Translate -TRANSLATE -

Δευτέρα 17 Αυγούστου 2015

71 χρόνια από το Μπλόκο της Κοκκινιάς – 17 Αυγούστου 1944



71 χρόνια από το Μπλόκο της Κοκκινιάς  

17 Αυγούστου 1944


Ήταν κοντά 3 τα ξημερώματα της Πέμπτης 17 Αυγούστου 1944, όταν οι Γερμανοί με τους Έλληνες συνεργάτες τους – κουκουλοφόρους, ξεκίνησαν μια επιχείρηση που οδήγησε σε λουτρό αίματος με ομαδικές εκτελέσεις, εμπρησμούς και λεηλασίες σπιτιών.

Παρουσιάζουμε συνέντευξη με μέλη της Πανελλήνιας Ένωσης Αγωνιστών Εθνικής Αντίστασης (ΠΕΑΕΑ) παραρτήματος Νίκαιας, που είχαν ζήσει τα συγκεκριμένα γεγονότα.
Οι αντιστασιακοί είναι οι: Δημήτρης Μαυράκης, Μαρίτσα Παπαδημητρίου – Κοκκινάρη, Δέσποινα Κρομμυδάκη.

 Οι συνεντεύξεις τους προέρχονται από το εξαντλημένο πια βιβλίο «Εργατικές Ιστορίες – συνεντεύξεις με πρωταγωνιστές του εργατικού κινήματος στην Ελλάδα από το 1920 έως το 1967». Εκδόσεις BUX 1998, ISBN 960-7939-00-X, συγγραφέας Νάσος Μπράτσος.

Δ.Κ.: «Τότε η Κοκκινιά απαρτίζονταν, όπως και σήμερα, από προσφυγιά που είχε καυτά ζωτικά προβλήματα. Ο λαός που είχε έρθει από τη Μικρά Ασία, από τον Πόντο και από άλλες περιοχές, ήταν ρακένδυτος, χωρίς στέγη, χωρίς το νοικοκυριό του. Τα είχαν αφήσει εκεί πέρα, που τους είχαν κυνηγήσει οι Τούρκοι και τους ξεκληρίσανε. Φοβούμενοι μήπως χάσουν και τη ζωή τους, προτιμήσανε να εγκαταλείψουν τα υπάρχοντά τους και να έρθουν στην Ελλάδα και να ξαναρχίσουν πάλι από την αρχή. Ο κόσμος αυτός είχε συσπειρωθεί γύρω από τα εργατικά σωματεία και αγωνιζότανε για να μπορέσει να επιβιώσει εδώ. Τα προβλήματά τους ήταν η εργασία, η στέγη, φως, νερό κλπ και συσπειρώθηκαν γύρω από το εργατικό ΕΑΜ.

Τότε όλοι οι ξένοι (Γερμανοί, Ιταλοί, Άγγλοι) είχανε τα βλέμματά τους στραμμένα στην Ελλάδα και όταν συστάθηκαν ΕΑΜ-ΕΛΑΣ-ΕΠΟΝ με αιμοδότη το ΚΚΕ, στα διάφορα καλέσματα που έκανε το εργατικό ΕΑΜ, ο λαός της Κοκκινιάς και ιδιαίτερα η προσφυγιά, ήταν πρώτη και ενωμένη.
Οι φασίστες ονομάζανε την Κοκκινιά “Μικρή Μόσχα” και είχαν βάλει στόχο να μας ξεκληρίσουνε. Καλούσαν να παρουσιαστούμε με ψηλά τα χέρια στην πλατεία του Αγίου Νικολάου και από εκεί άλλους θα τους κρατούσανε, άλλους θα τους πηγαίνανε στη Γερμανία, άλλους στο στρατόπεδο του Χαϊδαρίου για εκτέλεση, κλπ».



Δ.Μ: «Οι Γερμανοί μαζί με τους ταγματασφαλίτες, άρχισαν από το Μάρτη μέχρι τον Αύγουστο που έγινε το μπλόκο, να μπαίνουν κρυφά με πολιτικά στην περιοχή. Γίνονταν όμως αντιληπτοί, τους κυνηγούσανε και έφευγαν.

Υπήρχαν πληροφορίες πριν το μπλόκο για κάποιες κινήσεις των Γερμανών και πάντα ο ΕΛΑΣ έπαιρνε τα μέτρα του. Και περιφρούρηση το βράδυ έβγαινε και φρουραρχείο είχε. Συλλαμβάναμε διάφορους γερμανοτσολιάδες με πολιτικά, τους παίρναμε τα ρούχα και φεύγανε γυμνοί.

Οι μάχες στην περιοχή της Νίκαιας, άρχισαν στις 7 του Μάρτη. Δόθηκε σκληρή μάχη από τον ΕΛΑΣ και έτσι δεν κατάφεραν να μπουν στην Κοκκινιά. Ξαναδοκίμασαν πάλι, αλλά δεν κατάφεραν τίποτα. Τότε ετοίμασαν άλλο σχέδιο και στις 15 Αυγούστου, δεν επιχείρησαν να μπουν κατευθείαν στην Κοκκινιά, αλλά να μπαίνουν σιγά – σιγά, από την Αγιά Σοφιά, τα Μανιάτικα, να κυκλώνουν δηλαδή την Κοκκινιά.

Γίνονταν μάχες με τον ΕΛΑΣ αλλά 17 Αυγούστου μπήκαν μέσα και κύκλωσαν την Κοκκινιά από βραδύς. Με τις ντουντούκες που είχαν καλούσαν όλους τους άνδρες, από 15 χρονών έως 60, να παρουσιαστούν όλοι στην πλατεία της Οσίας Ξένης.  Tα συνθήματα τα φωνάζανε οι προδότες που ήξεραν ελληνικά».

Δ.Κ.: «Οι προδότες της εποχής εκείνης που ματοκύλισαν την Κοκκινιά, δείχνοντας στους Γερμανούς τους προοδευτικούς ανθρώπους, ήταν οι παρακάτω: ο Μπατράνης, ο Βακαλόπουλος, ο Σγούρος, ο Πλυντζανόπουλος, κλπ. Οι χαφιέδες αυτοί είχαν παράδοση συνεργασίας και με τη δικτατορία του Μεταξά».


Δ.Μ.: «Όταν γέμισε η πλατεία της Οσίας Ξένης, από τους συγκεντρωμένους, τους γονάτισαν όλους. Βάλανε τότε τις κουκούλες οι χαφιέδες και περνάγανε δίπλα από τον κόσμο και έδειχναν. Όποιον έδειχναν τον έπαιρναν για εκτέλεση στη μάντρα. Όπου υπήρχε παράνομος που κρυβόταν, οι Γερμανοί έβαζαν φωτιά στη συνοικία. Το μεγαλύτερο ολοκαύτωμα έγινε στην περιοχή Αρμένικα. Τα σπίτια τα λαμπάδιασαν και εκτέλεσαν πολλούς στη μάντρα που σήμερα είναι το γήπεδο.

Τη μέρα του μπλόκου έγινε μάχη με την Κουμπάτη τη Διαμάντω. Σκοτωθήκανε πολλοί κι έμεινε μόνη της. Την φέρανε σέρνοντας από τα μαλλιά στη μάντρα για την εκτέλεση.

Όσοι δεν εκτελέστηκαν τους πήγαν στο Χαϊδάρι κι από εκεί στη Γερμανία. Οι Γερμανοί εκτέλεσαν κι ένα προδότη, τον Μπαστράνη, μέχρι κι αυτοί τον σιχάθηκαν. Έψαξαν τα σπίτια κι όποιον έβρισκαν κρυμμένο, τον εκτελούσαν επιτόπου στο δρόμο. Γι αυτούς τους εκτελεσμένους, κάνουμε κάθε χρόνο στις 17 Αυγούστου μια ειδική εκδήλωση, που τη λέμε «τα Στεφανώματα». Δηλαδή στον τόπο των εκτελέσεων, καταθέτουμε στεφάνι και λέμε και δύο λόγια. Υπήρχε και κόσμος που κατάφερε να φύγει από την περιοχή και βγήκε στην παρανομία».

Δ.Κ.: «Οι εκτελεσμένοι ήταν γύρω στα 200 άτομα, αλλά δεν είναι οι μόνοι νεκροί της περιοχής, αφού τόσο στον αγώνα εναντίον των Ιταλών, όσο και ενάντια στους Γερμανούς, αλλά και αργότερα στους Άγγλους, είχαμε νεκρούς. Την ημέρα του μπλόκου, που θα μείνει στη μνήμη όλων μας, είναι το αιματοκύλισμα, αλλά πιο πολύ εντύπωση μου έκανε το σπάσιμο της επάνω μάντρας των Αρμένικων. Είχανε στοιβάσει όλα τα άτομα το ένα πάνω στο άλλο και βγήκε το χωνί και είπε να έρθουν οι οικογένειες να πάρουν τους νεκρούς τους για να τους θάψουνε.

Όμως δεν υπήρχανε τότε τα κατάλληλα μέσα, εμένα προσωπικά μου έκανε εντύπωση του Μπογδάνου η περίπτωση, που ήρθε στη μάντρα στα Αρμένικα και πήρε το παιδί του σαν σφαγμένο πρόβατο, το έβαλε στον ώμο του και το κατέβασε σπίτι του, βάφοντας όλο τον δρόμο με αίμα.

Επειδή έζησα όλα αυτά τα γεγονότα, θα φωνάζω με όλη μου τη δύναμη που έχει απομείνει, ποτέ πια πόλεμος, ποτέ πια φασισμός, εδραίωση της ειρήνης σε όλες τις χώρες».


Δ.Μ.: «Παρά τα θύματα που είχε ο Κοκκινιώτικος λαός, συνέχισε τον αγώνα με διαμαρτυρίες, με συγκεντρώσεις και ξαναβρήκε το ηθικό του, μέσα σε ένα τέτοιο κακό.

Ο αντίκτυπος του μπλόκου ήταν να δυναμώσει το αντιστασιακό κίνημα. Τα χτυπήματα σε βάρος των κατακτητών τα συνεχίσαμε και φυσικά ξέραμε ποιοι προδότες τους είχαν βοηθήσει, έτσι ώστε κάναμε αυτό που έπρεπε, τα χτυπήματα πήραν το δρόμο που έπρεπε να πάρουν.

Δ.Κ.: «Να επιμείνουμε στα τότε αιτήματα, που ήταν για ψωμί, για παιδεία, για ελευθερία, για ανεξαρτησία, για ειρήνη. Οράματα που ακόμα και σήμερα μένουν ανεκπλήρωτα και συνεχίζουμε όλοι εμείς τον αγώνα και θα τον συνεχίζουμε μέχρι να πεθάνουμε.

Μετά από τον αγώνα του Κοκκινιώτικου λαού και ειδικά των κομμουνιστών, θα το τονίσω αυτό, γι αυτά όλα τα ιδανικά που έκαναν τον αγώνα, τους στείλανε φυλακή και εξορίες. Αυτή ήταν η αμοιβή των αντιστασιακών και σήμερα παραμένει το πρόβλημα καυτό και ανεκπλήρωτο».

*στοιχεία της ομάδας γυναικείων σπουδών του Α.Π.Θ.
Από τα τρία εκατομμύρια οργανωμένων μελών της εθνικής αντίστασης, οι 1.740.000 ήταν γυναίκες, ενώ γυναίκες και κορίτσια ήταν τα περισσότερα μέλη της ΕΠΟΝ και του παιδικού της τμήματος. Οι γυναίκες της αντίστασης ίδρυσαν 679 λαϊκά ιατρεία, 169 λαϊκά νοσοκομεία και 1.253 λαϊκά φαρμακεία σε όλη τη χώρα. 

 Απόσπασμα από δημοσίευμα στο ιστολόγιο της ΕΡΤ

 http://www.ert.gr/71-chronia-apo-to-bloko-tis-kokkinias-17-avgoustou-1944/

17 Αυγούστου 1944: Το μπλόκο της Κοκκινιάς (αφιέρωμα - βίντεο)




Το Μπλόκο της Κοκκινιάς έχει μείνει στην ιστορία ως τραγωδία για την Νίκαια, κατά την οποία διεξήχθησαν ομαδικές εκτελέσεις στην περιοχή από τα κατοχικά στρατεύματα των Γερμανών - δείτε το ντοκιμαντέρ της ΕΡΤ

Το ντοκιμαντέρ παρουσιάζει το χρονικό των γεγονότων τις 17ης Αυγούστου στην Κοκκινιά, όταν δυνάμεις του γερμανικού στρατού μαζί με τμήματα των Ταγμάτων Ασφαλείας απέκλεισαν την ευρύτερη περιοχή στήνοντας το λεγόμενο μπλόκο. Η αφήγηση περιλαμβάνει μαρτυρίες των ανθρώπων που έζησαν τα γεγονότα, επέζησαν της επίθεσης που πραγματοποιήθηκε, έχασαν συγγενείς και στάλθηκαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης της ναζιστικής Γερμανίας. Περιγράφεται η σημασία της Κοκκινιάς ως περιοχή με έντονη αντιστασιακή δραστηριότητα, με μαζικές εργατικές και άλλες κινητοποιήσεις, ένοπλη δράση και διαδηλώσεις κατά τη διάρκεια της Κατοχής, με αποκορύφωμα τους μήνες που μεσολάβησαν από το τέλος του 1943 και μέχρι τον Αύγουστο του 1944.

Αντιστοίχως παρουσιάζονται τα γεγονότα της 17ης Αυγούστου όπως βιώθηκαν από τους κατοίκους της Κοκκινιάς, η έλευση των κατοχικών δυνάμεων, η συνεργασία των Ταγμάτων Ασφαλείας, η συγκέντρωση των ανδρών στην πλατεία της Οσίας Ξένης, το έργο των κουκουλοφόρων καταδοτών, οι εκτελέσεις των αγωνιστών στην παρακείμενη μάντρα του υφαντουργείου Παγιασλή, οι οδομαχίες στην ευρύτερη περιοχή και οι απεγνωσμένες προσπάθειες των γυναικών της Κοκκινιάς να βοηθήσουν τους αιχμαλώτους. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η αφήγηση του ΣΩΤΗΡΗ ΚΥΒΕΛΟΥ, αξιωματικού του ΕΛΑΣ, ο οποίος περιγράφει το πλαίσιο των συγκρούσεων με τις κατοχικές δυνάμεις στην ευρύτερη περιοχή, αλλά και εκείνη του αστυνομικού και αγωνιστή του ΕΛΑΣ, ΛΕΥΤΕΡΗ ΠΑΠΑΝΑΓΝΟΥ, ο οποίος είχε επιφορτισθεί με το έργο της μεταφοράς των σωρών των 78 εκτελεσθέντων και την ταφή τους. Η ταινία καταγράφει τις αναμνήσεις των επιζώντων του μπλόκου και των αντιστασιακών που μεταφέρθηκαν στη συνέχεια στο Χαϊδάρι και στο Ρουφ και ακολούθως στα στρατόπεδα συγκέντρωσης στη Γερμανία, αλλά και γυναικών-συγγενών των θυμάτων που περιγράφουν το θρήνο και την απόγνωση για τους ανθρώπους που εκτελέστηκαν, βασανίστηκαν και φυλακίστηκαν.


Το ιστορικό


Κοντά στις 2:30 το πρωί ξεκινά το δράμα της ομαδικής σφαγής που θα ακολουθήσει όταν ανέβει ο ήλιος ψηλά. Δεκάδες γερμανικά καμιόνια περικυκλώνουν τις γύρω περιοχές που περικλείουν την Κοκκινιά, από Κορυδαλλό, Αιγάλεω, Δαφνί και Ρέντη μέχρι Κερατσίνι, Φάληρο και Πειραιά, ο κλοιός σφίγγει. Μαζί με τους Ναζί κατακτητές καταφθάνει στην προσφυγούπολη του Πειραιά, τη «Μικρή Μόσχα», όπως είχαν βαπτίσει την Κοκκινιά, και το μηχανοκίνητο τμήμα του δοσίλογου Ν. Μπουραντά. Περί τους 3.000 βαριά οπλισμένους με πολυβόλα, όλμους, μυδράλια, ταχυβόλα, αυτόματα, Γερμανούς και Έλληνες ταγματασφαλίτες κυκλώνουν την πόλη που εκείνη την ώρα κοιμάται.

Μετά τις 6:00 π.μ. ακούγονται τα «χωνιά» στους δρόμους της Κοκκινιάς. Όχι τα χωνιά της ΕΠΟΝ και του ΕΛΑΣ που καλούσαν κάθε τόσο τον Κοκκινιώτικο λαό σε αντίσταση και του έδιναν κουράγιο, μα τα χωνιά των ταγματασφαλιτών: «Προσοχή-προσοχή! Σας μιλάνε τα τάγματα ασφαλείας. Όλοι οι άνδρες από 14-60 ετών να πάνε στην πλατεία της Οσίας Ξένης για έλεγχο ταυτοτήτων. Όσοι πιαστούν στα σπίτια τους θα τουφεκίζονται επί τόπου». Πανικός σε κάθε σπίτι και σε κάθε δρόμο της πόλης. Μερικοί κρύβονται όπως-όπως σε στέγες, καταπακτές, πηγάδια, όπου βρουν. Με υποκόπανους γκρεμίζονται οι πόρτες των φτωχών παραγκόσπιτων και με βρισιές και κλωτσιές σέρνονται κυριολεκτικά προς τον τόπο του Μαρτυρίου, εκατοντάδες συμπολίτες μας αγωνιστές. Αρκετοί ήταν εκείνοι που δεν υπάκουσαν στην εντολή και εκτελέστηκαν επί τόπου στα σπίτια τους.

Οι γυναίκες με τα παιδιά κλαίνε και οδύρονται ακολουθώντας με αγωνία τους δικούς τους ανθρώπους. Οι Γερμανοί αρχίζουν να καίνε τα σπίτια. Οι ταγματασφαλίτες μπαίνουν στα σπίτια και αρπάζουν ότι βρουν, καταστρέφουν, καίνε, βρίζουν και χτυπούν τα γυναικόπαιδα. Η μικρή αντίσταση που πρόλαβαν να δεχτούν από ομάδες ΕΛΑΣιτών πνίγεται στο αίμα. Οι πρώτοι νεκροί πέφτουν σε διάφορους δρόμους.

Γύρω στις 8.00 π.μ. η πλατεία της Οσίας Ξένης, αλλά και οι γύρω δρόμοι, έχουν γεμίσει από κόσμο. Περίπου 25.000 άτομα. Χωρίζονται κατά ομάδες σε πεντάδες με κενά μεταξύ τους για να μπορούν οι δήμιοι και να υποδεικνύουν όποιον θέλουν. Η εντολή είναι να κάθονται γονατιστοί με ψηλά το κεφάλι. Η ζέστη αφόρητη και αρκετοί είναι αυτοί που λιποθυμούν και ζητούν εναγωνίως λίγες σταγόνες νερό. Όσες γυναίκες προσπαθούν να πλησιάσουν τους κρατούμενους προσφέροντάς τους από τις πήλινες στάμνες λίγο νερό, κακοποιούνται μπροστά σε όλους. Οι γερμανοτσολιάδες πιάνουν δουλειά.

Στην πλατεία εμφανίζονται ελάχιστοι Κοκκινιώτες που φορούν μαύρες κουκούλες και έχουν καλυμμένα τα πρόσωπά τους. Ο ρόλος τους είναι συγκεκριμένος, ως γνήσιοι προδότες υποδεικνύουν ποιους να εκτελέσουν. Ο γνωστός χαφιές της Κοκκινιάς, Μπατράνης, διακρίνει μέσα στο πλήθος το λοχαγό του ΕΛΑΣ Αποστόλη Χατζηβασιλείου και με ειρωνεία τον χαιρετά «τα σέβη μου λοχαγέ» και δίνει το σύνθημα. Αφού με την ξιφολόγχη του βγάζουν το μάτι και του σχίζουν τα μάγουλα, τον περιφέρουν ανάμεσα στο πλήθος ζητώντας του να προδώσει. Η απάντηση του ΕΛΑΣίτη λοχαγού ήταν «Ψηλά το κεφάλι, μη φοβάστε. Δεν πρόκειται να προδώσω κανέναν». Σέρνεται για να κρεμαστεί αναίσθητος. Λίγο πριν το τέλος του ψέλλισε. «ΣΥΝΑΓΩΝΙΣΤΕΣ ΕΚΔΙΚΗΣΗ»!!!.

Οι κουκουλοφόροι σαν τα φίδια σέρνονται μέσα στο πλήθος και διαλέγουν ..και ο δήμιος εκτελεί. Μέχρι να τους πάνε στον τόπο της εκτέλεσης τους βασανίζουν απάνθρωπα για να προδώσουν. Χαρακτηριστικό της ανδρείας, του υψηλού φρονήματος των εκτελεσθέντων είναι ότι λίγο πριν το θάνατο και με αντάλλαγμα την ίδια τους τη ζωή, κανείς δεν πρόδωσε άλλο συναγωνιστή του. Ενώ πολλοί ήταν αυτοί που πριν πέσουν νεκροί έδιναν θάρρος στους υπόλοιπους προτρέποντάς τους να αγωνιστούν ενάντια στο φασισμό.

Ο τόπος εκτέλεσης είναι κοντά στην πλατεία της Οσίας Ξένης στη μάντρα ενός ταπητουργείου , στη συμβολή των οδών Κιλικίας και Θειρών. Η μάντρα του υφαντουργείου Παγιασλή γεμίζει με παλικάρια. Ο Γερμανός δήμιος που βρίσκεται στο πόστο του μέσα στη Μάντρα πίνει συνέχεια ούζο και με το όπλο του συνεχώς εκτελεί. Πίνει , βρίζει, εκτελεί και συνεχώς αναφωνεί «άλλες κόμουνιστ καπούτ», («Όλοι οι κομμουνιστές θα πεθάνουν»).

Την ώρα των ομαδικών εκτελέσεων μια ομάδα ανταρτών με επικεφαλής τους την ξακουστή αντάρτισσα Διαμάντω Κουμπάκη κρύβονται στο βόρειο τμήμα της πόλης σε σπίτια συναγωνιστών τους. Ξαφνικά γερμανικά καμιόνια ζώνουν την περιοχή και αρχίζουν να καίνε τα σπίτια. Από τα 90 σπίτια της περιοχής καίγονται τα 80. Για το λόγο αυτό η συνοικία του 4ου Καραβά ονομάστηκε «Καμένα». Γύρω στις 11:00 π.μ., οι Γερμανοί πληροφορούνται ότι στη Νεάπολη προδόθηκε το κρησφύγετο μιας ομάδας του εφεδρικού ΕΛΑΣ, στην οποία συμμετείχε η Διαμάντω Κουμπάκη. Η χαρά των Γερμανών ήταν μεγάλη διότι κατάφεραν να την συλλάβουν. Καθώς τη χτυπούσαν κατευθυνόμενοι προς τη Μάντρα η Διαμάντω τους έβριζε και τους απαντούσε «σαν και εσάς προδότες εγώ έφαγα 65!». Παρά το άγριο ξυλοδαρμό της με τους υποκόπανους των όπλων, φθάνοντας στη Μάντρα του μαρτυρίου και λίγο πριν την εκτελέσουν βρήκε το κουράγιο να φωνάξει «Μια ζωή τη χρωστάμε, ας μην την πάρουν οι προδότες. Υπάρχουν χιλιάδες λεβέντες. Θα τους εκδικηθούν». Παρόμοια κατάληξη θα έχει και μια άλλη αντάρτισσα, η Αθηνά Μαύρου. Καθώς την έσερναν βίαια στην Οσία Ξένη, για να μαρτυρήσει όσους γνώριζε, φώναξε: «αδέλφια το κεφάλι ψηλά, δε γνωρίζω κανέναν και ας με φάει το βόλι του Γερμανού».

Την ώρα που η Κουμπάκη και η Μαύρου έπεφταν στα χέρια των Γερμανών για να βρουν τραγικό θάνατο στην ίδια περιοχή μια ομάδα ΕΛΑΣιτών με επικεφαλής το Θεόδωρο Μακρή συνεχίζει να δίνει γενναία μάχη. Κάποιοι από αυτούς κατάφεραν να διαφύγουν από το γερμανικό κλοιό. Νεκροί πέφτουν ο Θεόδωρος Μακρής και ο Ιταλός Αντιφασίστας που είχε προσχωρήσει στον ΕΛΑΣ Νίνο ή Πέτρος.

Στην πλατεία Οσίας Ξένης συνεχίζεται η τραγωδία. Εκατοντάδες γυναίκες προσπαθούν να ανακουφίσουν τον πόνο των αγωνιστών και με στάμνες κουβαλούν λίγο νερό και λίγο ψωμί. Οι δήμιοι σπάνε τις στάμνες, κλωτσάνε τις γυναίκες και βρίζουν.. Τα παιδιά κλαίνε και σπαράζουν: Η ζέστη, η δίψα, ο φόβος έχει σκεπάσει τα πρόσωπα ψυχές όλων. Οι Γερμανοί και οι ντόπιοι συνεργάτες τους χαμογελούν σαρκαστικά. Η αγωνία της διαλογής συνεχίζεται, οι ριπές στη Μάντρα συνεχίζονται, το Μαρτύριο τελειωμό δεν έχει. Τη στιγμή αυτή ξεχωρίζει ο ηρωισμός του αγωνιστή Κώστα Περιβόλα ο οποίος, την ώρα που τον διαλέγουν για εκτέλεση, ορμά πάνω στον χαφιέ Ι.Πλυντζανόπουλο, τον έπιασε από το λαιμό και του βγάζει την κουκούλα. Ο δήμιος προλαβαίνει και τον εκτελεί επί τόπου. Λίγο μετά το μεσημέρι σταματούν οι εκτελέσεις.

Έχουν προηγηθεί κι άλλες ομαδικές εκτελέσεις στα Καμένα, στη συμβολή των οδών Ακροπόλεως και Αρτέμιδος. Εκεί εκτελούνται 46 οι οποίοι μεταφέρθηκαν στην περιοχή με καμιόνια από την Οσία Ξένη.

Στο χώρο της Μάντρας η εικόνα είναι αποτρόπαια. Σωρός τα πτώματα, τσουβαλιασμένα το ένα πάνω από το άλλο. Το αίμα δύο πήχες έγλυφε το πάτωμα. Οι Γερμανοί δίνουν διαταγή στους κουκουλοφόρους να σκυλέψουν τους νεκρούς. Τα ανθρωπόμορφα κτήνη ορμούν πάνω στα κουφάρια των ηρώων και αρχίζουν να τους παίρνουν ότι αντικείμενα αξίας είχαν πάνω τους. Ρολόγια, δαχτυλίδια , βέρες κ.α. Δεν πρόλαβαν να ολοκληρώσουν το αποτρόπαιο ανοσιούργημά τους και οι ίδιοι οι Γερμανοί εκτέλεσαν κάποιους από αυτούς επί τόπου..

Η αυλαία αυτής της τραγωδίας έκλεισε γύρω στις 6:00 μ.μ. με ένα ξεδιάλεγμα περίπου 8.000 Κοκκινιωτών ομήρων. Ένα τεράστιο ανθρώπινο ποτάμι ξεκίνησε από την Κοκκινιά για το στρατόπεδο του Χαϊδαρίου. Οι όμηροι οδηγούνται, σε φάλαγγα ανά τέσσερις, και σ΄ αυτή την απόσταση, περίπου 7 χιλιομέτρων όσοι πέφτουν κάτω από την εξάντληση, τη δίψα ή τη ζέστη, βασανίζονται αμέσως. Σε όλους τους δρόμους της Κοκκινιάς ακούς μόνο κλάματα μανάδων, συζύγων και παιδιών, ενώ από παντού ρέει αίμα και η πόλη μυρίζει θάνατο.

Όπως αναφέρει ο μαχητής του ΕΛΑΣ Αγ. Σοφίας Πειραιά, Μιχάλης Γρηγοράκης, ο οποίος συμμετείχε σ΄ αυτήν την πορεία, ένας από τους ταγματασφαλίτες που τους συνόδευαν, καθ΄ όλη τη διαδρομή φώναζε «Η Κοκκινιά δεν είναι εδώ. Η Γερμανία είναι εδώ. Πάρτε το χαμπάρι και θα πεθάνετε όλοι σας». Από το Χαϊδάρι γύρω στα 1.800 άτομα σέρνονται στα κολαστήρια της Γερμανίας. Κοκκινιώτες κλείστηκαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης στο Μανχάϊμ, Νταχάου, Μπούνχεβαλντ, Μπίπλις, Άουσβιτς και αλλού.


* Koκκινιά: το ιστορικό όνομα της περιοχής που περιλαμβάνει την Παλιά Κοκκινιά, Νίκαια, Κορυδαλλό και χωρίστηκε διοικητικά (για εκλογικούς λόγους, πολύ κόκκινη) το 1941.

πηγές:


 


Δεν υπάρχουν σχόλια: