή μας και μετά από σύσκεψη όλων των Πληρεξουσίων αποφασίστηκε να μεταβεί μία επιτροπή στην Χαλέπα, στο Αγγλικό Προξενείο, και πληροφορηθεί τον λόγο για τον οποίο παρατηρείται αυτή η καθυστέρηση. Μεταξύ της μελών της Επιτροπής ήμουν και εγώ.
Όταν παρουσιαστήκαμε στον πρόξενο Μπιλιώτην και τον ρωτήσαμε
πώς συμβαίνει να αναχωρήσουν οι λοιποί συνάδελφοί μας και εμείς να καθυστερούμε,
μας απάντησε με οργή ως εξής:
«Αν σας αρέσουν τα Αγγλικά βαπόρια, αλλά τα φαγητά τους δεν σας αρέσουν, αφού
είπατε ότι σας μεταχειρίστηκαν οι Άγγλοι σαν γουρούνια η Αγγλία δεν έχει να δώσει βαπόρι και να πάτε
στα σπίτια σας όπως μπορείτε.»
Εμείς διαμαρτυρηθήκαμε και αρνηθήκαμε τα λεγόμενα εις βάρος μας, αλλά αυτός επέμενε λέγοντας: «Τα είπατε, τα είπατε.»
Φύγαμε λοιπον άπρακτοι και επανήλθαμε στο Ακρωτήρι,
όπου παρουσιαστήκαμε στον Πρόεδρο Σφακιανάκη και αναφέραμε όσα συνέβησαν μεταξύ
των μελών της Επιτροπής και του προξένου· και εκείνος μας απήντησε:
«Μα τι διάολο θέλατε και εσείς να πείτε τέτοιο λόγο;»
Εμείς το αρνηθήκαμε αλλά εκείνος
επανέλαβε λέγοντας: «Ξέρω ότι το είπατε.»
Τέλος, μας υποσχέθηκε ότι θα διαβιβάσει έγγραφο στο Αγγλικό Προξενείο με την παράκληση όπως χορηγηθεί και σε εμάς μεταφορικό μέσον. Μετ’ ολίγας ημέρας ελήφθη η απάντηση έχουσα ως εξής:
«Την προσεχή Δευτέραν και περί ώραν 6ην πρωινήν θέλει αναχωρήσει εκ Σούδας το θωρηκτόν CAMPERDOWN, και παρακαλούνται οι κ.κ. πληρεξούσιοι όπως είναι έτοιμοι και επιβιβασθούν φέροντες μεθ’ εαυτών τας τροφάς των.»
Από την Σούδα αναχωρήσαμε τελικά την 20ή Ιουλίου, ημέρα του Προφήτη Ηλία, και το πλοίο πρώτα προσέγγισε στο Παλαίκαστρο, όπου αποβίβασε τους πληρεξουσίους Μεσσαράς και Μαλεβυζίου, και κατόπιν απέπλευσε και στάθμευσε στο Ηράκλειο, Εκεί ο κυβερνήτης του πλοίου κάλεσε τους πληρεξουσίους των Αρχανών να αποβιβασθούν· αλλά αυτοί αρνήθηκαν καθώς ισχυρίσθηκαν ότι κινδυνεύει η ζωή τους από τους Τούρκους.
Τότε οι Άγγλοι, βλέποντες την επιμονή τους, δήλωσαν ότι αναλαμβάνουν αυτοί τους πληρεξουσίους αυτούς υπό την προστασία των και ότι δέχονται να τους συνοδεύσουν μέχρις Αρχανών, αλλά και πάλιν αρνήθηκαν.
Αναγκαστικά πλέον ετοιμάστηκε μια μεγάλη ατμάκατος, στην οποία επιβιβάστηκαν τόσο οι Αρχανιώτες όσο και οι Πεδιαδίτες και, και μετά από λίγη ώρα μας αποβίβασαν στον Λιμένα Χερσονήσου.
Κατά την διαμονή μας στο Ακρωτήρι, θελήσαμε κάποια μέρα να επισκεφθούμε την πόλη των Χανίων, όμως κατά την διέλευσή μας από την λεωφόρο Χαλέπας - Χανίων Πόλεως, η οποία φυλασσότανε από Ιταλούς καραμπινιέρους, στέκονταν παρέκει Βεγγάζιοι κατ’ ομάδας, και μόλις μας αντιληφτήκανε, μας περιέλουσαν με ύβρεις, γιουχαΐσματα και μας έφτυναν. Ήταν τόσο το μίσος τους εναντίον μας. Να σημειώσουμε ότι τους εποίκους αυτούς τους είχε μεταφέρει εκ Βεγγάζης ο ισχυρός και πλησίον των Τούρκων ευρισκόμενος Παππατσαλής.
Τέλος, δεν παραλείπω να αναφέρω ότι κατά την άφιξη μας στο Ακρωτήρι, ο Μαυραντωνάκης, που «εκράτει το βαλάντιον», κατέβαλε σε κάθε ένα των πληρεξουσίων της Πεδιάδος αμοιβή 90 γρόσια, από το ποσό που του είχε χορηγήσει η Επαναστατική Επιτροπή Πεδιάδος, όπως μας δήλωσε.
Επειδή ίσως είμαι ο μόνος επιζών της τότε καταστάσεως, διά τούτο έκρινα καλόν να φέρω εις την δημοσιότητα τα ανωτέρω διά τας μεταγενεστέρας γενεάς.
Έγραψα εν Ἡρακλείω τῇ 1 Αυγούστου 1954.
ΚΩΝ/ΝΟΣ Μ. ΤΣΑΓΚΑΡΑΚΗΣ
Τέως Δικαστὴς / Πληρεξούσιος Πεδιάδας
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΑΝΤ. ΓΡΑΙΚΙΩΤΗ
Η Πρώτη Κρητική Εθνοσυνέλευση του 1898 δεν ήταν απλώς ένα πολιτικό γεγονός. Ήταν η απαρχή της νέας εποχής της Κρήτης — μιας εποχής αγώνων, πολιτικών συγκρούσεων αλλά και δημιουργίας, που θα οδηγούσε τελικά στην πολυπόθητη Ένωση με την Ελλάδα. Όσα διαδραματίστηκαν τότε εξακολουθούν να εμπνέουν μέχρι σήμερα, υπενθυμίζοντάς μας τη σημασία της ενότητας, της ευθύνης και του οράματος.
Το παρόν κείμενο όπως παρουσιάζεται εδώ είναι μια κατά το δυνατό ακριβέστατη απόδοση στα νεοελληνικά του πρωτοτύπου της αφηγήσεως του παππού μου ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ Μ. ΤΣΑΓΚΑΡΑΚΗ που δημοσιεύτηκε σε δύο συνέχειες στην εφημερίδα «Η ΔΡΑΣΙΣ» με τίτλο «Διήγημα κινδυνεύον να περιπέσει εις λήθην παρερχομένου του χρόνου».
ΠΗΓΈΣ:
ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ ΚΩΝ. Μ. ΤΣΑΓΚΑΡΑΚΗ
ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ Η ΔΡΑΣΙΣ ΗΡΑΛΕΙΟΥ ΚΡΗΤΗΣ φ.5349 / 31.8.1954
ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ Η ΔΡΑΣΙΣ ΗΡΑΛΕΙΟΥ ΚΡΗΤΗΣ φ.5350 / 1.9.1954
https://www.ekriti.gr/afieromata/25-aygoystoy-1898-i-megali-sfagi-toy-irakleioy-1
https://el.wikipedia.org/wiki/Κρητική_Επανάσταση_(1895-1898)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου